EL.png καθοδηγώ

ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ

Οριστική

  • καθοδηγώ
  • καθοδηγείς
  • καθοδηγεί
  • καθοδηγούμε
  • καθοδηγείτε
  • καθοδηγούν

Υποτακτική

  • νά καθοδηγώ
  • νά καθοδηγείς
  • νά καθοδηγεί
  • νά καθοδηγούμε
  • νά καθοδηγείτε
  • νά καθοδηγούν
 

Προστακτική

  • καθοδήγα
  • καθοδηγείτε

Μετοχή

  • καθοδηγώντας

ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΩΣ

 

  • καθοδηγούσα
  • καθοδηγούσες
  • καθοδηγούσε
  • καθοδηγούσαμε
  • καθοδηγούσατε
  • καθοδηγούσαν

ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ

Εξακολουθητικός

  • θά καθοδηγώ
  • θά καθοδηγείς
  • θά καθοδηγεί
  • θά καθοδηγούμε
  • θά καθοδηγείτε
  • θά καθοδηγούν

Στιγμιαίος

  • θά καθοδηγήσω
  • θά καθοδηγήσεις
  • θά καθοδηγήσει
  • θά καθοδηγήσουμε
  • θά καθοδηγήσετε
  • θά καθοδηγήσουν

ΑΟΡΙΣΤΟΣ

Οριστική

  • καθοδήγησα
  • καθοδήγησες
  • καθοδήγησε
  • καθοδηγήσαμε
  • καθοδηγήσατε
  • καθοδήγησαν

Υποτακτική

  • νά καθοδηγήσω
  • νά καθοδηγήσεις
  • νά καθοδηγήσει
  • νά καθοδηγήσουμε
  • νά καθοδηγήσετε
  • νά καθοδηγήσουν
 

Προστακτική

  • καθοδήγησε
  • καθοδηγήστε

Απαρέμφατο

  • καθοδηγήσει

ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ

Οριστική

  • έχω καθοδηγήσει
  • έχεις καθοδηγήσει
  • έχει καθοδηγήσει
  • έχουμε καθοδηγήσει
  • έχετε καθοδηγήσει
  • έχουν καθοδηγήσει

Υποτακτική

  • νά έχω καθοδηγήσει
  • νά έχεις καθοδηγήσει
  • νά έχει καθοδηγήσει
  • νά έχουμε καθοδηγήσει
  • νά έχετε καθοδηγήσει
  • νά έχουν καθοδηγήσει
 

Μετοχή

  • *

ΡLUΠΑ_ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ

Υποτακτική

  • είχα καθοδηγήσει
  • είχες καθοδηγήσει
  • είχε καθοδηγήσει
  • είχαμε καθοδηγήσει
  • είχατε καθοδηγήσει
  • είχαν καθοδηγήσει

ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ

Υποτακτική

  • νά έχω καθοδηγήσει
  • νά έχεις καθοδηγήσει
  • νά έχει καθοδηγήσει
  • νά έχουμε καθοδηγήσει
  • νά έχετε καθοδηγήσει
  • νά έχουν καθοδηγήσει