ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ
Οριστική
- σπεύδω
- σπεύδ-εις
- σπεύδ-ει
- σπεύδ-ομεν
- σπεύδ-ετε
- σπεύδ-ουσιν
Υποτακτική
- σπεύδ-ω
- σπεύδ-ης
- σπεύδ-η
- σπεύδ-ωμεν
- σπεύδ-ητε
- σπεύδ-ωσι(ν)
Ευκτική
- σπεύδ-οιμι
- σπεύδ-οις
- σπεύδ-οι
- σπευδ-όντων
- σπεύδ-οιτε
- σπεύδ-οιεν
Προστακτική
- σπεύδ-ε
- σπευδ-έτω
- σπεύδ-ετε
Απαρέμφατο
- σπεύδ-ειν
Μετοχή
- σπεύδ-ων
- σπεύδ-ουσα
- σπεύδ-ον
ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΟΣ
Οριστική
- έ-σπευδ-ον
- έ-σπευδ-ες
- έ-σπευδ-ε
- ε-σπεύδ-ομεν
- ε-σπεύδ-ετε
- έ-σπευδ-ον
ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ
Οριστική
- σπεύσ-ω
- σπεύσ-εις
- σπεύσ-ει
- σπεύσ-ομεν
- σπεύσ-ετε
- σπεύσ-ουσι(ν)
Ευκτική
- σπεύσ-οιμι
- σπεύσ-οις
- σπεύσ-οι
- σπεύσ-οιμεν
- σπεύσ-οιτε
- σπεύσ-οιεν
Απαρέμφατο
- σπεύσ-ειν
Μετοχή
- σπεύσ-ων
- σπεύσ-ουσα
- σπεύσ-ον
ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΑΟΡΙΣΤΟΣ
Οριστική
- έ-σπευσ-α
- έ-σπευσ-ας
- έ-σπευσ-ε(ν)
- ε-σπεύσ-αμεν
- ε-σπεύσ-ατε
- έ-σπευσ-αν
Υποτακτική
- σπεύσ-ω
- σπεύσ-ης
- σπεύσ-η
- σπεύσ-ωμεν
- σπεύσ-ητε
- σπεύσ-ωσι(ν)
Ευκτική
- σπεύσ-αιμι
- σπεύσ-αις
- σπεύσ-αι
- σπεύσ-αιμεν
- σπεύσ-αιτε
- σπεύσ-αιεν
Προστακτική
- σπεύσ-ον
- σπευσ-άτω
- σπευσ-άντων
Απαρέμφατο
- σπεύσ-αι
Μετοχή
- σπεύσ-ας
- σπεύσ-ασα
- σπεύσ-αν
ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Οριστική
- έ-σπευ-κα
- έ-σπευ-κας
- έ-σπευ-κε(ν)
- ε-σπεύ-καμεν
- ε-σπεύ-κατε
- ε-σπεύ-κασι(ν)
Υποτακτική
- ε-σπεύ-κω
- ε-σπεύ-κης
- ε-σπεύ-κη
- ε-σπεύ-κωμεν
- ε-σπεύ-κητε
- ε-σπεύ-κωσι(ν)
Ευκτική
- ε-σπεύ-κοιμι
- ε-σπεύ-κοις
- ε-σπεύ-κοι
- ε-σπεύ-κοιμεν
- ε-σπεύ-κοιτε
- ε-σπεύ-κοιεν
Προστακτική
- έ-σπευ-κε
- ε-σπευ-κέτω
- ε-σπευ-κόντων
Απαρέμφατο
- ε-σπευ-κέναι
Μετοχή
- ε-σπευ-κώς
- ε-σπευ-κυία
- ε-σπευ-κός
ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΥΠΕΡΣΥΝΤΕΛΙΚΟΣ
Οριστική
- ε-σπεύ-κειν
- ε-σπεύ-κεις
- ε-σπεύ-κει
- ε-σπεύ-κειμεν
- ε-σπεύ-κειτε
- ε-σπεύ-κεισαν
ΠΑΘΗΤΙΚΟΣ ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ
Οριστική
- *
- *
- *
- *
- *
- *
Απαρέμφατο
- *
Μετοχή
- *
- *
- *
ΠΑΘΗΤΙΚΟΣ ΑΟΡΙΣΤΟΣ
Οριστική
- *
- *
- *
- *
- *
- *
Υποτακτική
- *
- *
- *
- *
- *
- *
Ευκτική
- *
- *
- *
- *
- *
- *
Προστακτική
- *
- *
- *
Απαρέμφατο
- *
Μετοχή
- *
- *
- *
ΜΕΣΟ-ΠΑΘΗΤΙΚΟΣ ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ
Οριστική
- σπεύδομαι
- σπεύδ-ει
- σπεύδ-εται
- σπευδ-όμεθα
- σπεύδ-εσθε
- σπεύδ-ονται
Υποτακτική
- σπεύδ-ωμαι
- σπεύδ-η
- σπεύδ-ηται
- σπευδ-ώμεθα
- σπεύδ-ησθε
- σπεύδ-ωνται
Ευκτική
- σπευδ-οίμην
- σπεύδ-οιο
- σπεύδ-οιτο
- σπευδ-οίμεθα
- σπεύδ-οισθε
- σπεύδ-οιντο
Προστακτική
- σπεύδ-ου
- σπευδ-έσθω
- σπευδ-έσθων
Απαρέμφατο
- σπεύδ-εσθαι
Μετοχή
- σπευδ-όμενος
- σπευδ-ομένη
- σπευδ-όμενον
ΜΕΣΟ-ΠΑΘΗΤΙΚΟΣ ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΟΣ
Οριστική
- ε-σπευδ-όμην
- ε-σπεύδ-ου
- ε-σπεύδ-ετο
- ε-σπευδ-όμεθα
- ε-σπεύδ-εσθε
- ε-σπεύδ-οντο
ΜΕΣΟΣ ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ
Οριστική
- σπευσ-οίμην
- σπεύσ-οιο
- σπεύσ-οιτο
- σπευσ-οίμεθα
- σπεύσ-οισθε
- σπεύσ-οιντο
Απαρέμφατο
- *
Μετοχή
- σπευσ-όμενος
- σπευσ-ομένη
- σπευσ-όμενον
ΜΕΣΟΣ ΑΟΡΙΣΤΟΣ
Οριστική
- ε-σπευσ-άμην
- ε-σπεύσ-ω
- ε-σπεύσ-ατο
- ε-σπευσ-άμεθα
- ε-σπεύσ-ασθε
- ε-σπεύσ-αντο
Υποτακτική
- σπεύσ-ωμαι
- σπεύσ-η
- σπεύσ-ηται
- σπευσ-ώμεθα
- σπεύσ-ησθε
- σπεύσ-ωνται
Ευκτική
- σπευσ-αίμην
- σπεύσ-αιο
- σπεύσ-αιτο
- σπευσ-αίμεθα
- σπεύσ-αισθε
- σπεύσ-αιντο
Προστακτική
- σπεύσ-αι
- σπευσ-άσθω
- σπευσ-άσθων
Απαρέμφατο
- σπεύσ-ασθαι
Μετοχή
- σπευσ-άμενος
- σπευσ-αμένη
- σπευσ-άμενον
ΜΕΣΟ-ΠΑΘΗΤΙΚΟΣ ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Οριστική
- ε-σπεύσ-μην
- έ-σπευ-σο
- έ-σπευσ-το
- ε-σπεύσ-μεθα
- έ-σπευσ-θε
- ε-σπευσ-μένοι ήσαν
Υποτακτική
- ε-σπευσ-μένος ώ
- ε-σπευσ-μένη ής
- ε-σπευσ-μένον ή
- ε-σπευσ-μένοι ώμεν
- ε-σπευσ-μέναι ήτε
- ε-σπευσ-μένα ώσι(ν)
Ευκτική
- ε-σπευσ-μένος είην
- ε-σπευσ-μένη είης
- ε-σπευσ-μένον είη
- ε-σπευσ-μένοι είμεν
- ε-σπευσ-μέναι είτε
- ε-σπευσ-μένα είεν
Προστακτική
- έ-σπευ-σο
- ε-σπεύ-σθω
- ε-σπεύ-σθων
Απαρέμφατο
- ε-σπεύ-σθαι
Μετοχή
- ε-σπευσ-μένος
- ε-σπευσ-μένη
- ε-σπευσ-μένον