ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ
Οριστική
- ανανεώνω
- ανανεώνεις
- ανανεώνει
- ανανεώνουμε
- ανανεώνετε
- ανανεώνουν
Υποτακτική
- νά ανανεώνω
- νά ανανεώνεις
- νά ανανεώνει
- νά ανανεώνουμε
- νά ανανεώνετε
- νά ανανεώνουν
ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΩΣ
- ανανέωνα
- ανανέωνες
- ανανέωνε
- ανανεώναμε
- ανανεώνατε
- ανανέωναν
ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ
Εξακολουθητικός
- θά ανανεώνω
- θά ανανεώνεις
- θά ανανεώνει
- θά ανανεώνουμε
- θά ανανεώνετε
- θά ανανεώνουν
Στιγμιαίος
- θά ανανεώσω
- θά ανανεώεις
- θά ανανεώσει
- θά ανανεώσουμε
- θά ανανεώσετε
- θά ανανεώσουν
ΑΟΡΙΣΤΟΣ
Οριστική
- ανανέωσα
- ανανέωσες
- ανανέωσε
- ανανεώσαμε
- ανανεώσατε
- ανανέωσαν
Υποτακτική
- νά ανανεώσω
- νά ανανεώσεις
- νά ανανεώσει
- νά ανανεώσουμε
- νά ανανεώσετε
- νά ανανεώσουν
ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Οριστική
- έχω ανανεώσει
- έχεις ανανεώσει
- έχει ανανεώσει
- έχουμε ανανεώσει
- έχετε ανανεώσει
- έχουν ανανεώσει
Υποτακτική
- νά έχω ανανεώσει
- νά έχεις ανανεώσει
- νά έχει ανανεώσει
- νά έχουμε ανανεώσει
- νά έχετε ανανεώσει
- νά έχουν ανανεώσει
ΡLUΠΑ_ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Υποτακτική
- είχα ανανεώσει
- είχες ανανεώσει
- είχε ανανεώσει
- είχαμε ανανεώσει
- είχατε ανανεώσει
- είχαν ανανεώσει
ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Υποτακτική
- θά έχω ανανεώσει
- θά έχεις ανανεώσει
- θά έχει ανανεώσει
- θά έχουμε ανανεώσει
- θά έχετε ανανεώσει
- θά έχουν ανανεώσει