EL.png προσδοκώ

ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ

Οριστική

  • προσδοκώ
  • προσδοκείς
  • προσδοκεί
  • προσδοκούμε
  • προσδοκείτε
  • προσδοκούν

Υποτακτική

  • νά προσδοκώ
  • νά προσδοκείς
  • νά προσδοκεί
  • νά προσδοκούμε
  • νά προσδοκείτε
  • νά προσδοκούν
 

Προστακτική

  • προσδόκα
  • προσδοκείτε

Μετοχή

  • προσδοκώντας

ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΩΣ

 

  • προσδοκούσα
  • προσδοκούσες
  • προσδοκούσε
  • προσδοκούσαμε
  • προσδοκούσατε
  • προσδοκούσαν

ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ

Εξακολουθητικός

  • θά προσδοκώ
  • θά προσδοκείς
  • θά προσδοκεί
  • θά προσδοκούμε
  • θά προσδοκείτε
  • θά προσδοκούν

Στιγμιαίος

  • θά προσδοκήσω
  • θά προσδοκήσεις
  • θά προσδοκήσει
  • θά προσδοκήσουμε
  • θά προσδοκήσετε
  • θά προσδοκήσουν

ΑΟΡΙΣΤΟΣ

Οριστική

  • προσδόκησα
  • προσδόκησες
  • προσδόκησε
  • προσδοκήσαμε
  • προσδοκήσατε
  • προσδόκησαν

Υποτακτική

  • νά προσδοκήσω
  • νά προσδοκήσεις
  • νά προσδοκήσει
  • νά προσδοκήσουμε
  • νά προσδοκήσετε
  • νά προσδοκήσουν
 

Προστακτική

  • προσδόκησε
  • προσδοκήστε

Απαρέμφατο

  • προσδοκήσει

ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ

Οριστική

  • έχω προσδοκήσει
  • έχεις προσδοκήσει
  • έχει προσδοκήσει
  • έχουμε προσδοκήσει
  • έχετε προσδοκήσει
  • έχουν προσδοκήσει

Υποτακτική

  • νά έχω προσδοκήσει
  • νά έχεις προσδοκήσει
  • νά έχει προσδοκήσει
  • νά έχουμε προσδοκήσει
  • νά έχετε προσδοκήσει
  • νά έχουν προσδοκήσει
 

Μετοχή

  • *

ΡLUΠΑ_ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ

Υποτακτική

  • είχα προσδοκήσει
  • είχες προσδοκήσει
  • είχε προσδοκήσει
  • είχαμε προσδοκήσει
  • είχατε προσδοκήσει
  • είχαν προσδοκήσει

ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ

Υποτακτική

  • νά έχω προσδοκήσει
  • νά έχεις προσδοκήσει
  • νά έχει προσδοκήσει
  • νά έχουμε προσδοκήσει
  • νά έχετε προσδοκήσει
  • νά έχουν προσδοκήσει