ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ
Οριστική
- οργίζω
- οργίζ-εις
- οργίζ-ει
- οργίζ-ομεν
- οργίζ-ετε
- οργίζ-ουσιν
Υποτακτική
- οργίζ-ω
- οργίζ-ης
- οργίζ-η
- οργίζ-ωμεν
- οργίζ-ητε
- οργίζ-ωσι(ν)
Ευκτική
- οργίζ-οιμι
- οργίζ-οις
- οργίζ-οι
- οργιζ-όντων
- οργίζ-οιτε
- οργίζ-οιεν
Προστακτική
- όργιζ-ε
- οργιζ-έτω
- οργίζ-ετε
Απαρέμφατο
- οργίζ-ειν
Μετοχή
- οργίζ-ων
- οργίζ-ουσα
- οργίζ-ον
ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΟΣ
Οριστική
- ώ-ργιζ-ον
- ώ-ργιζ-ες
- ώ-ργιζ-ε
- ω-ργίζ-ομεν
- ω-ργίζ-ετε
- ώ-ργιζ-ον
ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ
Οριστική
- *
- *
- *
- *
- *
- *
Ευκτική
- *
- *
- *
- *
- *
- *
Απαρέμφατο
- *
Μετοχή
- *
- *
- *
ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΑΟΡΙΣΤΟΣ
Οριστική
- ώ-ργισ-α
- ώ-ργισ-ας
- ώ-ργισ-ε(ν)
- ω-ργίσ-αμεν
- ω-ργίσ-ατε
- ώ-ργισ-αν
Υποτακτική
- ο-ργίσ-ω
- ο-ργίσ-ης
- ο-ργίσ-η
- ο-ργίσ-ωμεν
- ο-ργίσ-ητε
- ο-ργίσ-ωσι(ν)
Ευκτική
- ο-ργίσ-αιμι
- ο-ργίσ-αις
- ο-ργίσ-αι
- ο-ργίσ-αιμεν
- ο-ργίσ-αιτε
- ο-ργίσ-αιεν
Προστακτική
- ό-ργισ-ον
- ο-ργισ-άτω
- ο-ργισ-άντων
Απαρέμφατο
- ό-ργισ-αι
Μετοχή
- ο-ργίσ-ας
- ο-ργίσ-ασα
- ο-ργίσ-αν
ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Οριστική
- *
- *
- *
- *
- *
- *
Υποτακτική
- *
- *
- *
- *
- *
- *
Ευκτική
- *
- *
- *
- *
- *
- *
Προστακτική
- *
- *
- *
Απαρέμφατο
- *
Μετοχή
- *
- *
- *
ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΥΠΕΡΣΥΝΤΕΛΙΚΟΣ
Οριστική
- *
- *
- *
- *
- *
- *
ΠΑΘΗΤΙΚΟΣ ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ
Οριστική
- οργισ-θησοίμην
- οργισ-θήσοιο
- οργισ-θήσοιτο
- οργισ-θησοίμεθα
- οργισ-θήσοισθε
- οργισ-θήσοιντο
Απαρέμφατο
- οργισ-θήσεσθαι
Μετοχή
- οργισ-θησόμενος
- οργισ-θησομένη
- οργισ-θησόμενον
ΠΑΘΗΤΙΚΟΣ ΑΟΡΙΣΤΟΣ
Οριστική
- ω-ργίσ-θην
- ω-ργίσ-θης
- ω-ργίσ-θη
- ω-ργίσ-θημεν
- ω-ργίσ-θητε
- ω-ργίσ-θησαν
Υποτακτική
- οργισ-θώ
- οργισ-θής
- οργισ-θή
- οργισ-θώμεν
- οργισ-θήτε
- οργισ-θώσι(ν)
Ευκτική
- οργισ-θείην
- οργισ-θείης
- οργισ-θείη
- οργισ-θείμεν
- οργισ-θείτε
- οργισ-θείεν
Προστακτική
- οργίσ-θητι
- οργισ-θήτω
- οργισ-θέντων
Απαρέμφατο
- οργισ-θήναι
Μετοχή
- οργισ-θείς
- οργισ-θείσα
- οργισ-θέν
ΜΕΣΟ-ΠΑΘΗΤΙΚΟΣ ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ
Οριστική
- οργίζομαι
- οργίζ-ει
- οργίζ-εται
- οργιζ-όμεθα
- οργίζ-εσθε
- οργίζ-ονται
Υποτακτική
- οργίζ-ωμαι
- οργίζ-η
- οργίζ-ηται
- οργιζ-ώμεθα
- οργίζ-ησθε
- οργίζ-ωνται
Ευκτική
- οργιζ-οίμην
- οργίζ-οιο
- οργίζ-οιτο
- οργιζ-οίμεθα
- οργίζ-οισθε
- οργίζ-οιντο
Προστακτική
- οργίζ-ου
- οργιζ-έσθω
- οργιζ-έσθων
Απαρέμφατο
- οργίζ-εσθαι
Μετοχή
- οργιζ-όμενος
- οργιζ-ομένη
- οργιζ-όμενον
ΜΕΣΟ-ΠΑΘΗΤΙΚΟΣ ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΟΣ
Οριστική
- ω-ργιζ-όμην
- ω-ργίζ-ου
- ω-ργίζ-ετο
- ω-ργιζ-όμεθα
- ω-ργίζ-εσθε
- ω-ργίζ-οντο
ΜΕΣΟΣ ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ
Οριστική
- *
- *
- *
- *
- *
- *
Απαρέμφατο
- οργι-είσθαι
Μετοχή
- *
- *
- *
ΜΕΣΟΣ ΑΟΡΙΣΤΟΣ
Οριστική
- ω-ργισ-άμην
- ω-ργίσ-ω
- ω-ργίσ-ατο
- ω-ργισ-άμεθα
- ω-ργίσ-ασθε
- ω-ργίσ-αντο
Υποτακτική
- ο-ργίσ-ωμαι
- ο-ργίσ-η
- ο-ργίσ-ηται
- ο-ργισ-ώμεθα
- ο-ργίσ-ησθε
- ο-ργίσ-ωνται
Ευκτική
- ο-ργισ-αίμην
- ο-ργίσ-αιο
- ο-ργίσ-αιτο
- ο-ργισ-αίμεθα
- ο-ργίσ-αισθε
- ο-ργίσ-αιντο
Προστακτική
- ό-ργισ-αι
- ο-ργισ-άσθω
- ο-ργισ-άσθων
Απαρέμφατο
- ο-ργίσ-ασθαι
Μετοχή
- ο-ργισ-άμενος
- ο-ργισ-αμένη
- ο-ργισ-άμενον
ΜΕΣΟ-ΠΑΘΗΤΙΚΟΣ ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Οριστική
- ω-ργίσ-μην
- ώ-ργι-σο
- ώ-ργισ-το
- ω-ργίσ-μεθα
- ώ-ργισ-θε
- ω-ργισ-μένοι ήσαν
Υποτακτική
- ω-ργισ-μένος ώ
- ω-ργισ-μένη ής
- ω-ργισ-μένον ή
- ω-ργισ-μένοι ώμεν
- ω-ργισ-μέναι ήτε
- ω-ργισ-μένα ώσι(ν)
Ευκτική
- ω-ργισ-μένος είην
- ω-ργισ-μένη είης
- ω-ργισ-μένον είη
- ω-ργισ-μένοι είμεν
- ω-ργισ-μέναι είτε
- ω-ργισ-μένα είεν
Προστακτική
- ώ-ργι-σο
- ω-ργί-σθω
- ω-ργί-σθων
Απαρέμφατο
- ω-ργί-σθαι
Μετοχή
- ω-ργισ-μένος
- ω-ργισ-μένη
- ω-ργισ-μένον