EL.png πίνω

ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ

Οριστική

  • πίνω
  • πίνεις
  • πίνει
  • πίνουμε
  • πίνετε
  • πίνουν

Υποτακτική

  • νά πίνω
  • νά πίνεις
  • νά πίνει
  • νά πίνουμε
  • νά πίνετε
  • νά πίνουν
 

Προστακτική

  • πίνε
  • πίνετε

Μετοχή

  • πίνοντας

ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΩΣ

 

  • έπινα
  • έπινες
  • έπινε
  • πίναμε
  • πίνατε
  • έπιναν

ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ

Εξακολουθητικός

  • θά πίνω
  • θά πίνεις
  • θά πίνει
  • θά πίνουμε
  • θά πίνετε
  • θά πίνουν

Στιγμιαίος

  • θά πιώ
  • θά πιείς
  • θά πιεί
  • θά πιούμε
  • θά πιείτε
  • θά πιούν

ΑΟΡΙΣΤΟΣ

Οριστική

  • ήπια
  • ήπιες
  • ήπιε
  • ήπιαμε
  • ήπιατε
  • ήπιαν

Υποτακτική

  • νά πιώ
  • νά πιείς
  • νά πιεί
  • νά πιούμε
  • νά πιείτε
  • νά πιούν
 

Προστακτική

  • πιές
  • πιείτε

Απαρέμφατο

  • πιεί

ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ

Οριστική

  • έχω πιεί
  • έχεις πιεί
  • έχει πιεί
  • έχουμε πιεί
  • έχετε πιεί
  • έχουν πιεί

Υποτακτική

  • νά έχω πιεί
  • νά έχεις πιεί
  • νά έχει πιεί
  • νά έχουμε πιεί
  • νά έχετε πιεί
  • νά έχουν πιεί
 

Μετοχή

  • *

ΡLUΠΑ_ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ

Υποτακτική

  • είχα πιεί
  • είχες πιεί
  • είχε πιεί
  • είχαμε πιεί
  • είχατε πιεί
  • είχαν πιεί

ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ

Υποτακτική

  • θά έχω πιεί
  • θά έχεις πιεί
  • θά έχει πιεί
  • θά έχουμε πιεί
  • θά έχετε πιεί
  • θά έχουν πιεί