ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ
Οριστική
- αγωνίζομαι
- αγωνίζ-ει
- αγωνίζ-εται
- αγωνιζ-όμεθα
- αγωνίζ-εσθε
- αγωνίζ-ονται
Υποτακτική
- αγωνίζ-ωμαι
- αγωνίζ-η
- αγωνίζ-ηται
- αγωνιζ-ώμεθα
- αγωνίζ-ησθε
- αγωνίζ-ωνται
Ευκτική
- αγωνιζ-οίμην
- αγωνίζ-οιο
- αγωνίζ-οιτο
- αγωνιζ-έσθων(-έσθωσαν)
- αγωνίζ-οισθε
- αγωνίζ-οιντο
Προστακτική
- αγωνίζ-ου
- αγωνιζ-έσθω
- αγωνίζ-εσθε
Απαρέμφατο
- αγωνίζ-εσθαι
Μετοχή
- αγωνιζ-όμενος
- αγωνιζ-ομένη
- αγωνιζ-όμενον
ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΟΣ
Οριστική
- η-γωνιζ-όμην
- η-γωνίζ-ου
- η-γωνίζ-ετο
- η-γωνιζ-όμεθα
- η-γωνίζ-εσθε
- η-γωνίζ-οντο
ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ
Οριστική
- *
- *
- *
- *
- *
- *
Ευκτική
- *
- *
- *
- *
- *
- *
Απαρέμφατο
- *
Μετοχή
- *
- *
- *
ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΑΟΡΙΣΤΟΣ
Οριστική
- *
- *
- *
- *
- *
- *
Υποτακτική
- *
- *
- *
- *
- *
- *
Ευκτική
- *
- *
- *
- *
- *
- *
Προστακτική
- *
- *
- *
Απαρέμφατο
- *
Μετοχή
- *
- *
- *
ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Οριστική
- *
- *
- *
- *
- *
- *
Υποτακτική
- *
- *
- *
- *
- *
- *
Ευκτική
- *
- *
- *
- *
- *
- *
Προστακτική
- *
- *
- *
Απαρέμφατο
- *
Μετοχή
- *
- *
- *
ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΥΠΕΡΣΥΝΤΕΛΙΚΟΣ
Οριστική
- *
- *
- *
- *
- *
- *
ΠΑΘΗΤΙΚΟΣ ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ
Οριστική
- αγωνισ-θησοίμην
- αγωνισ-θήσοιο
- αγωνισ-θήσοιτο
- αγωνισ-θησοίμεθα
- αγωνισ-θήσοισθε
- αγωνισ-θήσοιντο
Απαρέμφατο
- αγωνισ-θήσεσθαι
Μετοχή
- αγωνισ-θησόμενος
- αγωνισ-θησομένη
- αγωνισ-θησόμενον
ΠΑΘΗΤΙΚΟΣ ΑΟΡΙΣΤΟΣ
Οριστική
- η-γωνίσ-θην
- η-γωνίσ-θης
- η-γωνίσ-θη
- η-γωνίσ-θημεν
- η-γωνίσ-θητε
- η-γωνίσ-θησαν
Υποτακτική
- αγωνισ-θώ
- αγωνισ-θής
- αγωνισ-θή
- αγωνισ-θώμεν
- αγωνισ-θήτε
- αγωνισ-θώσι(ν)
Ευκτική
- αγωνισ-θείην
- αγωνισ-θείης
- αγωνισ-θείη
- αγωνισ-θείμεν
- αγωνισ-θείτε
- αγωνισ-θείεν
Προστακτική
- αγωνίσ-θητι
- αγωνισ-θήτω
- αγωνισ-θέντων
Απαρέμφατο
- αγωνισ-θήναι
Μετοχή
- αγωνισ-θείς
- αγωνισ-θείσα
- αγωνισ-θέν
ΜΕΣΟ-ΠΑΘΗΤΙΚΟΣ ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ
Οριστική
- αγωνίζομαι
- αγωνίζ-ει
- αγωνίζ-εται
- αγωνιζ-όμεθα
- αγωνίζ-εσθε
- αγωνίζ-ονται
Υποτακτική
- αγωνίζ-ωμαι
- αγωνίζ-η
- αγωνίζ-ηται
- αγωνιζ-ώμεθα
- αγωνίζ-ησθε
- αγωνίζ-ωνται
Ευκτική
- αγωνιζ-οίμην
- αγωνίζ-οιο
- αγωνίζ-οιτο
- αγωνιζ-οίμεθα
- αγωνίζ-οισθε
- αγωνίζ-οιντο
Προστακτική
- αγωνίζ-ου
- αγωνιζ-έσθω
- αγωνιζ-έσθων(-έσθωσαν)
Απαρέμφατο
- αγωνίζ-εσθαι
Μετοχή
- αγωνιζ-όμενος
- αγωνιζ-ομένη
- αγωνιζ-όμενον
ΜΕΣΟ-ΠΑΘΗΤΙΚΟΣ ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΟΣ
Οριστική
- η-γωνιζ-όμην
- η-γωνίζ-ου
- η-γωνίζ-ετο
- η-γωνιζ-όμεθα
- η-γωνίζ-εσθε
- η-γωνίζ-οντο
ΜΕΣΟΣ ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ
Οριστική
- *
- *
- *
- *
- *
- *
Απαρέμφατο
- αγωνι-είσθαι
Μετοχή
- *
- *
- *
ΜΕΣΟΣ ΑΟΡΙΣΤΟΣ
Οριστική
- η-γωνισά-μην
- η-γωνίσ-ω
- η-γωνίσ-ατο
- η-γωνισά-μεθα
- η-γωνίσ-ασθε
- η-γωνίσ-αντο
Υποτακτική
- α-γωνίσ-ωμαι
- α-γωνίσ-η
- α-γωνίσ-ηται
- α-γωνισ-ώμεθα
- α-γωνίσ-ησθε
- α-γωνίσ-ωνται
Ευκτική
- α-γωνισ-αίμην
- α-γωνίσ-αιο
- α-γωνίσ-αιτο
- α-γωνισ-αίμεθα
- α-γωνίσ-αισθε
- α-γωνίσ-αιντο
Προστακτική
- α-γώνισ-αι
- α-γωνισ-άσθω
- α-γωνισ-άσθων
Απαρέμφατο
- α-γωνίσ-ασθαι
Μετοχή
- α-γωνισ-άμενος
- α-γωνισ-αμένη
- α-γωνισ-άμενον
ΜΕΣΟ-ΠΑΘΗΤΙΚΟΣ ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Οριστική
- ηγωνίσ-μην
- ηγώνι-σο
- ηγώνισ-το
- ηγωνίσ-μεθα
- ηγώνισ-θε
- ηγωνισ-μένοι ήσαν
Υποτακτική
- ηγωνισ-μένος ώ
- ηγωνισ-μένη ής
- ηγωνισ-μένον ή
- ηγωνισ-μένοι ώμεν
- ηγωνισ-μέναι ήτε
- ηγωνισ-μένα ώσι(ν)
Ευκτική
- ηγωνισ-μένος είην
- ηγωνισ-μένη είης
- ηγωνισ-μένον είη
- ηγωνισ-μένοι είμεν
- ηγωνισ-μέναι είτε
- ηγωνισ-μένα είεν
Προστακτική
- ηγώνι-σο
- ηγωνί-σθω
- ηγωνί-σθων
Απαρέμφατο
- ηγωνί-σθαι
Μετοχή
- ηγωνισ-μένος
- ηγωνισ-μένη
- ηγωνισ-μένον