ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ
Οριστική
- κατοικώ
- κατοικείς
- κατοικεί
- κατοικούμε
- κατοικείτε
- κατοικούν
Υποτακτική
- νά κατοικώ
- νά κατοικείς
- νά κατοικεί
- νά κατοικούμε
- νά κατοικείτε
- νά κατοικούν
ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΩΣ
- κατοικούσα
- κατοικούσες
- κατοικούσε
- κατοικούσαμε
- κατοικείτε
- κατοικούσαν
ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ
Εξακολουθητικός
- θά κατοιθά κώ
- θά κατοιθά κείς
- θά κατοιθά κεί
- θά κατοιθά κούμε
- θά κατοιθά κείτε
- θά κατοιθά κούν
Στιγμιαίος
- θά κατοικήσω
- θά κατοικήσεις
- θά κατοικήσει
- θά κατοικήσουμε
- θά κατοικήσετε
- θά κατοικήσουν
ΑΟΡΙΣΤΟΣ
Οριστική
- κατοικησα
- κατοικησες
- κατοικησε
- κατοικήσαμε
- κατοικήσατε
- κατοικησαν
Υποτακτική
- νά κατοικήσω
- νά κατοικήσεις
- νά κατοικήσει
- νά κατοικήσουμε
- νά κατοικήσετε
- νά κατοικήσουν
ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Οριστική
- έχω κατοικήσει
- έχεις κατοικήσει
- έχει κατοικήσει
- έχουμε κατοικήσει
- έχετε κατοικήσει
- έχουν κατοικήσει
Υποτακτική
- νά έχω κατοικήσει
- νά έχεις κατοικήσει
- νά έχει κατοικήσει
- νά έχουμε κατοικήσει
- νά έχετε κατοικήσει
- νά έχουν κατοικήσει
ΡLUΠΑ_ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Υποτακτική
- είχα κατοικήσει
- είχες κατοικήσει
- είχε κατοικήσει
- είχαμε κατοικήσει
- είχατε κατοικήσει
- είχαν κατοικήσει
ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Υποτακτική
- θά έχω κατοικήσει
- θά έχεις κατοικήσει
- θά έχει κατοικήσει
- θά έχουμε κατοικήσει
- θά έχετε κατοικήσει
- θά έχουν κατοικήσει