OG.png στίζω

ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ

Οριστική

  • στίζω
  • στίζ-εις
  • στίζ-ει
  • στίζ-ομεν
  • στίζ-ετε
  • στίζ-ουσιν

Υποτακτική

  • στίζ-ω
  • στίζ-ης
  • στίζ-η
  • στίζ-ωμεν
  • στίζ-ητε
  • στίζ-ωσι(ν)
 

Ευκτική

  • στίζ-οιμι
  • στίζ-οις
  • στίζ-οι
  • στιζ-όντων
  • στίζ-οιτε
  • στίζ-οιεν

Προστακτική

  • στίζ-ε
  • στιζ-έτω
  • στίζ-ετε
  •  
  •  
  •  
 

Απαρέμφατο

  • στίζ-ειν

Μετοχή

  • στίζ-ων
  • στίζ-ουσα
  • στίζ-ον

ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΟΣ

Οριστική

  • έ-στιζ-ον
  • έ-στιζ-ες
  • έ-στιζ-ε
  • ε-στίζ-ομεν
  • ε-στίζ-ετε
  • έ-στιζ-ον

ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ

Οριστική

  • στίξ-ω
  • στίξ-εις
  • στίξ-ει
  • στίξ-ομεν
  • στίξ-ετε
  • στίξ-ουσι(ν)

Ευκτική

  • στίξ-οιμι
  • στίξ-οις
  • στίξ-οι
  • στίξ-οιμεν
  • στίξ-οιτε
  • στίξ-οιεν
 

Απαρέμφατο

  • στίξ-ειν

Μετοχή

  • στίξ-ων
  • στίξ-ουσα
  • στίξ-ον

ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΑΟΡΙΣΤΟΣ

Οριστική

  • έ-στιξ-α
  • έ-στιξ-ας
  • έ-στιξ-ε(ν)
  • ε-στίξ-αμεν
  • ε-στίξ-ατε
  • έ-στιξ-αν

Υποτακτική

  • στίξ-ω
  • στίξ-ης
  • στίξ-η
  • στίξ-ωμεν
  • στίξ-ητε
  • στίξ-ωσι(ν)
 

Ευκτική

  • στίξ-αιμι
  • στίξ-αις
  • στίξ-αι
  • στίξ-αιμεν
  • στίξ-αιτε
  • στίξ-αιεν

Προστακτική

  • στίξ-ον
  • στιξ-άτω
  • στιξ-άντων
  •  
  •  
  •  
 

Απαρέμφατο

  • στίξ-αι

Μετοχή

  • στίξ-ας
  • στίξ-ασα
  • στίξ-αν

ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ

Οριστική

  • *
  • *
  • *
  • *
  • *
  • *

Υποτακτική

  • *
  • *
  • *
  • *
  • *
  • *
 

Ευκτική

  • *
  • *
  • *
  • *
  • *
  • *

Προστακτική

  • *
  • *
  • *
  •  
  •  
  •  
 

Απαρέμφατο

  • *

Μετοχή

  • *
  • *
  • *

ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΥΠΕΡΣΥΝΤΕΛΙΚΟΣ

Οριστική

  • *
  • *
  • *
  • *
  • *
  • *

ΠΑΘΗΤΙΚΟΣ ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ

Οριστική

  • *
  • *
  • *
  • *
  • *
  • *

Απαρέμφατο

  • *
  •  
  •  
  •  
  •  
  •  
 

Μετοχή

  • *
  • *
  • *

ΠΑΘΗΤΙΚΟΣ ΑΟΡΙΣΤΟΣ

Οριστική

  • ε-στίχ-θην
  • ε-στίχ-θης
  • ε-στίχ-θη
  • ε-στίχ-θημεν
  • ε-στίχ-θητε
  • ε-στίχ-θησαν

Υποτακτική

  • στιχ-θώ
  • στιχ-θής
  • στιχ-θή
  • στιχ-θώμεν
  • στιχ-θήτε
  • στιχ-θώσι(ν)
 

Ευκτική

  • στιχ-θείην
  • στιχ-θείης
  • στιχ-θείη
  • στιχ-θείμεν
  • στιχ-θείτε
  • στιχ-θείεν

Προστακτική

  • στίχ-θητι
  • στιχ-θήτω
  • στιχ-θέντων
  •  
  •  
  •  
 

Απαρέμφατο

  • στιχ-θήναι

Μετοχή

  • στιχ-θείς
  • στιχ-θείσα
  • στιχ-θέν

ΜΕΣΟ-ΠΑΘΗΤΙΚΟΣ ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ

Οριστική

  • στίζομαι
  • στίζ-ει
  • στίζ-εται
  • στιζ-όμεθα
  • στίζ-εσθε
  • στίζ-ονται

Υποτακτική

  • στίζ-ωμαι
  • στίζ-η
  • στίζ-ηται
  • στιζ-ώμεθα
  • στίζ-ησθε
  • στίζ-ωνται
 

Ευκτική

  • στιζ-οίμην
  • στίζ-οιο
  • στίζ-οιτο
  • στιζ-οίμεθα
  • στίζ-οισθε
  • στίζ-οιντο

Προστακτική

  • στίζ-ου
  • στιζ-έσθω
  • στιζ-έσθων
  •  
  •  
  •  
 

Απαρέμφατο

  • στίζ-εσθαι

Μετοχή

  • στιζ-όμενος
  • στιζ-ομένη
  • στιζ-όμενον

ΜΕΣΟ-ΠΑΘΗΤΙΚΟΣ ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΟΣ

Οριστική

  • ε-στιζ-όμην
  • ε-στίζ-ου
  • ε-στίζ-ετο
  • ε-στιζ-όμεθα
  • ε-στίζ-εσθε
  • ε-στίζ-οντο

ΜΕΣΟΣ ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ

Οριστική

  • στιξ-οίμην
  • στίξ-οιο
  • στίξ-οιτο
  • στιξ-οίμεθα
  • στίξ-οισθε
  • στίξ-οιντο

Απαρέμφατο

  • *
  •  
  •  
  •  
  •  
  •  
 

Μετοχή

  • στιξ-όμενος
  • στιξ-ομένη
  • στιξ-όμενον

ΜΕΣΟΣ ΑΟΡΙΣΤΟΣ

Οριστική

  • ε-στιξ-άμην
  • ε-στίξ-ω
  • ε-στίξ-ατο
  • ε-στιξ-άμεθα
  • ε-στίξ-ασθε
  • ε-στίξ-αντο

Υποτακτική

  • στίξ-ωμαι
  • στίξ-η
  • στίξ-ηται
  • στιξ-ώμεθα
  • στίξ-ησθε
  • στίξ-ωνται
 

Ευκτική

  • στιξ-αίμην
  • στίξ-αιο
  • στίξ-αιτο
  • στιξ-αίμεθα
  • στίξ-αισθε
  • στίξ-αιντο

Προστακτική

  • στίξ-αι
  • στιξ-άσθω
  • στιξ-άσθων
  •  
  •  
  •  
 

Απαρέμφατο

  • στίξ-ασθαι

Μετοχή

  • στιξ-άμενος
  • στιξ-αμένη
  • στιξ-άμενον

ΜΕΣΟ-ΠΑΘΗΤΙΚΟΣ ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ

Οριστική

  • ε-στίγ-μην
  • έ-στι-ξο
  • έ-στικ-το
  • ε-στίγ-μεθα
  • έ-στιχ-θε
  • ε-στιγ-μένοι ήσαν

Υποτακτική

  • ε-στιγ-μένος ώ
  • ε-στιγ-μένη ής
  • ε-στιγ-μένον ή
  • ε-στιγ-μένοι ώμεν
  • ε-στιγ-μέναι ήτε
  • ε-στιγ-μένα ώσι(ν)
 

Ευκτική

  • ε-στιγ-μένος είην
  • ε-στιγ-μένη είης
  • ε-στιγ-μένον είη
  • ε-στιγ-μένοι είμεν
  • ε-στιγ-μέναι είτε
  • ε-στιγ-μένα είεν

Προστακτική

  • έ-στι-ξο
  • ε-στίχ-θω
  • ε-στίχ-θων
  •  
  •  
  •  
 

Απαρέμφατο

  • ε-στίχ-θαι

Μετοχή

  • ε-στιγ-μένος
  • ε-στιγ-μένη
  • ε-στιγ-μένον