ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ
Οριστική
- ποτίζω
- ποτίζεις
- ποτίζει
- ποτίζουμε
- ποτίζετε
- ποτίζουν
Υποτακτική
- νά ποτίζω
- νά ποτίζεις
- νά ποτίζει
- νά ποτίζουμε
- νά ποτίζετε
- νά ποτίζουν
ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΩΣ
- πότιζα
- πότιζες
- πότιζε
- ποτίζαμε
- ποτίζατε
- πότιζαν
ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ
Εξακολουθητικός
- θά ποτίζω
- θά ποτίζεις
- θά ποτίζει
- θά ποτίζουμε
- θά ποτίζετε
- θά ποτίζουν
Στιγμιαίος
- θά ποτίσω
- θά ποτίσεις
- θά ποτίσει
- θά ποτίσουμε
- θά ποτίσετε
- θά ποτίσουν
ΑΟΡΙΣΤΟΣ
Οριστική
- πότισα
- πότισες
- πότισε
- ποτίσαμε
- ποτίσατε
- πότισαν
Υποτακτική
- νά ποτίσω
- νά ποτίσεις
- νά ποτίσει
- νά ποτίσουμε
- νά ποτίσετε
- νά ποτίσουν
ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Οριστική
- έχω ποτίσει
- έχεις ποτίσει
- έχει ποτίσει
- έχουμε ποτίσει
- έχετε ποτίσει
- έχουν ποτίσει
Υποτακτική
- νά έχω ποτίσει
- νά έχεις ποτίσει
- νά έχει ποτίσει
- νά έχουμε ποτίσει
- νά έχετε ποτίσει
- νά έχουν ποτίσει
ΡLUΠΑ_ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Υποτακτική
- είχα ποτίσει
- είχες ποτίσει
- είχε ποτίσει
- είχαμε ποτίσει
- είχατε ποτίσει
- είχαν ποτίσει
ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Υποτακτική
- θά έχω ποτίσει
- θά έχεις ποτίσει
- θά έχει ποτίσει
- θά έχουμε ποτίσει
- θά έχετε ποτίσει
- θά έχουν ποτίσει