ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ
Οριστική
- ομολογώ
- ομολογείς
- ομολογεί
- ομολογούμε
- ομολογείτε
- ομολογούν
Υποτακτική
- νά ομολογώ
- νά ομολογείς
- νά ομολογεί
- νά ομολογούμε
- νά ομολογείτε
- νά ομολογούν
ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΩΣ
- ομολογούσα
- ομολογούσες
- ομολογούσε
- ομολογούσαμε
- ομολογείτε
- ομολογούσαν
ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ
Εξακολουθητικός
- θά ομολογώ
- θά ομολογείς
- θά ομολογεί
- θά ομολογούμε
- θά ομολογείτε
- θά ομολογούν
Στιγμιαίος
- θά ομολογήσω
- θά ομολογήσεις
- θά ομολογήσει
- θά ομολογήσουμε
- θά ομολογήσετε
- θά ομολογήσουν
ΑΟΡΙΣΤΟΣ
Οριστική
- ομολόγησα
- ομολόγησες
- ομολόγησε
- ομολογήσαμε
- ομολογήσατε
- ομολόγησαν
Υποτακτική
- νά ομολογήσω
- νά ομολογήσεις
- νά ομολογήσει
- νά ομολογήσουμε
- νά ομολογήσετε
- νά ομολογήσουν
ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Οριστική
- έχω ομολογήσει
- έχεις ομολογήσει
- έχει ομολογήσει
- έχουμε ομολογήσει
- έχετε ομολογήσει
- έχουν ομολογήσει
Υποτακτική
- νά έχω ομολογήσει
- νά έχεις ομολογήσει
- νά έχει ομολογήσει
- νά έχουμε ομολογήσει
- νά έχετε ομολογήσει
- νά έχουν ομολογήσει
ΡLUΠΑ_ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Υποτακτική
- είχα ομολογήσει
- είχες ομολογήσει
- είχε ομολογήσει
- είχαμε ομολογήσει
- είχατε ομολογήσει
- είχαν ομολογήσει
ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Υποτακτική
- θά έχω ομολογήσει
- θά έχεις ομολογήσει
- θά έχει ομολογήσει
- θά έχουμε ομολογήσει
- θά έχετε ομολογήσει
- θά έχουν ομολογήσει