OG.png μείγνυμι

ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ

Οριστική

  • μείγνυμι
  • μείγ-νυς
  • μείγ-νυσιν
  • μείγ-νυμεν
  • μείγ-νυτε
  • μειγ-νύασιν

Υποτακτική

  • μειγ-νύω
  • μειγ-νύης
  • μειγ-νύη
  • μειγ-νύωμεν
  • μειγ-νύητε
  • μειγ-νύωσι(ν)
 

Ευκτική

  • μειγ-νύοιμι
  • μειγ-νύοις
  • μειγ-νύοι
  • μειγ-νύντων
  • μειγ-νύοιτε
  • μειγ-νύοιεν

Προστακτική

  • μείγ-νυ
  • μειγ-νύτω
  • μείγ-νυτε
  •  
  •  
  •  
 

Απαρέμφατο

  • μειγ-νύναι

Μετοχή

  • μειγ-νύς
  • μειγ-νύσα
  • μειγ-νύν

ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΟΣ

Οριστική

  • ε-μείγ-νυν
  • ε-μείγ-νυς
  • ε-μείγ-νυ
  • ε-μείγ-νυμεν
  • ε-μείγ-νυτε
  • ε-μείγ-νυσαν

ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ

Οριστική

  • μείξ-ω
  • μείξ-εις
  • μείξ-ει
  • μείξ-ομεν
  • μείξ-ετε
  • μείξ-ουσι(ν)

Ευκτική

  • μείξ-οιμι
  • μείξ-οις
  • μείξ-οι
  • μείξ-οιμεν
  • μείξ-οιτε
  • μείξ-οιεν
 

Απαρέμφατο

  • μείξ-ειν

Μετοχή

  • μείξ-ων
  • μείξ-ουσα
  • μείξ-ον

ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΑΟΡΙΣΤΟΣ

Οριστική

  • έ-μειξ-α
  • έ-μειξ-ας
  • έ-μειξ-ε(ν)
  • ε-μείξ-αμεν
  • ε-μείξ-ατε
  • έ-μειξ-αν

Υποτακτική

  • μείξ-ω
  • μείξ-ης
  • μείξ-η
  • μείξ-ωμεν
  • μείξ-ητε
  • μείξ-ωσι(ν)
 

Ευκτική

  • μείξ-αιμι
  • μείξ-αις
  • μείξ-αι
  • μείξ-αιμεν
  • μείξ-αιτε
  • μείξ-αιεν

Προστακτική

  • μείξ-ον
  • μειξ-άτω
  • μειξ-άντων
  •  
  •  
  •  
 

Απαρέμφατο

  • μείξ-αι

Μετοχή

  • μείξ-ας
  • μείξ-ασα
  • μείξ-αν

ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ

Οριστική

  • μέ-μειχ-α
  • μέ-μειχ-ας
  • μέ-μειχ-ε(ν)
  • με-μείχ-αμεν
  • με-μείχ-ατε
  • με-μείχ-ασι(ν)

Υποτακτική

  • με-μείχ-ω
  • με-μείχ-ης
  • με-μείχ-η
  • με-μείχ-ωμεν
  • με-μείχ-ητε
  • με-μείχ-ωσι(ν)
 

Ευκτική

  • με-μείχ-οιμι
  • με-μείχ-οις
  • με-μείχ-οι
  • με-μείχ-οιμεν
  • με-μείχ-οιτε
  • με-μείχ-οιεν

Προστακτική

  • μέ-μειχ-ε
  • με-μειχ-έτω
  • με-μειχ-όντων
  •  
  •  
  •  
 

Απαρέμφατο

  • με-μειχ-έναι

Μετοχή

  • με-μειχ-ώς
  • με-μειχ-υία
  • με-μειχ-ός

ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΥΠΕΡΣΥΝΤΕΛΙΚΟΣ

Οριστική

  • ε-μεμείχ-ειν
  • ε-μεμείχ-εις
  • ε-μεμείχ-ει
  • ε-μεμείχ-ειμεν
  • ε-μεμείχ-ειτε
  • ε-μεμείχ-εισαν

ΠΑΘΗΤΙΚΟΣ ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ

Οριστική

  • μιχ-θησοίμην
  • μιχ-θήσοιο
  • μιχ-θήσοιτο
  • μιχ-θησοίμεθα
  • μιχ-θήσοισθε
  • μιχ-θήσοιντο

Απαρέμφατο

  • μιχ-θήσεσθαι
  •  
  •  
  •  
  •  
  •  
 

Μετοχή

  • μιχ-θησόμενος
  • μιχ-θησομένη
  • μιχ-θησόμενον

ΠΑΘΗΤΙΚΟΣ ΑΟΡΙΣΤΟΣ

Οριστική

  • ε-μείχ-θην
  • ε-μείχ-θης
  • ε-μείχ-θη
  • ε-μείχ-θημεν
  • ε-μείχ-θητε
  • ε-μείχ-θησαν

Υποτακτική

  • μιχ-θώ
  • μιχ-θής
  • μιχ-θή
  • μιχ-θώμεν
  • μιχ-θήτε
  • μιχ-θώσι(ν)
 

Ευκτική

  • μιχ-θείην
  • μιχ-θείης
  • μιχ-θείη
  • μιχ-θείμεν
  • μιχ-θείτε
  • μιχ-θείεν

Προστακτική

  • μίχ-θητι
  • μιχ-θήτω
  • μιχ-θέντων
  •  
  •  
  •  
 

Απαρέμφατο

  • μιχ-θήναι

Μετοχή

  • μιχ-θείς
  • μιχ-θείσα
  • μιχ-θέν

ΜΕΣΟ-ΠΑΘΗΤΙΚΟΣ ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ

Οριστική

  • μείγνυμαι
  • μείγνυ-σαι
  • μείγνυ-ται
  • μειγνύ-μεθα
  • μείγνυ-σθε
  • μείγνυ-νται

Υποτακτική

  • μειγ-νύωμαι
  • μειγ-νύη
  • μειγ-νύηται
  • μειγ-νυώμεθα
  • μειγ-νύησθε
  • μειγ-νύωνται
 

Ευκτική

  • μειγ-νυοίμην
  • μειγ-νύοιο
  • μειγ-νύοιτο
  • μειγ-νυοίμεθα
  • μειγ-νύοισθε
  • μειγ-νύοιντο

Προστακτική

  • μείγ-νυσο
  • μειγ-νύσθω
  • μειγ-νύσθων
  •  
  •  
  •  
 

Απαρέμφατο

  • μείγ-νυσθαι

Μετοχή

  • μειγ-νύμενος
  • μειγ-νυμένη
  • μειγ-νύμενον

ΜΕΣΟ-ΠΑΘΗΤΙΚΟΣ ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΟΣ

Οριστική

  • ε-μειγ-νύμην
  • ε-μείγ-νυσο
  • ε-μείγ-νυτο
  • ε-μειγ-νύμεθα
  • ε-μείγ-νυσθε
  • ε-μείγ-νυσθε

ΜΕΣΟΣ ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ

Οριστική

  • μειξ-οίμην
  • μείξ-οιο
  • μείξ-οιτο
  • μειξ-οίμεθα
  • μείξ-οισθε
  • μείξ-οιντο

Απαρέμφατο

  • μιγή-σεσθαι
  •  
  •  
  •  
  •  
  •  
 

Μετοχή

  • μειξ-όμενος
  • μειξ-ομένη
  • μειξ-όμενον

ΜΕΣΟΣ ΑΟΡΙΣΤΟΣ

Οριστική

  • ε-μειξ-άμην
  • ε-μείξ-ω
  • ε-μείξ-ατο
  • ε-μειξ-άμεθα
  • ε-μείξ-ασθε
  • ε-μείξ-αντο

Υποτακτική

  • μείξ-ωμαι
  • μείξ-η
  • μείξ-ηται
  • μειξ-ώμεθα
  • μείξ-ησθε
  • μείξ-ωνται
 

Ευκτική

  • μειξ-αίμην
  • μείξ-αιο
  • μείξ-αιτο
  • μειξ-αίμεθα
  • μείξ-αισθε
  • μείξ-αιντο

Προστακτική

  • μείξ-αι
  • μειξ-άσθω
  • μειξ-άσθων
  •  
  •  
  •  
 

Απαρέμφατο

  • μείξ-ασθαι

Μετοχή

  • μειξ-άμενος
  • μειξ-αμένη
  • μειξ-άμενον

ΜΕΣΟ-ΠΑΘΗΤΙΚΟΣ ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ

Οριστική

  • ε-με-μείγ-μην
  • ε-μέ-μει-ξο
  • ε-μέ-μεικ-το
  • ε-με-μείγ-μεθα
  • ε-μέ-μειχ-θε
  • με-μειγ-μένοι ήσαν

Υποτακτική

  • με-μειγ-μένος ώ
  • με-μειγ-μένη ής
  • με-μειγ-μένον ή
  • με-μειγ-μένοι ώμεν
  • με-μειγ-μέναι ήτε
  • με-μειγ-μένα ώσι(ν)
 

Ευκτική

  • με-μειγ-μένος είην
  • με-μειγ-μένη είης
  • με-μειγ-μένον είη
  • με-μειγ-μένοι είμεν
  • με-μειγ-μέναι είτε
  • με-μειγ-μένα είεν

Προστακτική

  • μέ-μει-ξο
  • με-μείχ-θω
  • με-μείχ-θων
  •  
  •  
  •  
 

Απαρέμφατο

  • με-μείχ-θαι

Μετοχή

  • με-μειγ-μένος
  • με-μειγ-μένη
  • με-μειγ-μένον