ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ
Οριστική
- θαυμάζω
- θαυμάζ-εις
- θαυμάζ-ει
- θαυμάζ-ομεν
- θαυμάζ-ετε
- θαυμάζ-ουσιν
Υποτακτική
- θαυμάζ-ω
- θαυμάζ-ης
- θαυμάζ-η
- θαυμάζ-ωμεν
- θαυμάζ-ητε
- θαυμάζ-ωσι(ν)
Ευκτική
- θαυμάζ-οιμι
- θαυμάζ-οις
- θαυμάζ-οι
- θαυμαζ-όντων
- θαυμάζ-οιτε
- θαυμάζ-οιεν
Προστακτική
- θαύμαζ-ε
- θαυμαζ-έτω
- θαυμάζ-ετε
Απαρέμφατο
- θαυμάζ-ειν
Μετοχή
- θαυμάζ-ων
- θαυμάζ-ουσα
- θαυμάζ-ον
ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΟΣ
Οριστική
- ε-θαύμαζ-ον
- ε-θαύμαζ-ες
- ε-θαύμαζ-ε
- ε-θαυμάζ-ομεν
- ε-θαυμάζ-ετε
- ε-θαύμαζ-ον
ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ
Οριστική
- θαυμά-σω
- θαυμά-σεις
- θαυμά-σει
- θαυμά-σομεν
- θαυμά-σετε
- θαυμά-σουσι(ν)
Ευκτική
- θαυμά-σοιμι
- θαυμά-σοις
- θαυμά-σοι
- θαυμά-σοιμεν
- θαυμά-σοιτε
- θαυμά-σοιεν
Απαρέμφατο
- θαυμά-σειν
Μετοχή
- θαυμά-σων
- θαυμά-σουσα
- θαυμά-σον
ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΑΟΡΙΣΤΟΣ
Οριστική
- ε-θαύμασ-α
- ε-θαύμασ-ας
- ε-θαύμασ-ε(ν)
- ε-θαυμάσ-αμεν
- ε-θαυμάσ-ατε
- ε-θαύμασ-αν
Υποτακτική
- θαυμάσ-ω
- θαυμάσ-ης
- θαυμάσ-η
- θαυμάσ-ωμεν
- θαυμάσ-ητε
- θαυμάσ-ωσι(ν)
Ευκτική
- θαυμάσ-αιμι
- θαυμάσ-αις
- θαυμάσ-αι
- θαυμάσ-αιμεν
- θαυμάσ-αιτε
- θαυμάσ-αιεν
Προστακτική
- θαύμασ-ον
- θαυμασ-άτω
- θαυμασ-άντων
Απαρέμφατο
- θαύμασ-αι
Μετοχή
- θαυμάσ-ας
- θαυμάσ-ασα
- θαυμάσ-αν
ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Οριστική
- τε-θαύμα-κα
- τε-θαύμα-κας
- τε-θαύμα-κε(ν)
- τε-θαυμά-καμεν
- τε-θαυμά-κατε
- τε-θαυμά-κασι(ν)
Υποτακτική
- τε-θαυμά-κω
- τε-θαυμά-κης
- τε-θαυμά-κη
- τε-θαυμά-κωμεν
- τε-θαυμά-κητε
- τε-θαυμά-κωσι(ν)
Ευκτική
- τε-θαυμά-κοιμι
- τε-θαυμά-κοις
- τε-θαυμά-κοι
- τε-θαυμά-κοιμεν
- τε-θαυμά-κοιτε
- τε-θαυμά-κοιεν
Προστακτική
- τε-θαύμα-κε
- τε-θαυμα-κέτω
- τε-θαυμα-κόντων
Απαρέμφατο
- τε-θαυμα-κέναι
Μετοχή
- τε-θαυμα-κώς
- τε-θαυμα-κυία
- τε-θαυμα-κός
ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΥΠΕΡΣΥΝΤΕΛΙΚΟΣ
Οριστική
- ε-τεθαυμά-κειν
- ε-τεθαυμά-κεις
- ε-τεθαυμά-κει
- ε-τεθαυμά-κειμεν
- ε-τεθαυμά-κειτε
- ε-τεθαυμά-κεισαν
ΠΑΘΗΤΙΚΟΣ ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ
Οριστική
- θαυμασ-θησοίμην
- θαυμασ-θήσοιο
- θαυμασ-θήσοιτο
- θαυμασ-θησοίμεθα
- θαυμασ-θήσοισθε
- θαυμασ-θήσοιντο
Απαρέμφατο
- θαυμασ-θήσεσθαι
Μετοχή
- θαυμασ-θησόμενος
- θαυμασ-θησομένη
- θαυμασ-θησόμενον
ΠΑΘΗΤΙΚΟΣ ΑΟΡΙΣΤΟΣ
Οριστική
- ε-θαυμάσ-θην
- ε-θαυμάσ-θης
- ε-θαυμάσ-θη
- ε-θαυμάσ-θημεν
- ε-θαυμάσ-θητε
- ε-θαυμάσ-θησαν
Υποτακτική
- θαυμασ-θώ
- θαυμασ-θής
- θαυμασ-θή
- θαυμασ-θώμεν
- θαυμασ-θήτε
- θαυμασ-θώσι(ν)
Ευκτική
- θαυμασ-θείην
- θαυμασ-θείης
- θαυμασ-θείη
- θαυμασ-θείμεν
- θαυμασ-θείτε
- θαυμασ-θείεν
Προστακτική
- θαυμάσ-θητι
- θαυμασ-θήτω
- θαυμασ-θέντων
Απαρέμφατο
- θαυμασ-θήναι
Μετοχή
- θαυμασ-θείς
- θαυμασ-θείσα
- θαυμασ-θέν
ΜΕΣΟ-ΠΑΘΗΤΙΚΟΣ ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ
Οριστική
- θαυμάζομαι
- θαυμάζ-ει
- θαυμάζ-εται
- θαυμαζ-όμεθα
- θαυμάζ-εσθε
- θαυμάζ-ονται
Υποτακτική
- θαυμάζ-ωμαι
- θαυμάζ-η
- θαυμάζ-ηται
- θαυμαζ-ώμεθα
- θαυμάζ-ησθε
- θαυμάζ-ωνται
Ευκτική
- θαυμαζ-οίμην
- θαυμάζ-οιο
- θαυμάζ-οιτο
- θαυμαζ-οίμεθα
- θαυμάζ-οισθε
- θαυμάζ-οιντο
Προστακτική
- θαυμάζ-ου
- θαυμαζ-έσθω
- θαυμαζ-έσθων
Απαρέμφατο
- θαυμάζ-εσθαι
Μετοχή
- θαυμαζ-όμενος
- θαυμαζ-ομένη
- θαυμαζ-όμενον
ΜΕΣΟ-ΠΑΘΗΤΙΚΟΣ ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΟΣ
Οριστική
- ε-θαύμαζ-όμην
- ε-θαυμάζ-ου
- ε-θαυμάζ-ετο
- ε-θαυμαζ-όμεθα
- ε-θαυμάζ-εσθε
- ε-θαυμάζ-οντο
ΜΕΣΟΣ ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ
Οριστική
- θαυμα-σοίμην
- θαυμά-σοιο
- θαυμά-σοιτο
- θαυμα-σοίμεθα
- θαυμά-σοισθε
- θαυμά-σοιντο
Απαρέμφατο
- θαυμά-σεσθαι
Μετοχή
- θαυμα-σόμενος
- θαυμα-σομένη
- θαυμα-σόμενον
ΜΕΣΟΣ ΑΟΡΙΣΤΟΣ
Οριστική
- ε-θαυμασ-άμην
- ε-θαυμάσ-ω
- ε-θαυμάσ-ατο
- ε-θαυμασ-άμεθα
- ε-θαυμάσ-ασθε
- ε-θαυμάσ-αντο
Υποτακτική
- θαυμάσ-ωμαι
- θαυμάσ-η
- θαυμάσ-ηται
- θαυμασ-ώμεθα
- θαυμάσ-ησθε
- θαυμάσ-ωνται
Ευκτική
- θαυμασ-αίμην
- θαυμάσ-αιο
- θαυμάσ-αιτο
- θαυμασ-αίμεθα
- θαυμάσ-αισθε
- θαυμάσ-αιντο
Προστακτική
- θαύμασ-αι
- θαυμασ-άσθω
- θαυμασ-άσθων
Απαρέμφατο
- θαυμάσ-ασθαι
Μετοχή
- θαυμασ-άμενος
- θαυμασ-αμένη
- θαυμασ-άμενον
ΜΕΣΟ-ΠΑΘΗΤΙΚΟΣ ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Οριστική
- ε-τε-θαυμάσ-μην
- ε-τε-θαύμα-σο
- ε-τε-θαύμασ-το
- ε-τε-θαυμάσ-μεθα
- ε-τε-θαύμασ-θε
- τε-θαυμασ-μένοι ήσαν
Υποτακτική
- τε-θαυμασ-μένος ώ
- τε-θαυμασ-μένη ής
- τε-θαυμασ-μένον ή
- τε-θαυμασ-μένοι ώμεν
- τε-θαυμασ-μέναι ήτε
- τε-θαυμασ-μένα ώσι(ν)
Ευκτική
- τε-θαυμασ-μένος είην
- τε-θαυμασ-μένη είης
- τε-θαυμασ-μένον είη
- τε-θαυμασ-μένοι είμεν
- τε-θαυμασ-μέναι είτε
- τε-θαυμασ-μένα είεν
Προστακτική
- τε-θαύμα-σο
- τε-θαυμά-σθω
- τε-θαυμά-σθων
Απαρέμφατο
- τε-θαυμά-σθαι
Μετοχή
- τε-θαυμασ-μένος
- τε-θαυμασ-μένη
- τε-θαυμασ-μένον