ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ
Οριστική
- παρεμποδίζω
- παρεμποδίζεις
- παρεμποδίζει
- παρεμποδίζουμε
- παρεμποδίζετε
- παρεμποδίζουν
Υποτακτική
- νά παρεμποδίζω
- νά παρεμποδίζεις
- νά παρεμποδίζει
- νά παρεμποδίζουμε
- νά παρεμποδίζετε
- νά παρεμποδίζουν
Προστακτική
- παρεμπόδιζε
- παρεμποδίζετε
ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΩΣ
- παρεμπόδιζα
- παρεμπόδιζες
- παρεμπόδιζε
- παρεμποδίζαμε
- παρεμποδίζατε
- παρεμπόδιζαν
ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ
Εξακολουθητικός
- θά παρεμποδίζω
- θά παρεμποδίζεις
- θά παρεμποδίζει
- θά παρεμποδίζουμε
- θά παρεμποδίζετε
- θά παρεμποδίζουν
Στιγμιαίος
- θά παρεμποδίσω
- θά παρεμποδίσεις
- θά παρεμποδίσει
- θά παρεμποδίσουμε
- θά παρεμποδίσετε
- θά παρεμποδίσουν
ΑΟΡΙΣΤΟΣ
Οριστική
- παρεμποδίσα
- παρεμποδίσες
- παρεμποδίσε
- παρεμποδίσαμε
- παρεμποδίσατε
- παρεμπόδισαν
Υποτακτική
- νά παρεμποδίσω
- νά παρεμποδίσεις
- νά παρεμποδίσει
- νά παρεμποδίσουμε
- νά παρεμποδίσετε
- νά παρεμποδίσουν
ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Οριστική
- έχω παρεμποδίσει
- έχεις παρεμποδίσει
- έχει παρεμποδίσει
- έχουμε παρεμποδίσει
- έχετε παρεμποδίσει
- έχουν παρεμποδίσει
Υποτακτική
- νά έχω παρεμποδίσει
- νά έχεις παρεμποδίσει
- νά έχει παρεμποδίσει
- νά έχουμε παρεμποδίσει
- νά έχετε παρεμποδίσει
- νά έχουν παρεμποδίσει
ΡLUΠΑ_ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Υποτακτική
- είχα παρεμποδίσει
- είχες παρεμποδίσει
- είχε παρεμποδίσει
- είχαμε παρεμποδίσει
- είχατε παρεμποδίσει
- είχαν παρεμποδίσει
ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Υποτακτική
- θά έχω παρεμποδίσει
- θά έχεις παρεμποδίσει
- θά έχει παρεμποδίσει
- θά έχουμε παρεμποδίσει
- θά έχετε παρεμποδίσει
- θά έχουν παρεμποδίσει