EL.png πηδώ

ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ

Οριστική

  • πηδώ
  • πηδάς
  • πηδά
  • πηδούμε
  • πηδάτε
  • πηδούν

Υποτακτική

  • νά πηδώ
  • νά πηδάς
  • νά πηδά
  • νά πηδούμε
  • νά πηδάτε
  • νά πηδούν
 

Προστακτική

  • πήδα
  • πηδάτε

Μετοχή

  • πηδώντας

ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΩΣ

 

  • πηδούσα
  • πηδούσες
  • πηδούσε
  • πηδούσαμε
  • πηδούσατε
  • πηδούσαν

ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ

Εξακολουθητικός

  • θά πηδώ
  • θά πηδάς
  • θά πηδά
  • θά πηδούμε
  • θά πηδάτε
  • θά πηδούν

Στιγμιαίος

  • θά πηδήσω
  • θά πηδήσεις
  • θά πηδήσει
  • θά πηδήσουμε
  • θά πηδήσετε
  • θά πηδήσουν

ΑΟΡΙΣΤΟΣ

Οριστική

  • πήδησα
  • πήδησες
  • πήδησε
  • πηδήσαμε
  • πηδήσατε
  • πήδησαν

Υποτακτική

  • νά πηδήσω
  • νά πηδήσεις
  • νά πηδήσει
  • νά πηδήσουμε
  • νά πηδήσετε
  • νά πηδήσουν
 

Προστακτική

  • πήδησε
  • πηδήστε

Απαρέμφατο

  • πηδήσει

ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ

Οριστική

  • έχω πηδήσει
  • έχεις πηδήσει
  • έχει πηδήσει
  • έχουμε πηδήσει
  • έχετε πηδήσει
  • έχουν πηδήσει

Υποτακτική

  • νά έχω πηδήσει
  • νά έχεις πηδήσει
  • νά έχει πηδήσει
  • νά έχουμε πηδήσει
  • νά έχετε πηδήσει
  • νά έχουν πηδήσει
 

Μετοχή

  • *

ΡLUΠΑ_ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ

Υποτακτική

  • είχα πηδήσει
  • είχες πηδήσει
  • είχε πηδήσει
  • είχαμε πηδήσει
  • είχατε πηδήσει
  • είχαν πηδήσει

ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ

Υποτακτική

  • νά έχω πηδήσει
  • νά έχεις πηδήσει
  • νά έχει πηδήσει
  • νά έχουμε πηδήσει
  • νά έχετε πηδήσει
  • νά έχουν πηδήσει