ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ
Οριστική
- σκήπτω
- σκήπτ-εις
- σκήπτ-ει
- σκήπτ-ομεν
- σκήπτ-ετε
- σκήπτ-ουσιν
Υποτακτική
- σκήπτ-ω
- σκήπτ-ης
- σκήπτ-η
- σκήπτ-ωμεν
- σκήπτ-ητε
- σκήπτ-ωσι(ν)
Ευκτική
- σκήπτ-οιμι
- σκήπτ-οις
- σκήπτ-οι
- σκηπτ-όντων
- σκήπτ-οιτε
- σκήπτ-οιεν
Προστακτική
- σκήπτ-ε
- σκηπτ-έτω
- σκήπτ-ετε
Απαρέμφατο
- σκήπτ-ειν
Μετοχή
- σκήπτ-ων
- σκήπτ-ουσα
- σκήπτ-ον
ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΟΣ
Οριστική
- έ-σκηπτ-ον
- έ-σκηπτ-ες
- έ-σκηπτ-ε
- ε-σκήπτ-ομεν
- ε-σκήπτ-ετε
- έ-σκηπτ-ον
ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ
Οριστική
- σκήψ-ω
- σκήψ-εις
- σκήψ-ει
- σκήψ-ομεν
- σκήψ-ετε
- σκήψ-ουσι(ν)
Ευκτική
- σκήψ-οιμι
- σκήψ-οις
- σκήψ-οι
- σκήψ-οιμεν
- σκήψ-οιτε
- σκήψ-οιεν
Απαρέμφατο
- σκήψ-ειν
Μετοχή
- σκήψ-ων
- σκήψ-ουσα
- σκήψ-ον
ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΑΟΡΙΣΤΟΣ
Οριστική
- έ-σκηψ-α
- έ-σκηψ-ας
- έ-σκηψ-ε(ν)
- ε-σκήψ-αμεν
- ε-σκήψ-ατε
- έ-σκηψ-αν
Υποτακτική
- σκήψ-ω
- σκήψ-ης
- σκήψ-η
- σκήψ-ωμεν
- σκήψ-ητε
- σκήψ-ωσι(ν)
Ευκτική
- σκήψ-αιμι
- σκήψ-αις
- σκήψ-αι
- σκήψ-αιμεν
- σκήψ-αιτε
- σκήψ-αιεν
Προστακτική
- σκήψ-ον
- σκηψ-άτω
- σκηψ-άντων
Απαρέμφατο
- σκήψ-αι
Μετοχή
- σκήψ-ας
- σκήψ-ασα
- σκήψ-αν
ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Οριστική
- έ-σκηφ-α
- έ-σκηφ-ας
- έ-σκηφ-ε(ν)
- ε-σκήφ-αμεν
- ε-σκήφ-ατε
- ε-σκήφ-ασι(ν)
Υποτακτική
- ε-σκήφ-ω
- ε-σκήφ-ης
- ε-σκήφ-η
- ε-σκήφ-ωμεν
- ε-σκήφ-ητε
- ε-σκήφ-ωσι(ν)
Ευκτική
- ε-σκήφ-οιμι
- ε-σκήφ-οις
- ε-σκήφ-οι
- ε-σκήφ-οιμεν
- ε-σκήφ-οιτε
- ε-σκήφ-οιεν
Προστακτική
- έ-σκηφ-ε
- ε-σκηφ-έτω
- ε-σκηφ-όντων
Απαρέμφατο
- ε-σκηφ-έναι
Μετοχή
- ε-σκηφ-ώς
- ε-σκηφ-υία
- ε-σκηφ-ός
ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΥΠΕΡΣΥΝΤΕΛΙΚΟΣ
Οριστική
- ε-σκήφ-ειν
- ε-σκήφ-εις
- ε-σκήφ-ει
- ε-σκήφ-ειμεν
- ε-σκήφ-ειτε
- ε-σκήφ-εισαν
ΠΑΘΗΤΙΚΟΣ ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ
Οριστική
- *
- *
- *
- *
- *
- *
Απαρέμφατο
- *
Μετοχή
- *
- *
- *
ΠΑΘΗΤΙΚΟΣ ΑΟΡΙΣΤΟΣ
Οριστική
- ε-σκήφ-θην
- ε-σκήφ-θης
- ε-σκήφ-θη
- ε-σκήφ-θημεν
- ε-σκήφ-θητε
- ε-σκήφ-θησαν
Υποτακτική
- σκηφ-θώ
- σκηφ-θής
- σκηφ-θή
- σκηφ-θώμεν
- σκηφ-θήτε
- σκηφ-θώσι(ν)
Ευκτική
- σκηφ-θείην
- σκηφ-θείης
- σκηφ-θείη
- σκηφ-θείμεν
- σκηφ-θείτε
- σκηφ-θείεν
Προστακτική
- σκήφ-θητι
- σκηφ-θήτω
- σκηφ-θέντων
Απαρέμφατο
- σκηφ-θήναι
Μετοχή
- σκηφ-θείς
- σκηφ-θείσα
- σκηφ-θέν
ΜΕΣΟ-ΠΑΘΗΤΙΚΟΣ ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ
Οριστική
- σκήπτομαι
- σκήπτ-ει
- σκήπτ-εται
- σκηπτ-όμεθα
- σκήπτ-εσθε
- σκήπτ-ονται
Υποτακτική
- σκήπτ-ωμαι
- σκήπτ-η
- σκήπτ-ηται
- σκηπτ-ώμεθα
- σκήπτ-ησθε
- σκήπτ-ωνται
Ευκτική
- σκηπτ-οίμην
- σκήπτ-οιο
- σκήπτ-οιτο
- σκηπτ-οίμεθα
- σκήπτ-οισθε
- σκήπτ-οιντο
Προστακτική
- σκήπτ-ου
- σκηπτ-έσθω
- σκηπτ-έσθων
Απαρέμφατο
- σκήπτ-εσθαι
Μετοχή
- σκηπτ-όμενος
- σκηπτ-ομένη
- σκηπτ-όμενον
ΜΕΣΟ-ΠΑΘΗΤΙΚΟΣ ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΟΣ
Οριστική
- ε-σκηπτ-όμην
- ε-σκήπτ-ου
- ε-σκήπτ-ετο
- ε-σκηπτ-όμεθα
- ε-σκήπτ-εσθε
- ε-σκήπτ-οντο
ΜΕΣΟΣ ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ
Οριστική
- σκηψ-οίμην
- σκήψ-οιο
- σκήψ-οιτο
- σκηψ-οίμεθα
- σκήψ-οισθε
- σκήψ-οιντο
Απαρέμφατο
- *
Μετοχή
- σκηψ-όμενος
- σκηψ-ομένη
- σκηψ-όμενον
ΜΕΣΟΣ ΑΟΡΙΣΤΟΣ
Οριστική
- ε-σκηψ-άμην
- ε-σκήψ-ω
- ε-σκήψ-ατο
- ε-σκηψ-άμεθα
- ε-σκήψ-ασθε
- ε-σκήψ-αντο
Υποτακτική
- σκήψ-ωμαι
- σκήψ-η
- σκήψ-ηται
- σκηψ-ώμεθα
- σκήψ-ησθε
- σκήψ-ωνται
Ευκτική
- σκηψ-αίμην
- σκήψ-αιο
- σκήψ-αιτο
- σκηψ-αίμεθα
- σκήψ-αισθε
- σκήψ-αιντο
Προστακτική
- σκήψ-αι
- σκηψ-άσθω
- σκηψ-άσθων
Απαρέμφατο
- σκήψ-ασθαι
Μετοχή
- σκηψ-άμενος
- σκηψ-αμένη
- σκηψ-άμενον
ΜΕΣΟ-ΠΑΘΗΤΙΚΟΣ ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Οριστική
- ε-σκήμ-μην
- έ-σκη-ψο
- έ-σκηπ-το
- ε-σκήμ-μεθα
- έ-σκηφ-θε
- ε-σκημ-μένοι ήσαν
Υποτακτική
- ε-σκημ-μένος ώ
- ε-σκημ-μένη ής
- ε-σκημ-μένον ή
- ε-σκημ-μένοι ώμεν
- ε-σκημ-μέναι ήτε
- ε-σκημ-μένα ώσι(ν)
Ευκτική
- ε-σκημ-μένος είην
- ε-σκημ-μένη είης
- ε-σκημ-μένον είη
- ε-σκημ-μένοι είμεν
- ε-σκημ-μέναι είτε
- ε-σκημ-μένα είεν
Προστακτική
- έ-σκη-ψο
- ε-σκήφ-θω
- ε-σκήφ-θων
Απαρέμφατο
- ε-σκήφ-θαι
Μετοχή
- ε-σκημ-μένος
- ε-σκημ-μένη
- ε-σκημ-μένον