ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ
Οριστική
- σπουδάζω
- σπουδάζ-εις
- σπουδάζ-ει
- σπουδάζ-ομεν
- σπουδάζ-ετε
- σπουδάζ-ουσιν
Υποτακτική
- σπουδάζ-ω
- σπουδάζ-ης
- σπουδάζ-η
- σπουδάζ-ωμεν
- σπουδάζ-ητε
- σπουδάζ-ωσι(ν)
Ευκτική
- σπουδάζ-οιμι
- σπουδάζ-οις
- σπουδάζ-οι
- σπουδαζ-όντων
- σπουδάζ-οιτε
- σπουδάζ-οιεν
Προστακτική
- σπούδαζ-ε
- σπουδαζ-έτω
- σπουδάζ-ετε
Απαρέμφατο
- σπουδάζ-ειν
Μετοχή
- σπουδάζ-ων
- σπουδάζ-ουσα
- σπουδάζ-ον
ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΟΣ
Οριστική
- ε-σπούδαζ-ον
- ε-σπούδαζ-ες
- ε-σπούδαζ-ε
- ε-σπουδάζ-ομεν
- ε-σπουδάζ-ετε
- ε-σπούδαζ-ον
ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ
Οριστική
- σπουδά-σω
- σπουδά-σεις
- σπουδά-σει
- σπουδά-σομεν
- σπουδά-σετε
- σπουδά-σουσι(ν)
Ευκτική
- σπουδά-σοιμι
- σπουδά-σοις
- σπουδά-σοι
- σπουδά-σοιμεν
- σπουδά-σοιτε
- σπουδά-σοιεν
Απαρέμφατο
- σπουδά-σειν
Μετοχή
- σπουδά-σων
- σπουδά-σουσα
- σπουδά-σον
ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΑΟΡΙΣΤΟΣ
Οριστική
- ε-σπούδασ-α
- ε-σπούδασ-ας
- ε-σπούδασ-ε(ν)
- ε-σπουδάσ-αμεν
- ε-σπουδάσ-ατε
- ε-σπούδασ-αν
Υποτακτική
- σπουδάσ-ω
- σπουδάσ-ης
- σπουδάσ-η
- σπουδάσ-ωμεν
- σπουδάσ-ητε
- σπουδάσ-ωσι(ν)
Ευκτική
- σπουδάσ-αιμι
- σπουδάσ-αις
- σπουδάσ-αι
- σπουδάσ-αιμεν
- σπουδάσ-αιτε
- σπουδάσ-αιεν
Προστακτική
- σπούδασ-ον
- σπουδασ-άτω
- σπουδασ-άντων
Απαρέμφατο
- σπούδασ-αι
Μετοχή
- σπουδάσ-ας
- σπουδάσ-ασα
- σπουδάσ-αν
ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Οριστική
- ε-σπούδα-κα
- ε-σπούδα-κας
- ε-σπούδα-κε(ν)
- ε-σπουδά-καμεν
- ε-σπουδά-κατε
- ε-σπουδά-κασι(ν)
Υποτακτική
- ε-σπουδά-κω
- ε-σπουδά-κης
- ε-σπουδά-κη
- ε-σπουδά-κωμεν
- ε-σπουδά-κητε
- ε-σπουδά-κωσι(ν)
Ευκτική
- ε-σπουδά-κοιμι
- ε-σπουδά-κοις
- ε-σπουδά-κοι
- ε-σπουδά-κοιμεν
- ε-σπουδά-κοιτε
- ε-σπουδά-κοιεν
Προστακτική
- ε-σπούδα-κε
- ε-σπουδα-κέτω
- ε-σπουδα-κόντων
Απαρέμφατο
- ε-σπουδα-κέναι
Μετοχή
- ε-σπουδα-κώς
- ε-σπουδα-κυία
- ε-σπουδα-κός
ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΥΠΕΡΣΥΝΤΕΛΙΚΟΣ
Οριστική
- ε-σπουδά-κειν
- ε-σπουδά-κεις
- ε-σπουδά-κει
- ε-σπουδά-κειμεν
- ε-σπουδά-κειτε
- ε-σπουδά-κεισαν
ΠΑΘΗΤΙΚΟΣ ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ
Οριστική
- σπουδασ-θησοίμην
- σπουδασ-θήσοιο
- σπουδασ-θήσοιτο
- σπουδασ-θησοίμεθα
- σπουδασ-θήσοισθε
- σπουδασ-θήσοιντο
Απαρέμφατο
- σπουδασ-θήσεσθαι
Μετοχή
- σπουδασ-θησόμενος
- σπουδασ-θησομένη
- σπουδασ-θησόμενον
ΠΑΘΗΤΙΚΟΣ ΑΟΡΙΣΤΟΣ
Οριστική
- ε-σπουδάσ-θην
- ε-σπουδάσ-θης
- ε-σπουδάσ-θη
- ε-σπουδάσ-θημεν
- ε-σπουδάσ-θητε
- ε-σπουδάσ-θησαν
Υποτακτική
- σπουδασ-θώ
- σπουδασ-θής
- σπουδασ-θή
- σπουδασ-θώμεν
- σπουδασ-θήτε
- σπουδασ-θώσι(ν)
Ευκτική
- σπουδασ-θείην
- σπουδασ-θείης
- σπουδασ-θείη
- σπουδασ-θείμεν
- σπουδασ-θείτε
- σπουδασ-θείεν
Προστακτική
- σπουδάσ-θητι
- σπουδασ-θήτω
- σπουδασ-θέντων
Απαρέμφατο
- σπουδασ-θήναι
Μετοχή
- σπουδασ-θείς
- σπουδασ-θείσα
- σπουδασ-θέν
ΜΕΣΟ-ΠΑΘΗΤΙΚΟΣ ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ
Οριστική
- σπουδάζομαι
- σπουδάζ-ει
- σπουδάζ-εται
- σπουδαζ-όμεθα
- σπουδάζ-εσθε
- σπουδάζ-ονται
Υποτακτική
- σπουδάζ-ωμαι
- σπουδάζ-η
- σπουδάζ-ηται
- σπουδαζ-ώμεθα
- σπουδάζ-ησθε
- σπουδάζ-ωνται
Ευκτική
- σπουδαζ-οίμην
- σπουδάζ-οιο
- σπουδάζ-οιτο
- σπουδαζ-οίμεθα
- σπουδάζ-οισθε
- σπουδάζ-οιντο
Προστακτική
- σπουδάζ-ου
- σπουδαζ-έσθω
- σπουδαζ-έσθων
Απαρέμφατο
- σπουδάζ-εσθαι
Μετοχή
- σπουδαζ-όμενος
- σπουδαζ-ομένη
- σπουδαζ-όμενον
ΜΕΣΟ-ΠΑΘΗΤΙΚΟΣ ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΟΣ
Οριστική
- ε-σπούδαζ-όμην
- ε-σπουδάζ-ου
- ε-σπουδάζ-ετο
- ε-σπουδαζ-όμεθα
- ε-σπουδάζ-εσθε
- ε-σπουδάζ-οντο
ΜΕΣΟΣ ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ
Οριστική
- σπουδα-σοίμην
- σπουδά-σοιο
- σπουδά-σοιτο
- σπουδα-σοίμεθα
- σπουδά-σοισθε
- σπουδά-σοιντο
Απαρέμφατο
- σπουδά-σεσθαι
Μετοχή
- σπουδα-σόμενος
- σπουδα-σομένη
- σπουδα-σόμενον
ΜΕΣΟΣ ΑΟΡΙΣΤΟΣ
Οριστική
- ε-σπουδα-σάμην
- ε-σπουδά-σω
- ε-σπουδά-σατο
- ε-σπουδα-σάμεθα
- ε-σπουδά-σασθε
- ε-σπουδά-σαντο
Υποτακτική
- σπουδάσ-ωμαι
- σπουδάσ-η
- σπουδάσ-ηται
- σπουδασ-ώμεθα
- σπουδάσ-ησθε
- σπουδάσ-ωνται
Ευκτική
- σπουδασ-αίμην
- σπουδάσ-αιο
- σπουδάσ-αιτο
- σπουδασ-αίμεθα
- σπουδάσ-αισθε
- σπουδάσ-αιντο
Προστακτική
- σπούδασ-αι
- σπουδασ-άσθω
- σπουδασ-άσθων
Απαρέμφατο
- σπουδάσ-ασθαι
Μετοχή
- σπουδασ-άμενος
- σπουδασ-αμένη
- σπουδασ-άμενον
ΜΕΣΟ-ΠΑΘΗΤΙΚΟΣ ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Οριστική
- ε-σπουδάσ-μην
- ε-σπούδα-σο
- ε-σπούδασ-το
- ε-σπουδάσ-μεθα
- ε-σπούδασ-θε
- ε-σπουδασ-μένοι ήσαν
Υποτακτική
- ε-σπουδασ-μένος ώ
- ε-σπουδασ-μένη ής
- ε-σπουδασ-μένον ή
- ε-σπουδασ-μένοι ώμεν
- ε-σπουδασ-μέναι ήτε
- ε-σπουδασ-μένα ώσι(ν)
Ευκτική
- ε-σπουδασ-μένος είην
- ε-σπουδασ-μένη είης
- ε-σπουδασ-μένον είη
- ε-σπουδασ-μένοι είμεν
- ε-σπουδασ-μέναι είτε
- ε-σπουδασ-μένα είεν
Προστακτική
- ε-σπούδα-σο
- ε-σπουδά-σθω
- ε-σπουδά-σθων
Απαρέμφατο
- ε-σπουδά-σθαι
Μετοχή
- ε-σπουδασ-μένος
- ε-σπουδασ-μένη
- ε-σπουδασ-μένον