OG.png στέφω

ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ

Οριστική

  • στέφω
  • στέφ-εις
  • στέφ-ει
  • στέφ-ομεν
  • στέφ-ετε
  • στέφ-ουσιν

Υποτακτική

  • στέφ-ω
  • στέφ-ης
  • στέφ-η
  • στέφ-ωμεν
  • στέφ-ητε
  • στέφ-ωσι(ν)
 

Ευκτική

  • στέφ-οιμι
  • στέφ-οις
  • στέφ-οι
  • στεφ-όντων
  • στέφ-οιτε
  • στέφ-οιεν

Προστακτική

  • στέφ-ε
  • στεφ-έτω
  • στέφ-ετε
  •  
  •  
  •  
 

Απαρέμφατο

  • στέφ-ειν

Μετοχή

  • στέφ-ων
  • στέφ-ουσα
  • στέφ-ον

ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΟΣ

Οριστική

  • έ-στεφ-ον
  • έ-στεφ-ες
  • έ-στεφ-ε
  • ε-στέφ-ομεν
  • ε-στέφ-ετε
  • έ-στεφ-ον

ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ

Οριστική

  • στέψ-ω
  • στέψ-εις
  • στέψ-ει
  • στέψ-ομεν
  • στέψ-ετε
  • στέψ-ουσι(ν)

Ευκτική

  • στέψ-οιμι
  • στέψ-οις
  • στέψ-οι
  • στέψ-οιμεν
  • στέψ-οιτε
  • στέψ-οιεν
 

Απαρέμφατο

  • στέψ-ειν

Μετοχή

  • στέψ-ων
  • στέψ-ουσα
  • στέψ-ον

ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΑΟΡΙΣΤΟΣ

Οριστική

  • έ-στεψ-α
  • έ-στεψ-ας
  • έ-στεψ-ε(ν)
  • ε-στέψ-αμεν
  • ε-στέψ-ατε
  • έ-στεψ-αν

Υποτακτική

  • στέψ-ω
  • στέψ-ης
  • στέψ-η
  • στέψ-ωμεν
  • στέψ-ητε
  • στέψ-ωσι(ν)
 

Ευκτική

  • στέψ-αιμι
  • στέψ-αις
  • στέψ-αι
  • στέψ-αιμεν
  • στέψ-αιτε
  • στέψ-αιεν

Προστακτική

  • στέψ-ον
  • στεψ-άτω
  • στεψ-άντων
  •  
  •  
  •  
 

Απαρέμφατο

  • στέψ-αι

Μετοχή

  • στέψ-ας
  • στέψ-ασα
  • στέψ-αν

ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ

Οριστική

  • *
  • *
  • *
  • *
  • *
  • *

Υποτακτική

  • *
  • *
  • *
  • *
  • *
  • *
 

Ευκτική

  • *
  • *
  • *
  • *
  • *
  • *

Προστακτική

  • *
  • *
  • *
  •  
  •  
  •  
 

Απαρέμφατο

  • *

Μετοχή

  • *
  • *
  • *

ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΥΠΕΡΣΥΝΤΕΛΙΚΟΣ

Οριστική

  • *
  • *
  • *
  • *
  • *
  • *

ΠΑΘΗΤΙΚΟΣ ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ

Οριστική

  • *
  • *
  • *
  • *
  • *
  • *

Απαρέμφατο

  • *
  •  
  •  
  •  
  •  
  •  
 

Μετοχή

  • *
  • *
  • *

ΠΑΘΗΤΙΚΟΣ ΑΟΡΙΣΤΟΣ

Οριστική

  • ε-στέφ-θην
  • ε-στέφ-θης
  • ε-στέφ-θη
  • ε-στέφ-θημεν
  • ε-στέφ-θητε
  • ε-στέφ-θησαν

Υποτακτική

  • στεφ-θώ
  • στεφ-θής
  • στεφ-θή
  • στεφ-θώμεν
  • στεφ-θήτε
  • στεφ-θώσι(ν)
 

Ευκτική

  • στεφ-θείην
  • στεφ-θείης
  • στεφ-θείη
  • στεφ-θείμεν
  • στεφ-θείτε
  • στεφ-θείεν

Προστακτική

  • στέφ-θητι
  • στεφ-θήτω
  • στεφ-θέντων
  •  
  •  
  •  
 

Απαρέμφατο

  • στεφ-θήναι

Μετοχή

  • στεφ-θείς
  • στεφ-θείσα
  • στεφ-θέν

ΜΕΣΟ-ΠΑΘΗΤΙΚΟΣ ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ

Οριστική

  • στέφομαι
  • στέφ-ει
  • στέφ-εται
  • στεφ-όμεθα
  • στέφ-εσθε
  • στέφ-ονται

Υποτακτική

  • στέφ-ωμαι
  • στέφ-η
  • στέφ-ηται
  • στεφ-ώμεθα
  • στέφ-ησθε
  • στέφ-ωνται
 

Ευκτική

  • στεφ-οίμην
  • στέφ-οιο
  • στέφ-οιτο
  • στεφ-οίμεθα
  • στέφ-οισθε
  • στέφ-οιντο

Προστακτική

  • στέφ-ου
  • στεφ-έσθω
  • στεφ-έσθων
  •  
  •  
  •  
 

Απαρέμφατο

  • στέφ-εσθαι

Μετοχή

  • στεφ-όμενος
  • στεφ-ομένη
  • στεφ-όμενον

ΜΕΣΟ-ΠΑΘΗΤΙΚΟΣ ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΟΣ

Οριστική

  • ε-στεφ-όμην
  • ε-στέφ-ου
  • ε-στέφ-ετο
  • ε-στεφ-όμεθα
  • ε-στέφ-εσθε
  • ε-στέφ-οντο

ΜΕΣΟΣ ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ

Οριστική

  • στεψ-οίμην
  • στέψ-οιο
  • στέψ-οιτο
  • στεψ-οίμεθα
  • στέψ-οισθε
  • στέψ-οιντο

Απαρέμφατο

  • *
  •  
  •  
  •  
  •  
  •  
 

Μετοχή

  • στεψ-όμενος
  • στεψ-ομένη
  • στεψ-όμενον

ΜΕΣΟΣ ΑΟΡΙΣΤΟΣ

Οριστική

  • ε-στεψ-άμην
  • ε-στεψ-ω
  • ε-στεψ-ατο
  • ε-στεψ-άμεθα
  • ε-στεψ-ασθε
  • ε-στεψ-αντο

Υποτακτική

  • στέψ-ωμαι
  • στέψ-η
  • στέψ-ηται
  • στεψ-ώμεθα
  • στέψ-ησθε
  • στέψ-ωνται
 

Ευκτική

  • στεψ-αίμην
  • στέψ-αιο
  • στέψ-αιτο
  • στεψ-αίμεθα
  • στέψ-αισθε
  • στέψ-αιντο

Προστακτική

  • στέψ-αι
  • στεψ-άσθω
  • στεψ-άσθων
  •  
  •  
  •  
 

Απαρέμφατο

  • στέψ-ασθαι

Μετοχή

  • στεψ-άμενος
  • στεψ-αμένη
  • στεψ-άμενον

ΜΕΣΟ-ΠΑΘΗΤΙΚΟΣ ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ

Οριστική

  • ε-στέμ-μην
  • έ-στε-ψο
  • έ-στεπ-το
  • ε-στέμ-μεθα
  • έ-στεφ-θε
  • ε-στεμ-μένοι ήσαν

Υποτακτική

  • ε-στεμ-μένος ώ
  • ε-στεμ-μένη ής
  • ε-στεμ-μένον ή
  • ε-στεμ-μένοι ώμεν
  • ε-στεμ-μέναι ήτε
  • ε-στεμ-μένα ώσι(ν)
 

Ευκτική

  • ε-στεμ-μένος είην
  • ε-στεμ-μένη είης
  • ε-στεμ-μένον είη
  • ε-στεμ-μένοι είμεν
  • ε-στεμ-μέναι είτε
  • ε-στεμ-μένα είεν

Προστακτική

  • έ-στε-ψο
  • ε-στέφ-θω
  • ε-στέφ-θων
  •  
  •  
  •  
 

Απαρέμφατο

  • ε-στέφ-θαι

Μετοχή

  • ε-στεμ-μένος
  • ε-στεμ-μένη
  • ε-στεμ-μένον