ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ
Οριστική
- δικάζω
- δικάζ-εις
- δικάζ-ει
- δικάζ-ομεν
- δικάζ-ετε
- δικάζ-ουσιν
Υποτακτική
- δικάζ-ω
- δικάζ-ης
- δικάζ-η
- δικάζ-ωμεν
- δικάζ-ητε
- δικάζ-ωσι(ν)
Ευκτική
- δικάζ-οιμι
- δικάζ-οις
- δικάζ-οι
- δικαζ-όντων
- δικάζ-οιτε
- δικάζ-οιεν
Προστακτική
- δίκαζ-ε
- δικαζ-έτω
- δικάζ-ετε
Απαρέμφατο
- δικάζ-ειν
Μετοχή
- δικάζ-ων
- δικάζ-ουσα
- δικάζ-ον
ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΟΣ
Οριστική
- ε-δίκαζ-ον
- ε-δίκαζ-ες
- ε-δίκαζ-ε
- ε-δικάζ-ομεν
- ε-δικάζ-ετε
- ε-δίκαζ-ον
ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ
Οριστική
- δικά-σω
- δικά-σεις
- δικά-σει
- δικά-σομεν
- δικά-σετε
- δικά-σουσι(ν)
Ευκτική
- δικά-σοιμι
- δικά-σοις
- δικά-σοι
- δικά-σοιμεν
- δικά-σοιτε
- δικά-σοιεν
Απαρέμφατο
- δικά-σειν
Μετοχή
- δικά-σων
- δικά-σουσα
- δικά-σον
ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΑΟΡΙΣΤΟΣ
Οριστική
- ε-δίκασ-α
- ε-δίκασ-ας
- ε-δίκασ-ε(ν)
- ε-δικάσ-αμεν
- ε-δικάσ-ατε
- ε-δίκασ-αν
Υποτακτική
- δικάσ-ω
- δικάσ-ης
- δικάσ-η
- δικάσ-ωμεν
- δικάσ-ητε
- δικάσ-ωσι(ν)
Ευκτική
- δικάσ-αιμι
- δικάσ-αις
- δικάσ-αι
- δικάσ-αιμεν
- δικάσ-αιτε
- δικάσ-αιεν
Προστακτική
- δίκασ-ον
- δικασ-άτω
- δικασ-άντων
Απαρέμφατο
- δίκασ-αι
Μετοχή
- δικάσ-ας
- δικάσ-ασα
- δικάσ-αν
ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Οριστική
- δε-δίκα-κα
- δε-δίκα-κας
- δε-δίκα-κε(ν)
- δε-δικά-καμεν
- δε-δικά-κατε
- δε-δικά-κασι(ν)
Υποτακτική
- δε-δικά-κω
- δε-δικά-κης
- δε-δικά-κη
- δε-δικά-κωμεν
- δε-δικά-κητε
- δε-δικά-κωσι(ν)
Ευκτική
- δε-δικά-κοιμι
- δε-δικά-κοις
- δε-δικά-κοι
- δε-δικά-κοιμεν
- δε-δικά-κοιτε
- δε-δικά-κοιεν
Προστακτική
- δε-δίκα-κε
- δε-δικα-κέτω
- δε-δικα-κόντων
Απαρέμφατο
- δε-δικα-κέναι
Μετοχή
- δε-δικα-κώς
- δε-δικα-κυία
- δε-δικα-κός
ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΥΠΕΡΣΥΝΤΕΛΙΚΟΣ
Οριστική
- ε-δεδικά-κειν
- ε-δεδικά-κεις
- ε-δεδικά-κει
- ε-δεδικά-κειμεν
- ε-δεδικά-κειτε
- ε-δεδικά-κεισαν
ΠΑΘΗΤΙΚΟΣ ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ
Οριστική
- δικασ-θησοίμην
- δικασ-θήσοιο
- δικασ-θήσοιτο
- δικασ-θησοίμεθα
- δικασ-θήσοισθε
- δικασ-θήσοιντο
Απαρέμφατο
- δικασ-θήσεσθαι
Μετοχή
- δικασ-θησόμενος
- δικασ-θησομένη
- δικασ-θησόμενον
ΠΑΘΗΤΙΚΟΣ ΑΟΡΙΣΤΟΣ
Οριστική
- ε-δικάσ-θην
- ε-δικάσ-θης
- ε-δικάσ-θη
- ε-δικάσ-θημεν
- ε-δικάσ-θητε
- ε-δικάσ-θησαν
Υποτακτική
- δικασ-θώ
- δικασ-θής
- δικασ-θή
- δικασ-θώμεν
- δικασ-θήτε
- δικασ-θώσι(ν)
Ευκτική
- δικασ-θείην
- δικασ-θείης
- δικασ-θείη
- δικασ-θείμεν
- δικασ-θείτε
- δικασ-θείεν
Προστακτική
- δικάσ-θητι
- δικασ-θήτω
- δικασ-θέντων
Απαρέμφατο
- δικασ-θήναι
Μετοχή
- δικασ-θείς
- δικασ-θείσα
- δικασ-θέν
ΜΕΣΟ-ΠΑΘΗΤΙΚΟΣ ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ
Οριστική
- δικάζομαι
- δικάζ-ει
- δικάζ-εται
- δικαζ-όμεθα
- δικάζ-εσθε
- δικάζ-ονται
Υποτακτική
- δικάζ-ωμαι
- δικάζ-η
- δικάζ-ηται
- δικαζ-ώμεθα
- δικάζ-ησθε
- δικάζ-ωνται
Ευκτική
- δικαζ-οίμην
- δικάζ-οιο
- δικάζ-οιτο
- δικαζ-οίμεθα
- δικάζ-οισθε
- δικάζ-οιντο
Προστακτική
- δικάζ-ου
- δικαζ-έσθω
- δικαζ-έσθων
Απαρέμφατο
- δικάζ-εσθαι
Μετοχή
- δικαζ-όμενος
- δικαζ-ομένη
- δικαζ-όμενον
ΜΕΣΟ-ΠΑΘΗΤΙΚΟΣ ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΟΣ
Οριστική
- ε-δικαζ-όμην
- ε-δικάζ-ου
- ε-δικάζ-ετο
- ε-δικαζ-όμεθα
- ε-δικάζ-εσθε
- ε-δικάζ-οντο
ΜΕΣΟΣ ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ
Οριστική
- δικα-σοίμην
- δικά-σοιο
- δικά-σοιτο
- δικα-σοίμεθα
- δικά-σοισθε
- δικά-σοιντο
Απαρέμφατο
- *
Μετοχή
- δικα-σόμενος
- δικα-σομένη
- δικα-σόμενον
ΜΕΣΟΣ ΑΟΡΙΣΤΟΣ
Οριστική
- ε-δικα-σάμην
- ε-δικά-σω
- ε-δικά-σατο
- ε-δικα-σάμεθα
- ε-δικά-σασθε
- ε-δικά-σαντο
Υποτακτική
- δικάσ-ωμαι
- δικάσ-η
- δικάσ-ηται
- δικασ-ώμεθα
- δικάσ-ησθε
- δικάσ-ωνται
Ευκτική
- δικασ-αίμην
- δικάσ-αιο
- δικάσ-αιτο
- δικασ-αίμεθα
- δικάσ-αισθε
- δικάσ-αιντο
Προστακτική
- δίκασ-αι
- δικασ-άσθω
- δικασ-άσθων
Απαρέμφατο
- δικάσ-ασθαι
Μετοχή
- δικασ-άμενος
- δικασ-αμένη
- δικασ-άμενον
ΜΕΣΟ-ΠΑΘΗΤΙΚΟΣ ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Οριστική
- ε-δε-δικάσ-μην
- ε-δε-δίκα-σο
- ε-δε-δίκασ-το
- ε-δε-δικάσ-μεθα
- ε-δε-δίκασ-θε
- δε-δικασ-μένοι ήσαν
Υποτακτική
- δε-δικασ-μένος ώ
- δε-δικασ-μένη ής
- δε-δικασ-μένον ή
- δε-δικασ-μένοι ώμεν
- δε-δικασ-μέναι ήτε
- δε-δικασ-μένα ώσι(ν)
Ευκτική
- δε-δικασ-μένος είην
- δε-δικασ-μένη είης
- δε-δικασ-μένον είη
- δε-δικασ-μένοι είμεν
- δε-δικασ-μέναι είτε
- δε-δικασ-μένα είεν
Προστακτική
- δε-δίκα-σο
- δε-δικά-σθω
- δε-δικά-σθων
Απαρέμφατο
- δε-δικά-σθαι
Μετοχή
- δε-δικασ-μένος
- δε-δικασ-μένη
- δε-δικασ-μένον