ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ
Οριστική
- παθαίνω
- παθαίνεις
- παθαίνει
- παθαίνουμε
- παθαίνετε
- παθαίνουν
Υποτακτική
- νά παθαίνω
- νά παθαίνεις
- νά παθαίνει
- νά παθαίνουμε
- νά παθαίνετε
- νά παθαίνουν
ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΩΣ
- πάθαινα
- πάθαινες
- πάθαινε
- παθαίναμε
- παθαίνατε
- πάθαιναν
ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ
Εξακολουθητικός
- θά παθαίνω
- θά παθαίνεις
- θά παθαίνει
- θά παθαίνουμε
- θά παθαίνετε
- θά παθαίνουν
Στιγμιαίος
- θά πάθω
- θά πάθεις
- θά πάθει
- θά πάθουμε
- θά πάθετε
- θά πάθουν
ΑΟΡΙΣΤΟΣ
Οριστική
- έπαθα
- έπαθες
- έπαθε
- πάθαμε
- πάθατε
- έπαθαν
Υποτακτική
- νά πάθω
- νά πάθεις
- νά πάθει
- νά πάθουμε
- νά πάθετε
- νά πάθουν
ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Οριστική
- έχω πάθει
- έχεις πάθει
- έχει πάθει
- έχουμε πάθει
- έχετε πάθει
- έχουν πάθει
Υποτακτική
- νά έχω πάθει
- νά έχεις πάθει
- νά έχει πάθει
- νά έχουμε πάθει
- νά έχετε πάθει
- νά έχουν πάθει
ΡLUΠΑ_ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Υποτακτική
- είχα πάθει
- είχες πάθει
- είχε πάθει
- είχαμε πάθει
- είχατε πάθει
- είχαν πάθει
ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Υποτακτική
- θά έχω πάθει
- θά έχεις πάθει
- θά έχει πάθει
- θά έχουμε πάθει
- θά έχετε πάθει
- θά έχουν πάθει