ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ
Οριστική
- απογοητεύω
- απογοητεύεις
- απογοητεύει
- απογοητεύουμε
- απογοητεύετε
- απογοητεύουν
Υποτακτική
- νά απογοητεύω
- νά απογοητεύεις
- νά απογοητεύει
- νά απογοητεύουμε
- νά απογοητεύετε
- νά απογοητεύουν
ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΩΣ
- απογοήτευα
- απογοήτευες
- απογοήτευε
- απογοητεύαμε
- απογοητεύατε
- απογοήτευαν
ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ
Εξακολουθητικός
- θά απογοητεύω
- θά απογοητεύεις
- θά απογοητεύει
- θά απογοητεύουμε
- θά απογοητεύετε
- θά απογοητεύουν
Στιγμιαίος
- θά απογοητεύσω
- θά απογοητεύσεις
- θά απογοητεύσει
- θά απογοητεύσουμε
- θά απογοητεύσετε
- θά απογοητεύσουν
ΑΟΡΙΣΤΟΣ
Οριστική
- απογοήτευσα
- απογοήτευσες
- απογοήτευσε
- απογοητεύσαμε
- απογοητεύσατε
- απογοήτευσαν
Υποτακτική
- νά απογοητεύσω
- νά απογοητεύσεις
- νά απογοητεύσει
- νά απογοητεύσουμε
- νά απογοητεύσετε
- νά απογοητεύσουν
ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Οριστική
- έχω απογοητεύσει
- έχεις απογοητεύσει
- έχει απογοητεύσει
- έχουμε απογοητεύσει
- έχετε απογοητεύσει
- έχουν απογοητεύσει
Υποτακτική
- νά έχω απογοητεύσει
- νά έχεις απογοητεύσει
- νά έχει απογοητεύσει
- νά έχουμε απογοητεύσει
- νά έχετε απογοητεύσει
- νά έχουν απογοητεύσει
ΡLUΠΑ_ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Υποτακτική
- είχα απογοητεύσει
- είχες απογοητεύσει
- είχε απογοητεύσει
- είχαμε απογοητεύσει
- είχατε απογοητεύσει
- είχαν απογοητεύσει
ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Υποτακτική
- θά έχω απογοητεύσει
- θά έχεις απογοητεύσει
- θά έχει απογοητεύσει
- θά έχουμε απογοητεύσει
- θά έχετε απογοητεύσει
- θά έχουν απογοητεύσει