ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ
Οριστική
- ωφελέω
- ωφελ-είς
- ωφελ-εί
- ωφελ-ούμεν
- ωφελ-είτε
- ωφελ-ούσιν
Υποτακτική
- ωφελ-έω(-ώ)
- ωφελ-ής
- ωφελ-ή
- ωφελ-ώμεν
- ωφελ-ήτε
- ωφελ-ώσιν
Ευκτική
- ωφελ-οίην
- ωφελ-οίης
- ωφελ-οίη
- ωφελ-ούσιν
- ωφελ-οίτε
- ωφελ-οίεν
Προστακτική
- ωφέλ-ει
- ωφελ-είτω
- ωφελ-είτε
Απαρέμφατο
- ωφελ-είν
Μετοχή
- ωφελ-ών
- ωφελ-ούσα
- ωφελ-ούν
ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΟΣ
Οριστική
- ωφέλ-ουν
- ωφέλ-εις
- ωφέλ-ει
- ωφελ-ούμεν
- ωφελ-είτε
- ωφέλ-ουν
ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ
Οριστική
- ωφελή-σω
- ωφελή-σεις
- ωφελή-σει
- ωφελή-σομεν
- ωφελή-σετε
- ωφελή-σουσι(ν)
Ευκτική
- ωφελή-σοιμι
- ωφελή-σοις
- ωφελή-σοι
- ωφελή-σοιμεν
- ωφελή-σοιτε
- ωφελή-σοιεν
Απαρέμφατο
- ωφελή-σειν
Μετοχή
- ωφελή-σων
- ωφελή-σουσα
- ωφελή-σον
ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΑΟΡΙΣΤΟΣ
Οριστική
- ωφέλη-σα
- ωφέλη-σας
- ωφέλη-σε(ν)
- ωφελή-σαμεν
- ωφελή-σατε
- ωφέλη-σαν
Υποτακτική
- ωφελή-σω
- ωφελή-σης
- ωφελή-ση
- ωφελή-σωμεν
- ωφελή-σητε
- ωφελή-σωσι(ν)
Ευκτική
- ωφελή-σαιμι
- ωφελή-σαις
- ωφελή-σαι
- ωφελή-σαιμεν
- ωφελή-σαιτε
- ωφελή-σαιεν
Προστακτική
- ωφέλη-σον
- ωφελη-σάτω
- ωφελη-σάντων
Απαρέμφατο
- ωφέλη-σαι
Μετοχή
- ωφελή-σας
- ωφελή-σασα
- ωφελή-σαν
ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Οριστική
- ωφέλη-κα
- ωφέλη-κας
- ωφέλη-κε(ν)
- ωφελή-καμεν
- ωφελή-κατε
- ωφελή-κασι(ν)
Υποτακτική
- ωφελή-κω
- ωφελή-κης
- ωφελή-κη
- ωφελή-κωμεν
- ωφελή-κητε
- ωφελή-κωσι(ν)
Ευκτική
- ωφελή-κοιμι
- ωφελή-κοις
- ωφελή-κοι
- ωφελή-κοιμεν
- ωφελή-κοιτε
- ωφελή-κοιεν
Προστακτική
- ωφέλη-κε
- ωφελη-κέτω
- ωφελη-κόντων
Απαρέμφατο
- ωφελη-κέναι
Μετοχή
- ωφελη-κώς
- ωφελη-κυία
- ωφελη-κός
ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΥΠΕΡΣΥΝΤΕΛΙΚΟΣ
Οριστική
- ωφελή-κειν
- ωφελή-κεις
- ωφελή-κει
- ωφελή-κειμεν
- ωφελή-κειτε
- ωφελή-κεισαν
ΠΑΘΗΤΙΚΟΣ ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ
Οριστική
- ωφελη-θησοίμην
- ωφελη-θήσοιο
- ωφελη-θήσοιτο
- ωφελη-θησοίμεθα
- ωφελη-θήσοισθε
- ωφελη-θήσοιντο
Απαρέμφατο
- ωφελη-θήσεσθαι
Μετοχή
- ωφελη-θησόμενος
- ωφελη-θησομένη
- ωφελη-θησόμενον
ΠΑΘΗΤΙΚΟΣ ΑΟΡΙΣΤΟΣ
Οριστική
- ωφελή-θην
- ωφελή-θης
- ωφελή-θη
- ωφελή-θημεν
- ωφελή-θητε
- ωφελή-θησαν
Υποτακτική
- ωφελη-θώ
- ωφελη-θής
- ωφελη-θή
- ωφελη-θώμεν
- ωφελη-θήτε
- ωφελη-θώσι(ν)
Ευκτική
- ωφελη-θείην
- ωφελη-θείης
- ωφελη-θείη
- ωφελη-θείμεν
- ωφελη-θείτε
- ωφελη-θείεν
Προστακτική
- ωφελή-θητι
- ωφελη-θήτω
- ωφελη-θέντων
Απαρέμφατο
- ωφελη-θήναι
Μετοχή
- ωφελη-θείς
- ωφελη-θείσα
- ωφελη-θέν
ΜΕΣΟ-ΠΑΘΗΤΙΚΟΣ ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ
Οριστική
- ωφελούμαι
- ωφελ-εί
- ωφελ-είται
- ωφελ-ούμεθα
- ωφελ-είσθε
- ωφελ-ούνται
Υποτακτική
- ωφελ-ώμαι
- ωφελ-ή
- ωφελ-ήται
- ωφελ-ώμεθα
- ωφελ-ήσθε
- ωφελ-ώνται
Ευκτική
- ωφελ-οίμην
- ωφελ-οίο
- ωφελ-οίτο
- ωφελ-οίμεθα
- ωφελ-οίσθε
- ωφελ-οίντο
Προστακτική
- ωφελ-ού
- ωφελ-είσθω
- ωφελ-είσθων
Απαρέμφατο
- ωφελ-είσθαι
Μετοχή
- ωφελ-ούμενος
- ωφελ-ουμένη
- ωφελ-ούμενον
ΜΕΣΟ-ΠΑΘΗΤΙΚΟΣ ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΟΣ
Οριστική
- ωφελ-ούμην
- ωφελ-ού
- ωφελ-είτο
- ωφελ-ούμεθα
- ωφελ-είσθε
- ωφελ-ούντο
ΜΕΣΟΣ ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ
Οριστική
- ωφελη-σοίμην
- ωφελή-σοιο
- ωφελή-σοιτο
- ωφελη-σοίμεθα
- ωφελή-σοισθε
- ωφελή-σοιντο
Απαρέμφατο
- *
Μετοχή
- ωφελη-σόμενος
- ωφελη-σομένη
- ωφελη-σόμενον
ΜΕΣΟΣ ΑΟΡΙΣΤΟΣ
Οριστική
- ωφελη-σάμην
- ωφελή-σω
- ωφελή-σατο
- ωφελη-σάμεθα
- ωφελή-σασθε
- ωφελή-σαντο
Υποτακτική
- ωφελή-σωμαι
- ωφελή-ση
- ωφελή-σηται
- ωφελη-σώμεθα
- ωφελή-σησθε
- ωφελή-σωνται
Ευκτική
- ωφελη-σαίμην
- ωφελή-σαιο
- ωφελή-σαιτο
- ωφελη-σαίμεθα
- ωφελή-σαισθε
- ωφελή-σαιντο
Προστακτική
- ωφέλη-σαι
- ωφελη-σάσθω
- ωφελη-σάσθων
Απαρέμφατο
- ωφελή-σασθαι
Μετοχή
- ωφελη-σάμενος
- ωφελη-σαμένη
- ωφελη-σάμενον
ΜΕΣΟ-ΠΑΘΗΤΙΚΟΣ ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Οριστική
- ωφελή-μην
- ωφέλη-σο
- ωφέλη-το
- ωφελή-μεθα
- ωφέλη-σθε
- ωφέλη-ντο
Υποτακτική
- ωφελη-μένος ώ
- ωφελη-μένη ής
- ωφελη-μένον ή
- ωφελη-μένοι ώμεν
- ωφελη-μέναι ήτε
- ωφελη-μένα ώσι(ν)
Ευκτική
- ωφελη-μένος είην
- ωφελη-μένη είης
- ωφελη-μένον είη
- ωφελη-μένοι είμεν
- ωφελη-μέναι είτε
- ωφελη-μένα είεν
Προστακτική
- ωφέλη-σο
- ωφελή-σθω
- ωφελή-σθων
Απαρέμφατο
- ωφελή-σθαι
Μετοχή
- ωφελη-μένος
- ωφελη-μένη
- ωφελη-μένον