ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ
Οριστική
- καθίζω
- καθίζ-εις
- καθίζ-ει
- καθίζ-ομεν
- καθίζ-ετε
- καθίζ-ουσιν
Υποτακτική
- καθίζ-ω
- καθίζ-ης
- καθίζ-η
- καθίζ-ωμεν
- καθίζ-ητε
- καθίζ-ωσι(ν)
Ευκτική
- καθίζ-οιμι
- καθίζ-οις
- καθίζ-οι
- καθιζ-όντων
- καθίζ-οιτε
- καθίζ-οιεν
Προστακτική
- κάθιζ-ε
- καθιζ-έτω
- καθίζ-ετε
Απαρέμφατο
- καθίζ-ειν
Μετοχή
- καθίζ-ων
- καθίζ-ουσα
- καθίζ-ον
ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΟΣ
Οριστική
- ε-κάθιζ-ον
- ε-κάθιζ-ες
- ε-κάθιζ-ε
- ε-καθίζ-ομεν
- ε-καθίζ-ετε
- ε-κάθιζ-ον
ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ
Οριστική
- καθί-σω
- καθί-σεις
- καθί-σει
- καθί-σομεν
- καθί-σετε
- καθί-σουσι(ν)
Ευκτική
- καθί-σοιμι
- καθί-σοις
- καθί-σοι
- καθί-σοιμεν
- καθί-σοιτε
- καθί-σοιεν
Απαρέμφατο
- καθί-σειν
Μετοχή
- καθί-σων
- καθί-σουσα
- καθί-σον
ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΑΟΡΙΣΤΟΣ
Οριστική
- ε-κάθισ-α
- ε-κάθισ-ας
- ε-κάθισ-ε(ν)
- ε-καθίσ-αμεν
- ε-καθίσ-ατε
- ε-κάθισ-αν
Υποτακτική
- καθίσ-ω
- καθίσ-ης
- καθίσ-η
- καθίσ-ωμεν
- καθίσ-ητε
- καθίσ-ωσι(ν)
Ευκτική
- καθίσ-αιμι
- καθίσ-αις
- καθίσ-αι
- καθίσ-αιμεν
- καθίσ-αιτε
- καθίσ-αιεν
Προστακτική
- κάθισ-ον
- καθισ-άτω
- καθισ-άντων
Απαρέμφατο
- κάθισ-αι
Μετοχή
- καθίσ-ας
- καθίσ-ασα
- καθίσ-αν
ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Οριστική
- κε-κάθι-κα
- κε-κάθι-κας
- κε-κάθι-κε(ν)
- κε-καθί-καμεν
- κε-καθί-κατε
- κε-καθί-κασι(ν)
Υποτακτική
- κε-καθί-κω
- κε-καθί-κης
- κε-καθί-κη
- κε-καθί-κωμεν
- κε-καθί-κητε
- κε-καθί-κωσι(ν)
Ευκτική
- κε-καθί-κοιμι
- κε-καθί-κοις
- κε-καθί-κοι
- κε-καθί-κοιμεν
- κε-καθί-κοιτε
- κε-καθί-κοιεν
Προστακτική
- κε-κάθι-κε
- κε-καθι-κέτω
- κε-καθι-κόντων
Απαρέμφατο
- κε-καθι-κέναι
Μετοχή
- κε-καθι-κώς
- κε-καθι-κυία
- κε-καθι-κός
ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΥΠΕΡΣΥΝΤΕΛΙΚΟΣ
Οριστική
- ε-κεκαθί-κειν
- ε-κεκαθί-κεις
- ε-κεκαθί-κει
- ε-κεκαθί-κειμεν
- ε-κεκαθί-κειτε
- ε-κεκαθί-κεισαν
ΠΑΘΗΤΙΚΟΣ ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ
Οριστική
- *
- *
- *
- *
- *
- *
Απαρέμφατο
- *
Μετοχή
- *
- *
- *
ΠΑΘΗΤΙΚΟΣ ΑΟΡΙΣΤΟΣ
Οριστική
- *
- *
- *
- *
- *
- *
Υποτακτική
- *
- *
- *
- *
- *
- *
Ευκτική
- *
- *
- *
- *
- *
- *
Προστακτική
- *
- *
- *
Απαρέμφατο
- *
Μετοχή
- *
- *
- *
ΜΕΣΟ-ΠΑΘΗΤΙΚΟΣ ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ
Οριστική
- καθίζομαι
- καθίζ-ει
- καθίζ-εται
- καθιζ-όμεθα
- καθίζ-εσθε
- καθίζ-ονται
Υποτακτική
- καθίζ-ωμαι
- καθίζ-η
- καθίζ-ηται
- καθιζ-ώμεθα
- καθίζ-ησθε
- καθίζ-ωνται
Ευκτική
- καθιζ-οίμην
- καθίζ-οιο
- καθίζ-οιτο
- καθιζ-οίμεθα
- καθίζ-οισθε
- καθίζ-οιντο
Προστακτική
- καθίζ-ου
- καθιζ-έσθω
- καθιζ-έσθων
Απαρέμφατο
- καθίζ-εσθαι
Μετοχή
- καθιζ-όμενος
- καθιζ-ομένη
- καθιζ-όμενον
ΜΕΣΟ-ΠΑΘΗΤΙΚΟΣ ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΟΣ
Οριστική
- ε-καθιζ-όμην
- ε-καθίζ-ου
- ε-καθίζ-ετο
- ε-καθιζ-όμεθα
- ε-καθίζ-εσθε
- ε-καθίζ-οντο
ΜΕΣΟΣ ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ
Οριστική
- καθι-σοίμην
- καθί-σοιο
- καθί-σοιτο
- καθι-σοίμεθα
- καθί-σοισθε
- καθί-σοιντο
Απαρέμφατο
- *
Μετοχή
- καθι-σόμενος
- καθι-σομένη
- καθι-σόμενον
ΜΕΣΟΣ ΑΟΡΙΣΤΟΣ
Οριστική
- ε-καθι-σάμην
- ε-καθί-σω
- *
- *
- *
- *
Υποτακτική
- καθίσ-ωμαι
- καθίσ-η
- καθίσ-ηται
- καθισ-ώμεθα
- καθίσ-ησθε
- καθίσ-ωνται
Ευκτική
- καθισ-αίμην
- καθίσ-αιο
- καθίσ-αιτο
- καθισ-αίμεθα
- καθίσ-αισθε
- καθίσ-αιντο
Προστακτική
- κάθισ-αι
- καθισ-άσθω
- καθισ-άσθων
Απαρέμφατο
- καθίσ-ασθαι
Μετοχή
- καθισ-άμενος
- καθισ-αμένη
- καθισ-άμενον
ΜΕΣΟ-ΠΑΘΗΤΙΚΟΣ ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Οριστική
- *
- *
- *
- *
- *
- *
Υποτακτική
- *
- *
- *
- *
- *
- *
Ευκτική
- *
- *
- *
- *
- *
- *
Προστακτική
- *
- *
- *
Απαρέμφατο
- *
Μετοχή
- *
- *
- *