ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ
Οριστική
- λίσσομαι
- λίσσ-ει
- λίσσ-εται
- λισσ-όμεθα
- λίσσ-εσθε
- λίσσ-ονται
Υποτακτική
- λίσσ-ωμαι
- λίσσ-η
- λίσσ-ηται
- λισσ-ώμεθα
- λίσσ-ησθε
- λίσσ-ωνται
Ευκτική
- λισσ-οίμην
- λίσσ-οιο
- λίσσ-οιτο
- λισσ-έσθων(-έσθωσαν)
- λίσσ-οισθε
- λίσσ-οιντο
Προστακτική
- λίσσ-ου
- λισσ-έσθω
- λίσσ-εσθε
-
-
-
Μετοχή
- λισσ-όμενος
- λισσ-ομένη
- λισσ-όμενον
ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΟΣ
Οριστική
- ε-λισσ-όμην
- ε-λίσσ-ου
- ε-λίσσ-ετο
- ε-λισσ-όμεθα
- ε-λίσσ-εσθε
- ε-λίσσ-οντο
ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΥΠΕΡΣΥΝΤΕΛΙΚΟΣ
ΜΕΣΟ-ΠΑΘΗΤΙΚΟΣ ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ
Οριστική
- λίσσομαι
- λίσσ-ει
- λίσσ-εται
- λισσ-όμεθα
- λίσσ-εσθε
- λίσσ-ονται
Υποτακτική
- λίσσ-ωμαι
- λίσσ-η
- λίσσ-ηται
- λισσ-ώμεθα
- λίσσ-ησθε
- λίσσ-ωνται
Ευκτική
- λισσ-οίμην
- λίσσ-οιο
- λίσσ-οιτο
- λισσ-οίμεθα
- λίσσ-οισθε
- λίσσ-οιντο
Προστακτική
- λίσσ-ου
- λισσ-έσθω
- λισσ-έσθων(-έσθωσαν)
-
-
-
Μετοχή
- λισσ-όμενος
- λισσ-ομένη
- λισσ-όμενον
ΜΕΣΟ-ΠΑΘΗΤΙΚΟΣ ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΟΣ
Οριστική
- ε-λισσ-όμην
- ε-λίσσ-ου
- ε-λίσσ-ετο
- ε-λισσ-όμεθα
- ε-λίσσ-εσθε
- ε-λίσσ-οντο
ΜΕΣΟΣ ΑΟΡΙΣΤΟΣ
Οριστική
- ε-λισά-μην
- ε-λίσ-ω
- ε-λίσ-ατο
- ε-λισά-μεθα
- ε-λίσ-ασθε
- ε-λίσ-αντο
Υποτακτική
- λίσ-ωμαι
- λίσ-η
- λίσ-ηται
- λισ-ώμεθα
- λίσ-ησθε
- λίσ-ωνται
Ευκτική
- λισ-αίμην
- λίσ-αιο
- λίσ-αιτο
- λισ-αίμεθα
- λίσ-αισθε
- λίσ-αιντο
Προστακτική
- λίσ-αι
- λισ-άσθω
- λισ-άσθων
-
-
-
Μετοχή
- λισ-άμενος
- λισ-αμένη
- λισ-άμενον
ΜΕΣΟ-ΠΑΘΗΤΙΚΟΣ ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ