ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ
Οριστική
- διαρκώ
- διαρκείς
- διαρκεί
- διαρκούμε
- διαρκείτε
- διαρκούν
Υποτακτική
- νά διαρκώ
- νά διαρκείς
- νά διαρκεί
- νά διαρκούμε
- νά διαρκείτε
- νά διαρκούν
ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΩΣ
- διαρκούσα
- διαρκούσες
- διαρκούσε
- διαρκούσαμε
- διαρκούσατε
- διαρκούσαν
ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ
Εξακολουθητικός
- θά διαρκώ
- θά διαρκείς
- θά διαρκεί
- θά διαρκούμε
- θά διαρκείτε
- θά διαρκούν
Στιγμιαίος
- θά διαρκήσω
- θά διαρκήσεις
- θά διαρκήσει
- θά διαρκήσουμε
- θά διαρκήσετε
- θά διαρκήσουν
ΑΟΡΙΣΤΟΣ
Οριστική
- διάρκησα
- διάρκησες
- διάρκησε
- διαρκήσαμε
- διαρκήσατε
- διάρκησαν
Υποτακτική
- νά διαρκήσω
- νά διαρκήσεις
- νά διαρκήσει
- νά διαρκήσουμε
- νά διαρκήσετε
- νά διαρκήσουν
ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Οριστική
- έχω διαρκήσει
- έχεις διαρκήσει
- έχει διαρκήσει
- έχουμε διαρκήσει
- έχετε διαρκήσει
- έχουν διαρκήσει
Υποτακτική
- νά έχω διαρκήσει
- νά έχεις διαρκήσει
- νά έχει διαρκήσει
- νά έχουμε διαρκήσει
- νά έχετε διαρκήσει
- νά έχουν διαρκήσει
ΡLUΠΑ_ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Υποτακτική
- είχα διαρκήσει
- είχες διαρκήσει
- είχε διαρκήσει
- είχαμε διαρκήσει
- είχατε διαρκήσει
- είχαν διαρκήσει
ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Υποτακτική
- νά έχω διαρκήσει
- νά έχεις διαρκήσει
- νά έχει διαρκήσει
- νά έχουμε διαρκήσει
- νά έχετε διαρκήσει
- νά έχουν διαρκήσει