ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ
Οριστική
- κάθομαι
- κάθεσαι
- κάθεται
- καθόμαστε
- κάθεστε
- κάθονται
Υποτακτική
- νά κάθομαι
- νά κάθεσαι
- νά κάθεται
- νά καθόμαστε
- νά κάθεστε
- νά κάθονται
ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΩΣ
- καθόμουν
- καθόσουν
- καθόταν
- καθόμαστε
- καθόσαστε
- κάθονταν
ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ
Εξακολουθητικός
- θά κάθομαι
- θά κάθεσαι
- θά κάθεται
- θά καθόμαστε
- θά κάθεστε
- θά κάθονται
Στιγμιαίος
- θά καθήσω
- θά καθήσεις
- θά καθήσει
- θά καθήσουμε
- θά καθήσετε
- θά καθήσουν
ΑΟΡΙΣΤΟΣ
Οριστική
- κάθησα
- κάθησες
- κάθησε
- καθήσαμε
- καθήσατε
- κάθησαν
Υποτακτική
- νά καθήσω
- νά καθήσεις
- νά καθήσει
- νά καθήσουμε
- νά καθήσετε
- νά καθήσουν
ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Οριστική
- έχω καθήσει
- έχεις καθήσει
- έχει καθήσει
- έχουμε καθήσει
- έχετε καθήσει
- έχουν καθήσει
Υποτακτική
- νά έχω καθήσει
- νά έχεις καθήσει
- νά έχει καθήσει
- νά έχουμε καθήσει
- νά έχετε καθήσει
- νά έχουν καθήσει
ΡLUΠΑ_ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Υποτακτική
- είχα καθήσει
- είχες καθήσει
- είχε καθήσει
- είχαμε καθήσει
- είχατε καθήσει
- είχαν καθήσει
ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Υποτακτική
- θά έχω καθήσει
- θά έχεις καθήσει
- θά έχει καθήσει
- θά έχουμε καθήσει
- θά έχετε καθήσει
- θά έχουν καθήσει