EL.png λύνω

ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ

Οριστική

  • λύνω
  • λύνεις
  • λύνει
  • λύνουμε
  • λύνετε
  • λύνουν

Υποτακτική

  • νά λύνω
  • νά λύνεις
  • νά λύνει
  • νά λύνουμε
  • νά λύνετε
  • νά λύνουν
 

Προστακτική

  • λύνε
  • λύνετε

Μετοχή

  • λύνοντας

ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΩΣ

 

  • έλυνα
  • έλυνες
  • έλυνε
  • λύναμε
  • λύνατε
  • έλυναν

ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ

Εξακολουθητικός

  • θά λύνω
  • θά λύνεις
  • θά λύνει
  • θά λύνουμε
  • θά λύνετε
  • θά λύνουν

Στιγμιαίος

  • θά λύσω
  • θά λύσεις
  • θά λύσει
  • θά λύσουμε
  • θά λύσετε
  • θά λύσουν

ΑΟΡΙΣΤΟΣ

Οριστική

  • έλυσα
  • έλυσες
  • έλυσε
  • λύσαμε
  • λύσατε
  • έλυσαν

Υποτακτική

  • νά λύσω
  • νά λύσεις
  • νά λύσει
  • νά λύσουμε
  • νά λύσετε
  • νά λύσουν
 

Προστακτική

  • λύσε
  • λύστε

Απαρέμφατο

  • λύσει

ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ

Οριστική

  • έχω λύσει
  • έχεις λύσει
  • έχει λύσει
  • έχουμε λύσει
  • έχετε λύσει
  • έχουν λύσει

Υποτακτική

  • νά έχω λύσει
  • νά έχεις λύσει
  • νά έχει λύσει
  • νά έχουμε λύσει
  • νά έχετε λύσει
  • νά έχουν λύσει
 

Μετοχή

  • *

ΡLUΠΑ_ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ

Υποτακτική

  • είχα λύσει
  • είχες λύσει
  • είχε λύσει
  • είχαμε λύσει
  • είχατε λύσει
  • είχαν λύσει

ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ

Υποτακτική

  • θά έχω λύσει
  • θά έχεις λύσει
  • θά έχει λύσει
  • θά έχουμε λύσει
  • θά έχετε λύσει
  • θά έχουν λύσει