ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ
Οριστική
- κυλίνδω
- κυλίνδ-εις
- κυλίνδ-ει
- κυλίνδ-ομεν
- κυλίνδ-ετε
- κυλίνδ-ουσιν
Υποτακτική
- κυλίνδ-ω
- κυλίνδ-ης
- κυλίνδ-η
- κυλίνδ-ωμεν
- κυλίνδ-ητε
- κυλίνδ-ωσι(ν)
Ευκτική
- κυλίνδ-οιμι
- κυλίνδ-οις
- κυλίνδ-οι
- κυλινδ-όντων
- κυλίνδ-οιτε
- κυλίνδ-οιεν
Προστακτική
- κύλινδ-ε
- κυλινδ-έτω
- κυλίνδ-ετε
Απαρέμφατο
- κυλίνδ-ειν
Μετοχή
- κυλίνδ-ων
- κυλίνδ-ουσα
- κυλίνδ-ον
ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΟΣ
Οριστική
- ε-κύλινδ-ον
- ε-κύλινδ-ες
- ε-κύλινδ-ε
- ε-κυλίνδ-ομεν
- ε-κυλίνδ-ετε
- ε-κύλινδ-ον
ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ
Οριστική
- κυλίσ-ω
- κυλίσ-εις
- κυλίσ-ει
- κυλίσ-ομεν
- κυλίσ-ετε
- κυλίσ-ουσι(ν)
Ευκτική
- κυλίσ-οιμι
- κυλίσ-οις
- κυλίσ-οι
- κυλίσ-οιμεν
- κυλίσ-οιτε
- κυλίσ-οιεν
Απαρέμφατο
- κυλίσ-ειν
Μετοχή
- κυλίσ-ων
- κυλίσ-ουσα
- κυλίσ-ον
ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΑΟΡΙΣΤΟΣ
Οριστική
- ε-κύλισ-α
- ε-κύλισ-ας
- ε-κύλισ-ε(ν)
- ε-κυλισ-αμεν
- ε-κυλισ-ατε
- ε-κύλισ-αν
Υποτακτική
- κυλίσ-ω
- κυλίσ-ης
- κυλίσ-η
- κυλίσ-ωμεν
- κυλίσ-ητε
- κυλίσ-ωσι(ν)
Ευκτική
- κυλίσ-αιμι
- κυλίσ-αις
- κυλίσ-αι
- κυλίσ-αιμεν
- κυλίσ-αιτε
- κυλίσ-αιεν
Προστακτική
- κύλισ-ον
- κυλισ-άτω
- κυλισ-άντων
Απαρέμφατο
- κύλισ-αι
Μετοχή
- κυλίσ-ας
- κυλίσ-ασα
- κυλίσ-αν
ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Οριστική
- *
- *
- *
- *
- *
- *
Υποτακτική
- *
- *
- *
- *
- *
- *
Ευκτική
- *
- *
- *
- *
- *
- *
Προστακτική
- *
- *
- *
Απαρέμφατο
- *
Μετοχή
- *
- *
- *
ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΥΠΕΡΣΥΝΤΕΛΙΚΟΣ
Οριστική
- *
- *
- *
- *
- *
- *
ΠΑΘΗΤΙΚΟΣ ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ
Οριστική
- κυλισ-θησοίμην
- κυλισ-θήσοιο
- κυλισ-θήσοιτο
- κυλισ-θησοίμεθα
- κυλισ-θήσοισθε
- κυλισ-θήσοιντο
Απαρέμφατο
- κυλισ-θήσεσθαι
Μετοχή
- κυλισ-θησόμενος
- κυλισ-θησομένη
- κυλισ-θησόμενον
ΠΑΘΗΤΙΚΟΣ ΑΟΡΙΣΤΟΣ
Οριστική
- ε-κυλίσ-θην
- ε-κυλίσ-θης
- ε-κυλίσ-θη
- ε-κυλίσ-θημεν
- ε-κυλίσ-θητε
- ε-κυλίσ-θησαν
Υποτακτική
- κυλισ-θώ
- κυλισ-θής
- κυλισ-θή
- κυλισ-θώμεν
- κυλισ-θήτε
- κυλισ-θώσι(ν)
Ευκτική
- κυλισ-θείην
- κυλισ-θείης
- κυλισ-θείη
- κυλισ-θείμεν
- κυλισ-θείτε
- κυλισ-θείεν
Προστακτική
- κυλίσ-θητι
- κυλισ-θήτω
- κυλισ-θέντων
Απαρέμφατο
- κυλισ-θήναι
Μετοχή
- κυλισ-θείς
- κυλισ-θείσα
- κυλισ-θέν
ΜΕΣΟ-ΠΑΘΗΤΙΚΟΣ ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ
Οριστική
- κυλίνδομαι
- κυλίνδ-ει
- κυλίνδ-εται
- κυλινδ-όμεθα
- κυλίνδ-εσθε
- κυλίνδ-ονται
Υποτακτική
- κυλίνδ-ωμαι
- κυλίνδ-η
- κυλίνδ-ηται
- κυλινδ-ώμεθα
- κυλίνδ-ησθε
- κυλίνδ-ωνται
Ευκτική
- κυλινδ-οίμην
- κυλίνδ-οιο
- κυλίνδ-οιτο
- κυλινδ-οίμεθα
- κυλίνδ-οισθε
- κυλίνδ-οιντο
Προστακτική
- κυλίνδ-ου
- κυλινδ-έσθω
- κυλινδ-έσθων
Απαρέμφατο
- κυλίνδ-εσθαι
Μετοχή
- κυλινδ-όμενος
- κυλινδ-ομένη
- κυλινδ-όμενον
ΜΕΣΟ-ΠΑΘΗΤΙΚΟΣ ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΟΣ
Οριστική
- ε-κυλινδ-όμην
- ε-κυλίνδ-ου
- ε-κυλίνδ-ετο
- ε-κυλινδ-όμεθα
- ε-κυλίνδ-εσθε
- ε-κυλίνδ-οντο
ΜΕΣΟΣ ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ
Οριστική
- κυλισ-οίμην
- κυλίσ-οιο
- κυλίσ-οιτο
- κυλισ-οίμεθα
- κυλίσ-οισθε
- κυλίσ-οιντο
Απαρέμφατο
- *
Μετοχή
- κυλισ-όμενος
- κυλισ-ομένη
- κυλισ-όμενον
ΜΕΣΟΣ ΑΟΡΙΣΤΟΣ
Οριστική
- ε-κυλι-σάμην
- ε-κυλί-σω
- ε-κυλί-σατο
- ε-κυλι-σάμεθα
- ε-κυλί-σασθε
- ε-κυλί-σαντο
Υποτακτική
- κυλίσ-ωμαι
- κυλίσ-η
- κυλίσ-ηται
- κυλισ-ώμεθα
- κυλίσ-ησθε
- κυλίσ-ωνται
Ευκτική
- κυλισ-αίμην
- κυλίσ-αιο
- κυλίσ-αιτο
- κυλισ-αίμεθα
- κυλίσ-αισθε
- κυλίσ-αιντο
Προστακτική
- κύλισ-αι
- κυλισ-άσθω
- κυλισ-άσθων
Απαρέμφατο
- κυλίσ-ασθαι
Μετοχή
- κυλισ-άμενος
- κυλισ-αμένη
- κυλισ-άμενον
ΜΕΣΟ-ΠΑΘΗΤΙΚΟΣ ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Οριστική
- ε-κε-κυλίσ-μην
- ε-κε-κύλι-σο
- ε-κε-κύλισ-το
- ε-κε-κυλίσ-μεθα
- ε-κε-κύλισ-θε
- κε-κύλισ-μένοι ήσαν
Υποτακτική
- κε-κυλισ-μένος ώ
- κε-κυλισ-μένη ής
- κε-κυλισ-μένον ή
- κε-κυλισ-μένοι ώμεν
- κε-κυλισ-μέναι ήτε
- κε-κυλισ-μένα ώσι(ν)
Ευκτική
- κε-κυλισ-μένος είην
- κε-κυλισ-μένη είης
- κε-κυλισ-μένον είη
- κε-κυλισ-μένοι είμεν
- κε-κυλισ-μέναι είτε
- κε-κυλισ-μένα είεν
Προστακτική
- κε-κύλι-σο
- κε-κυλί-σθω
- κε-κυλί-σθων
Απαρέμφατο
- κε-κυλί-σθαι
Μετοχή
- κε-κυλισ-μένος
- κε-κυλισ-μένη
- κε-κυλισ-μένον