ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ
Οριστική
- σβέννυμι
- σβέν-νυς
- σβέν-νυσιν
- σβέν-νυμεν
- σβέν-νυτε
- σβεν-νύασιν
Υποτακτική
- σβεν-νύω
- σβεν-νύης
- σβεν-νύη
- σβεν-νύωμεν
- σβεν-νύητε
- σβεν-νύωσι(ν)
Ευκτική
- σβεν-νύοιμι
- σβεν-νύοις
- σβεν-νύοι
- σβεν-νύντων
- σβεν-νύοιτε
- σβεν-νύοιεν
Προστακτική
- σβέν-νυ
- σβεν-νύτω
- σβέν-νυτε
Απαρέμφατο
- σβεν-νύναι
Μετοχή
- σβεν-νύς
- σβεν-νύσα
- σβεν-νύν
ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΟΣ
Οριστική
- ε-σβέν-νυν
- ε-σβέν-νυς
- ε-σβέν-νυ
- ε-σβέν-νυμεν
- ε-σβέν-νυτε
- ε-σβέν-νυσαν
ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ
Οριστική
- σβέ-σω
- σβέ-σεις
- σβέ-σει
- σβέ-σομεν
- σβέ-σετε
- σβέ-σουσι(ν)
Ευκτική
- σβέ-σοιμι
- σβέ-σοις
- σβέ-σοι
- σβέ-σοιμεν
- σβέ-σοιτε
- σβέ-σοιεν
Απαρέμφατο
- σβέ-σειν
Μετοχή
- σβέ-σων
- σβέ-σουσα
- σβέ-σον
ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΑΟΡΙΣΤΟΣ
Οριστική
- έ-σβε-σα
- έ-σβε-σας
- έ-σβε-σε(ν)
- ε-σβέ-σαμεν
- ε-σβέ-σατε
- έ-σβε-σαν
Υποτακτική
- σβέ-σω
- σβέ-σης
- σβέ-ση
- σβέ-σωμεν
- σβέ-σητε
- σβέ-σωσι(ν)
Ευκτική
- σβέ-σαιμι
- σβέ-σαις
- σβέ-σαι
- σβέ-σαιμεν
- σβέ-σαιτε
- σβέ-σαιεν
Προστακτική
- σβέ-σον
- σβε-σάτω
- σβε-σάντων
Απαρέμφατο
- σβέ-σαι
Μετοχή
- σβέ-σας
- σβέ-σασα
- σβέ-σαν
ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Οριστική
- έ-σβη-κα
- έ-σβη-κας
- έ-σβη-κε(ν)
- ε-σβή-καμεν
- ε-σβή-κατε
- ε-σβή-κασι(ν)
Υποτακτική
- ε-σβή-κω
- ε-σβή-κης
- ε-σβή-κη
- ε-σβή-κωμεν
- ε-σβή-κητε
- ε-σβή-κωσι(ν)
Ευκτική
- ε-σβή-κοιμι
- ε-σβή-κοις
- ε-σβή-κοι
- ε-σβή-κοιμεν
- ε-σβή-κοιτε
- ε-σβή-κοιεν
Προστακτική
- έ-σβη-κε
- ε-σβη-κέτω
- ε-σβη-κόντων
Απαρέμφατο
- ε-σβη-κέναι
Μετοχή
- ε-σβη-κώς
- ε-σβη-κυία
- ε-σβη-κός
ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΥΠΕΡΣΥΝΤΕΛΙΚΟΣ
Οριστική
- ε-σβή-κειν
- ε-σβή-κεις
- ε-σβή-κει
- ε-σβή-κειμεν
- ε-σβή-κειτε
- ε-σβή-κεισαν
ΠΑΘΗΤΙΚΟΣ ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ
Οριστική
- σβεσ-θησοίμην
- σβεσ-θήσοιο
- σβεσ-θήσοιτο
- σβεσ-θησοίμεθα
- σβεσ-θήσοισθε
- σβεσ-θήσοιντο
Απαρέμφατο
- σβεσ-θήσεσθαι
Μετοχή
- σβεσ-θησόμενος
- σβεσ-θησομένη
- σβεσ-θησόμενον
ΠΑΘΗΤΙΚΟΣ ΑΟΡΙΣΤΟΣ
Οριστική
- ε-σβέσ-θην
- ε-σβέσ-θης
- ε-σβέσ-θη
- ε-σβέσ-θημεν
- ε-σβέσ-θητε
- ε-σβέσ-θησαν
Υποτακτική
- σβεσ-θώ
- σβεσ-θής
- σβεσ-θή
- σβεσ-θώμεν
- σβεσ-θήτε
- σβεσ-θώσι(ν)
Ευκτική
- σβεσ-θείην
- σβεσ-θείης
- σβεσ-θείη
- σβεσ-θείμεν
- σβεσ-θείτε
- σβεσ-θείεν
Προστακτική
- σβέσ-θητι
- σβεσ-θήτω
- σβεσ-θέντων
Απαρέμφατο
- σβεσ-θήναι
Μετοχή
- σβεσ-θείς
- σβεσ-θείσα
- σβεσ-θέν
ΜΕΣΟ-ΠΑΘΗΤΙΚΟΣ ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ
Οριστική
- σβέννυμαι
- σβέννυ-σαι
- σβέννυ-ται
- σβεννύ-μεθα
- σβέννυ-σθε
- σβέννυ-νται
Υποτακτική
- σβεν-νύωμαι
- σβεν-νύη
- σβεν-νύηται
- σβεν-νυώμεθα
- σβεν-νύησθε
- σβεν-νύωνται
Ευκτική
- σβεν-νυοίμην
- σβεν-νύοιο
- σβεν-νύοιτο
- σβεν-νυοίμεθα
- σβεν-νύοισθε
- σβεν-νύοιντο
Προστακτική
- σβέν-νυσο
- σβεν-νύσθω
- σβεν-νύσθων
Απαρέμφατο
- σβέν-νυσθαι
Μετοχή
- σβεν-νύμενος
- σβεν-νυμένη
- σβεν-νύμενον
ΜΕΣΟ-ΠΑΘΗΤΙΚΟΣ ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΟΣ
Οριστική
- ε-σβεν-νύμην
- ε-σβέν-νυσο
- ε-σβέν-νυτο
- ε-σβεν-νύμεθα
- ε-σβέν-νυσθε
- ε-σβέν-νυσθε
ΜΕΣΟΣ ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ
Οριστική
- σβε-σοίμην
- σβέ-σοιο
- σβέ-σοιτο
- σβε-σοίμεθα
- σβέ-σοισθε
- σβέ-σοιντο
Απαρέμφατο
- σβή-σεσθαι
Μετοχή
- σβε-σόμενος
- σβε-σομένη
- σβε-σόμενον
ΜΕΣΟΣ ΑΟΡΙΣΤΟΣ
Οριστική
- *
- *
- *
- *
- *
- *
Υποτακτική
- σβέ-σωμαι
- σβέ-ση
- σβέ-σηται
- σβε-σώμεθα
- σβέ-σησθε
- σβέ-σωνται
Ευκτική
- σβε-σαίμην
- σβέ-σαιο
- σβέ-σαιτο
- σβε-σαίμεθα
- σβέ-σαισθε
- σβέ-σαιντο
Προστακτική
- σβέ-σαι
- σβε-σάσθω
- σβε-σάσθων
Απαρέμφατο
- σβέ-σασθαι
Μετοχή
- σβε-σάμενος
- σβε-σαμένη
- σβε-σάμενον
ΜΕΣΟ-ΠΑΘΗΤΙΚΟΣ ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Οριστική
- ε-σβέσ-μην
- έ-σβε-σο
- έ-σβεσ-το
- ε-σβέσ-μεθα
- έ-σβεσ-θε
- ε-σβεσ-μένοι ήσαν
Υποτακτική
- ε-σβεσ-μένος ώ
- ε-σβεσ-μένη ής
- ε-σβεσ-μένον ή
- ε-σβεσ-μένοι ώμεν
- ε-σβεσ-μέναι ήτε
- ε-σβεσ-μένα ώσι(ν)
Ευκτική
- ε-σβεσ-μένος είην
- ε-σβεσ-μένη είης
- ε-σβεσ-μένον είη
- ε-σβεσ-μένοι είμεν
- ε-σβεσ-μέναι είτε
- ε-σβεσ-μένα είεν
Προστακτική
- έ-σβε-σο
- ε-σβέ-σθω
- ε-σβέ-σθων
Απαρέμφατο
- ε-σβέ-σθαι
Μετοχή
- ε-σβεσ-μένος
- ε-σβεσ-μένη
- ε-σβεσ-μένον