EL.png καταπιέζω

ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ

Οριστική

  • καταπιέζω
  • καταπιέζεις
  • καταπιέζει
  • καταπιέζουμε
  • καταπιέζετε
  • καταπιέζουν

Υποτακτική

  • νά καταπιέζω
  • νά καταπιέζεις
  • νά καταπιέζει
  • νά καταπιέζουμε
  • νά καταπιέζετε
  • νά καταπιέζουν
 

Προστακτική

  • καταπίεζε
  • καταπιέζετε

Μετοχή

  • καταπιέζοντας

ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΩΣ

 

  • καταπίεζα
  • καταπίεζες
  • καταπίεζε
  • καταπιέζαμε
  • καταπιέζατε
  • καταπίεζαν

ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ

Εξακολουθητικός

  • θά καταπιέζω
  • θά καταπιέζεις
  • θά καταπιέζει
  • θά καταπιέζουμε
  • θά καταπιέζετε
  • θά καταπιέζουν

Στιγμιαίος

  • θά καταπιέσω
  • θά καταπιέσεις
  • θά καταπιέσει
  • θά καταπιέσουμε
  • θά καταπιέσετε
  • θά καταπιέσουν

ΑΟΡΙΣΤΟΣ

Οριστική

  • καταπίεσα
  • καταπίεσες
  • καταπίεσε
  • καταπιέσαμε
  • καταπιέσατε
  • καταπίεσαν

Υποτακτική

  • νά καταπιέσω
  • νά καταπιέσεις
  • νά καταπιέσει
  • νά καταπιέσουμε
  • νά καταπιέσετε
  • νά καταπιέσουν
 

Προστακτική

  • καταπίεσε
  • καταπιέστε

Απαρέμφατο

  • καταπιέσει

ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ

Οριστική

  • έχω καταπιέσει
  • έχεις καταπιέσει
  • έχει καταπιέσει
  • έχουμε καταπιέσει
  • έχετε καταπιέσει
  • έχουν καταπιέσει

Υποτακτική

  • νά έχω καταπιέσει
  • νά έχεις καταπιέσει
  • νά έχει καταπιέσει
  • νά έχουμε καταπιέσει
  • νά έχετε καταπιέσει
  • νά έχουν καταπιέσει
 

Μετοχή

  • *

ΡLUΠΑ_ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ

Υποτακτική

  • είχα καταπιέσει
  • είχες καταπιέσει
  • είχε καταπιέσει
  • είχαμε καταπιέσει
  • είχατε καταπιέσει
  • είχαν καταπιέσει

ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ

Υποτακτική

  • θά έχω καταπιέσει
  • θά έχεις καταπιέσει
  • θά έχει καταπιέσει
  • θά έχουμε καταπιέσει
  • θά έχετε καταπιέσει
  • θά έχουν καταπιέσει