EL.png ισοσκελίζω

ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ

Οριστική

  • ισοσκελίζω
  • ισοσκελίζεις
  • ισοσκελίζει
  • ισοσκελίζουμε
  • ισοσκελίζετε
  • ισοσκελίζουν

Υποτακτική

  • νά ισοσκελίζω
  • νά ισοσκελίζεις
  • νά ισοσκελίζει
  • νά ισοσκελίζουμε
  • νά ισοσκελίζετε
  • νά ισοσκελίζουν
 

Προστακτική

  • ισοσκέλιζε
  • ισοσκελίζετε

Μετοχή

  • ισοσκελίζοντας

ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΩΣ

 

  • ισοσκέλιζα
  • ισοσκέλιζες
  • ισοσκέλιζε
  • ισοσκελίζαμε
  • ισοσκελίζατε
  • ισοσκέλιζαν

ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ

Εξακολουθητικός

  • θά ισοσκελίζω
  • θά ισοσκελίζεις
  • θά ισοσκελίζει
  • θά ισοσκελίζουμε
  • θά ισοσκελίζετε
  • θά ισοσκελίζουν

Στιγμιαίος

  • θά ισοσκελίσω
  • θά ισοσκελίσεις
  • θά ισοσκελίσει
  • θά ισοσκελίσουμε
  • θά ισοσκελίσετε
  • θά ισοσκελίσουν

ΑΟΡΙΣΤΟΣ

Οριστική

  • ισοσκέλισα
  • ισοσκέλισες
  • ισοσκέλισε
  • ισοσκελίσαμε
  • ισοσκελίσατε
  • ισοσκέλισαν

Υποτακτική

  • νά ισοσκελίσω
  • νά ισοσκελίσεις
  • νά ισοσκελίσει
  • νά ισοσκελίσουμε
  • νά ισοσκελίσετε
  • νά ισοσκελίσουν
 

Προστακτική

  • ισοσκέλισε
  • ισοσκελίστε

Απαρέμφατο

  • ισοσκελίσει

ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ

Οριστική

  • έχω ισοσκελίσει
  • έχεις ισοσκελίσει
  • έχει ισοσκελίσει
  • έχουμε ισοσκελίσει
  • έχετε ισοσκελίσει
  • έχουν ισοσκελίσει

Υποτακτική

  • νά έχω ισοσκελίσει
  • νά έχεις ισοσκελίσει
  • νά έχει ισοσκελίσει
  • νά έχουμε ισοσκελίσει
  • νά έχετε ισοσκελίσει
  • νά έχουν ισοσκελίσει
 

Μετοχή

  • *

ΡLUΠΑ_ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ

Υποτακτική

  • είχα ισοσκελίσει
  • είχες ισοσκελίσει
  • είχε ισοσκελίσει
  • είχαμε ισοσκελίσει
  • είχατε ισοσκελίσει
  • είχαν ισοσκελίσει

ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ

Υποτακτική

  • θά έχω ισοσκελίσει
  • θά έχεις ισοσκελίσει
  • θά έχει ισοσκελίσει
  • θά έχουμε ισοσκελίσει
  • θά έχετε ισοσκελίσει
  • θά έχουν ισοσκελίσει