ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ
Οριστική
- παραθερίζω
- παραθερίζεις
- παραθερίζει
- παραθερίζουμε
- παραθερίζετε
- παραθερίζουν
Υποτακτική
- νά παραθερίζω
- νά παραθερίζεις
- νά παραθερίζει
- νά παραθερίζουμε
- νά παραθερίζετε
- νά παραθερίζουν
ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΩΣ
- παραθέριζα
- παραθέριζες
- παραθέριζε
- παραθερίζαμε
- παραθερίζατε
- παραθέριζαν
ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ
Εξακολουθητικός
- θά παραθερίζω
- θά παραθερίζεις
- θά παραθερίζει
- θά παραθερίζουμε
- θά παραθερίζετε
- θά παραθερίζουν
Στιγμιαίος
- θά παραθερίσω
- θά παραθερίσεις
- θά παραθερίσει
- θά παραθερίσουμε
- θά παραθερίσετε
- θά παραθερίσουν
ΑΟΡΙΣΤΟΣ
Οριστική
- παραθέρισα
- παραθέρισες
- παραθέρισε
- παραθερίσαμε
- παραθερίσατε
- παραθέρισαν
Υποτακτική
- νά παραθερίσω
- νά παραθερίσεις
- νά παραθερίσει
- νά παραθερίσουμε
- νά παραθερίσετε
- νά παραθερίσουν
ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Οριστική
- έχω παραθερίσει
- έχεις παραθερίσει
- έχει παραθερίσει
- έχουμε παραθερίσει
- έχετε παραθερίσει
- έχουν παραθερίσει
Υποτακτική
- νά έχω παραθερίσει
- νά έχεις παραθερίσει
- νά έχει παραθερίσει
- νά έχουμε παραθερίσει
- νά έχετε παραθερίσει
- νά έχουν παραθερίσει
ΡLUΠΑ_ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Υποτακτική
- είχα παραθερίσει
- είχες παραθερίσει
- είχε παραθερίσει
- είχαμε παραθερίσει
- είχατε παραθερίσει
- είχαν παραθερίσει
ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Υποτακτική
- θά έχω παραθερίσει
- θά έχεις παραθερίσει
- θά έχει παραθερίσει
- θά έχουμε παραθερίσει
- θά έχετε παραθερίσει
- θά έχουν παραθερίσει