ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ
Οριστική
- εικάζω
- εικάζ-εις
- εικάζ-ει
- εικάζ-ομεν
- εικάζ-ετε
- εικάζ-ουσιν
Υποτακτική
- εικάζ-ω
- εικάζ-ης
- εικάζ-η
- εικάζ-ωμεν
- εικάζ-ητε
- εικάζ-ωσι(ν)
Ευκτική
- εικάζ-οιμι
- εικάζ-οις
- εικάζ-οι
- εικαζ-όντων
- εικάζ-οιτε
- εικάζ-οιεν
Προστακτική
- είκαζ-ε
- εικαζ-έτω
- εικάζ-ετε
Απαρέμφατο
- εικάζ-ειν
Μετοχή
- εικάζ-ων
- εικάζ-ουσα
- εικάζ-ον
ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΟΣ
Οριστική
- εί-καζ-ον
- εί-καζ-ες
- εί-καζ-ε
- ει-κάζ-ομεν
- ει-κάζ-ετε
- εί-καζ-ον
ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ
Οριστική
- εικά-σω
- εικά-σεις
- εικά-σει
- εικά-σομεν
- εικά-σετε
- εικά-σουσι(ν)
Ευκτική
- εικά-σοιμι
- εικά-σοις
- εικά-σοι
- εικά-σοιμεν
- εικά-σοιτε
- εικά-σοιεν
Απαρέμφατο
- εικά-σειν
Μετοχή
- εικά-σων
- εικά-σουσα
- εικά-σον
ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΑΟΡΙΣΤΟΣ
Οριστική
- εί-κασ-α
- εί-κασ-ας
- εί-κασ-ε(ν)
- ει-κάσ-αμεν
- ει-κάσ-ατε
- εί-κασ-αν
Υποτακτική
- ει-κάσ-ω
- ει-κάσ-ης
- ει-κάσ-η
- ει-κάσ-ωμεν
- ει-κάσ-ητε
- ει-κάσ-ωσι(ν)
Ευκτική
- ει-κάσ-αιμι
- ει-κάσ-αις
- ει-κάσ-αι
- ει-κάσ-αιμεν
- ει-κάσ-αιτε
- ει-κάσ-αιεν
Προστακτική
- εί-κασ-ον
- ει-κασ-άτω
- ει-κασ-άντων
Απαρέμφατο
- εί-κασ-αι
Μετοχή
- ει-κάσ-ας
- ει-κάσ-ασα
- ει-κάσ-αν
ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Οριστική
- εί-κα-κα
- εί-κα-κας
- εί-κα-κε(ν)
- ει-κά-καμεν
- ει-κά-κατε
- ει-κά-κασι(ν)
Υποτακτική
- ει-κά-κω
- ει-κά-κης
- ει-κά-κη
- ει-κά-κωμεν
- ει-κά-κητε
- ει-κά-κωσι(ν)
Ευκτική
- ει-κά-κοιμι
- ει-κά-κοις
- ει-κά-κοι
- ει-κά-κοιμεν
- ει-κά-κοιτε
- ει-κά-κοιεν
Προστακτική
- εί-κε-κε
- ει-κα-κέτω
- ει-κα-κόντων
Απαρέμφατο
- ει-κα-κέναι
Μετοχή
- ει-κα-κώς
- ει-κα-κυία
- ει-κα-κός
ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΥΠΕΡΣΥΝΤΕΛΙΚΟΣ
Οριστική
- ει-κά-κειν
- ει-κά-κεις
- ει-κά-κει
- ει-κά-κειμεν
- ει-κά-κειτε
- ει-κά-κεισαν
ΠΑΘΗΤΙΚΟΣ ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ
Οριστική
- εικασ-θησοίμην
- εικασ-θήσοιο
- εικασ-θήσοιτο
- εικασ-θησοίμεθα
- εικασ-θήσοισθε
- εικασ-θήσοιντο
Απαρέμφατο
- εικασ-θήσεσθαι
Μετοχή
- εικασ-θησόμενος
- εικασ-θησομένη
- εικασ-θησόμενον
ΠΑΘΗΤΙΚΟΣ ΑΟΡΙΣΤΟΣ
Οριστική
- εί-κάσ-θην
- εί-κάσ-θης
- εί-κάσ-θη
- εί-κάσ-θημεν
- εί-κάσ-θητε
- εί-κάσ-θησαν
Υποτακτική
- εικασ-θώ
- εικασ-θής
- εικασ-θή
- εικασ-θώμεν
- εικασ-θήτε
- εικασ-θώσι(ν)
Ευκτική
- εικασ-θείην
- εικασ-θείης
- εικασ-θείη
- εικασ-θείμεν
- εικασ-θείτε
- εικασ-θείεν
Προστακτική
- εικάσ-θητι
- εικασ-θήτω
- εικασ-θέντων
Απαρέμφατο
- εικασ-θήναι
Μετοχή
- εικασ-θείς
- εικασ-θείσα
- εικασ-θέν
ΜΕΣΟ-ΠΑΘΗΤΙΚΟΣ ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ
Οριστική
- εικάζομαι
- εικάζ-ει
- εικάζ-εται
- εικαζ-όμεθα
- εικάζ-εσθε
- εικάζ-ονται
Υποτακτική
- εικάζ-ωμαι
- εικάζ-η
- εικάζ-ηται
- εικαζ-ώμεθα
- εικάζ-ησθε
- εικάζ-ωνται
Ευκτική
- εικαζ-οίμην
- εικάζ-οιο
- εικάζ-οιτο
- εικαζ-οίμεθα
- εικάζ-οισθε
- εικάζ-οιντο
Προστακτική
- εικάζ-ου
- εικαζ-έσθω
- εικαζ-έσθων
Απαρέμφατο
- εικάζ-εσθαι
Μετοχή
- εικαζ-όμενος
- εικαζ-ομένη
- εικαζ-όμενον
ΜΕΣΟ-ΠΑΘΗΤΙΚΟΣ ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΟΣ
Οριστική
- ει-καζ-όμην
- ει-κάζ-ου
- ει-κάζ-ετο
- ει-καζ-όμεθα
- ει-κάζ-εσθε
- ει-κάζ-οντο
ΜΕΣΟΣ ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ
Οριστική
- εικα-σοίμην
- εικά-σοιο
- εικά-σοιτο
- εικα-σοίμεθα
- εικά-σοισθε
- εικά-σοιντο
Απαρέμφατο
- *
Μετοχή
- εικα-σόμενος
- εικα-σομένη
- εικα-σόμενον
ΜΕΣΟΣ ΑΟΡΙΣΤΟΣ
Οριστική
- ει-κα-σάμην
- ει-κά-σω
- ει-κά-σατο
- ει-κα-σάμεθα
- ει-κά-σασθε
- ει-κά-σαντο
Υποτακτική
- ει-κάσ-ωμαι
- ει-κάσ-η
- ει-κάσ-ηται
- ει-κασ-ώμεθα
- ει-κάσ-ησθε
- ει-κάσ-ωνται
Ευκτική
- ει-κασ-αίμην
- ει-κάσ-αιο
- ει-κάσ-αιτο
- ει-κασ-αίμεθα
- ει-κάσ-αισθε
- ει-κάσ-αιντο
Προστακτική
- εί-κασ-αι
- ει-κασ-άσθω
- ει-κασ-άσθων
Απαρέμφατο
- ει-κάσ-ασθαι
Μετοχή
- ει-κασ-άμενος
- ει-κασ-αμένη
- ει-κασ-άμενον
ΜΕΣΟ-ΠΑΘΗΤΙΚΟΣ ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Οριστική
- ει-κάσ-μην
- εί-κα-σο
- εί-κασ-το
- ει-κάσ-μεθα
- εί-κασ-θε
- ει-κασ-μένοι ήσαν
Υποτακτική
- ει-κασ-μένος ώ
- ει-κασ-μένη ής
- ει-κασ-μένον ή
- ει-κασ-μένοι ώμεν
- ει-κασ-μέναι ήτε
- ει-κασ-μένα ώσι(ν)
Ευκτική
- ει-κασ-μένος είην
- ει-κασ-μένη είης
- ει-κασ-μένον είη
- ει-κασ-μένοι είμεν
- ει-κασ-μέναι είτε
- ει-κασ-μένα είεν
Προστακτική
- εί-κα-σο
- ει-κά-σθω
- ει-κά-σθων
Απαρέμφατο
- ει-κά-σθαι
Μετοχή
- ει-κασ-μένος
- ει-κασ-μένη
- ει-κασ-μένον