ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ
Οριστική
- λιμοκτονώ
- λιμοκτονείς
- λιμοκτονεί
- λιμοκτονούμε
- λιμοκτονείτε
- λιμοκτονούν
Υποτακτική
- νά λιμοκτονώ
- νά λιμοκτονείς
- νά λιμοκτονεί
- νά λιμοκτονούμε
- νά λιμοκτονείτε
- νά λιμοκτονούν
ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΩΣ
- λιμοκτονούσα
- λιμοκτονούσες
- λιμοκτονούσε
- λιμοκτονούσαμε
- λιμοκτονούσατε
- λιμοκτονούσαν
ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ
Εξακολουθητικός
- θά λιμοκτονώ
- θά λιμοκτονείς
- θά λιμοκτονεί
- θά λιμοκτονούμε
- θά λιμοκτονείτε
- θά λιμοκτονούν
Στιγμιαίος
- θά λιμοκτονήσω
- θά λιμοκτονήσεις
- θά λιμοκτονήσει
- θά λιμοκτονήσουμε
- θά λιμοκτονήσετε
- θά λιμοκτονήσουν
ΑΟΡΙΣΤΟΣ
Οριστική
- λιμοκτόνησα
- λιμοκτόνησες
- λιμοκτόνησε
- λιμοκτονήσαμε
- λιμοκτονήσατε
- λιμοκτόνησαν
Υποτακτική
- νά λιμοκτονήσω
- νά λιμοκτονήσεις
- νά λιμοκτονήσει
- νά λιμοκτονήσουμε
- νά λιμοκτονήσετε
- νά λιμοκτονήσουν
ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Οριστική
- έχω λιμοκτονήσει
- έχεις λιμοκτονήσει
- έχει λιμοκτονήσει
- έχουμε λιμοκτονήσει
- έχετε λιμοκτονήσει
- έχουν λιμοκτονήσει
Υποτακτική
- νά έχω λιμοκτονήσει
- νά έχεις λιμοκτονήσει
- νά έχει λιμοκτονήσει
- νά έχουμε λιμοκτονήσει
- νά έχετε λιμοκτονήσει
- νά έχουν λιμοκτονήσει
ΡLUΠΑ_ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Υποτακτική
- είχα λιμοκτονήσει
- είχες λιμοκτονήσει
- είχε λιμοκτονήσει
- είχαμε λιμοκτονήσει
- είχατε λιμοκτονήσει
- είχαν λιμοκτονήσει
ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Υποτακτική
- νά έχω λιμοκτονήσει
- νά έχεις λιμοκτονήσει
- νά έχει λιμοκτονήσει
- νά έχουμε λιμοκτονήσει
- νά έχετε λιμοκτονήσει
- νά έχουν λιμοκτονήσει