EL.png γιορτάζομαι

ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ

Οριστική

  • γιορτάζομαι
  • γιορτάζεσαι
  • γιορτάζεται
  • γιορταζόμαστε
  • γιορτάζεστε
  • γιορτάζονται

Υποτακτική

  • νά γιορτάζομαι
  • νά γιορτάζεσαι
  • νά γιορτάζεται
  • νά γιορταζόμαστε
  • νά γιορτάζεστε
  • νά γιορτάζονται
 

Προστακτική

  • *
  • *

Μετοχή

  • *

ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΩΣ

 

  • γιορταζόμουν
  • γιορταζόσουν
  • γιορταζόταν
  • γιορταζόμαστε
  • γιορτάζόσαστε
  • γιορτάζονταν

ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ

Εξακολουθητικός

  • θά γιορτάζομαι
  • θά γιορτάζεσαι
  • θά γιορτάζεται
  • θά γιορταζόμαστε
  • θά γιορτάζεστε
  • θά γιορτάζονται

Στιγμιαίος

  • θά γιορταστώ
  • θά γιορταστείς
  • θά γιορταστεί
  • θά γιορταστούμε
  • θά γιορταστείτε
  • θά γιορταστούν

ΑΟΡΙΣΤΟΣ

Οριστική

  • γιορτάστηκα
  • γιορτάστηκες
  • γιορτάστηκε
  • γιορταστήκαμε
  • γιορταστήκατε
  • γιορτάστηκαν

Υποτακτική

  • νά γιορταστώ
  • νά γιορταστείς
  • νά γιορταστεί
  • νά γιορταστούμε
  • νά γιορταστείτε
  • νά γιορταστούν
 

Προστακτική

  • γιορτάσου
  • γιορταστείτε

Απαρέμφατο

  • γιορταστεί

ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ

Οριστική

  • έχω γιορταστεί
  • έχεις γιορταστεί
  • έχει γιορταστεί
  • έχουμε γιορταστεί
  • έχετε γιορταστεί
  • έχουν γιορταστεί

Υποτακτική

  • νά έχω γιορταστεί
  • νά έχεις γιορταστεί
  • νά έχει γιορταστεί
  • νά έχουμε γιορταστεί
  • νά έχετε γιορταστεί
  • νά έχουν γιορταστεί
 

Μετοχή

  • γιορτασμένος

ΡLUΠΑ_ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ

Υποτακτική

  • είχα γιορταστεί
  • είχες γιορταστεί
  • είχε γιορταστεί
  • είχαμε γιορταστεί
  • είχατε γιορταστεί
  • είχαν γιορταστεί

ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ

Υποτακτική

  • θά έχω γιορταστεί
  • θά έχεις γιορταστεί
  • θά έχει γιορταστεί
  • θά έχουμε γιορταστεί
  • θά έχετε γιορταστεί
  • θά έχουν γιορταστεί