ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ
Οριστική
- εξοργίζομαι
- εξοργίζεσαι
- εξοργίζεται
- εξοργίζόμαστε
- εξοργίζεστε
- εξοργίζονται
Υποτακτική
- νά εξοργίζομαι
- νά εξοργίζεσαι
- νά εξοργίζεται
- νά εξοργιζόμαστε
- νά εξοργίζεστε
- νά εξοργίζονται
ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΩΣ
- εξοργιζόμουν
- εξοργιζόσουν
- εξοργιζόταν
- εξοργιζόμαστε
- εξοργιζόσαστε
- εξοργίζονταν
ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ
Εξακολουθητικός
- θά εξοργίζομαι
- θά εξοργίζεσαι
- θά εξοργίζεται
- θά εξοργιζόμαστε
- θά εξοργίζεστε
- θά εξοργίζονται
Στιγμιαίος
- θά εξοργισθώ
- θά εξοργισθείς
- θά εξοργισθεί
- θά εξοργισθούμε
- θά εξοργισθείτε
- θά εξοργισθούν
ΑΟΡΙΣΤΟΣ
Οριστική
- εξοργίσθηκα
- εξοργίσθηκες
- εξοργίσθηκε
- εξοργισθήκαμε
- εξοργισθήκατε
- εξοργίσθηκαν
Υποτακτική
- νά εξοργισθώ
- νά εξοργισθείς
- νά εξοργισθεί
- νά εξοργισθούμε
- νά εξοργισθείτε
- νά εξοργισθούν
ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Οριστική
- έχω εξοργισθεί
- έχεις εξοργισθεί
- έχει εξοργισθεί
- έχουμε εξοργισθεί
- έχετε εξοργισθεί
- έχουν εξοργισθεί
Υποτακτική
- νά έχω εξοργισθεί
- νά έχεις εξοργισθεί
- νά έχει εξοργισθεί
- νά έχουμε εξοργισθεί
- νά έχετε εξοργισθεί
- νά έχουν εξοργισθεί
ΡLUΠΑ_ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Υποτακτική
- είχα εξοργισθεί
- είχες εξοργισθεί
- είχε εξοργισθεί
- είχαμε εξοργισθεί
- είχατε εξοργισθεί
- είχαν εξοργισθεί
ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Υποτακτική
- θά έχω εξοργισθεί
- θά έχεις εξοργισθεί
- θά έχει εξοργισθεί
- θά έχουμε εξοργισθεί
- θά έχετε εξοργισθεί
- θά έχουν εξοργισθεί