ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ
Οριστική
- ερείδω
- ερείδ-εις
- ερείδ-ει
- ερείδ-ομεν
- ερείδ-ετε
- ερείδ-ουσιν
Υποτακτική
- ερείδ-ω
- ερείδ-ης
- ερείδ-η
- ερείδ-ωμεν
- ερείδ-ητε
- ερείδ-ωσι(ν)
Ευκτική
- ερείδ-οιμι
- ερείδ-οις
- ερείδ-οι
- ερειδ-όντων
- ερείδ-οιτε
- ερείδ-οιεν
Προστακτική
- έρειδ-ε
- ερειδ-έτω
- ερείδ-ετε
Απαρέμφατο
- ερείδ-ειν
Μετοχή
- ερείδ-ων
- ερείδ-ουσα
- ερείδ-ον
ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΟΣ
Οριστική
- ή-ρειδ-ον
- ή-ρειδ-ες
- ή-ρειδ-ε
- η-ρείδ-ομεν
- η-ρείδ-ετε
- ή-ρειδ-ον
ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ
Οριστική
- ερείσ-ω
- ερείσ-εις
- ερείσ-ει
- ερείσ-ομεν
- ερείσ-ετε
- ερείσ-ουσι(ν)
Ευκτική
- ερείσ-οιμι
- ερείσ-οις
- ερείσ-οι
- ερείσ-οιμεν
- ερείσ-οιτε
- ερείσ-οιεν
Απαρέμφατο
- ερείσ-ειν
Μετοχή
- ερείσ-ων
- ερείσ-ουσα
- ερείσ-ον
ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΑΟΡΙΣΤΟΣ
Οριστική
- ή-ρεισ-α
- ή-ρεισ-ας
- ή-ρεισ-ε(ν)
- η-ρείσ-αμεν
- η-ρείσ-ατε
- ή-ρεισ-αν
Υποτακτική
- ε-ρείσ-ω
- ε-ρείσ-ης
- ε-ρείσ-η
- ε-ρείσ-ωμεν
- ε-ρείσ-ητε
- ε-ρείσ-ωσι(ν)
Ευκτική
- ε-ρείσ-αιμι
- ε-ρείσ-αις
- ε-ρείσ-αι
- ε-ρείσ-αιμεν
- ε-ρείσ-αιτε
- ε-ρείσ-αιεν
Προστακτική
- έ-ρεισ-ον
- ε-ρεισ-άτω
- ε-ρεισ-άντων
Απαρέμφατο
- έ-ρεισ-αι
Μετοχή
- ε-ρείσ-ας
- ε-ρείσα-ασα
- ε-ρέν-αν
ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Οριστική
- ή-ρει-κα
- ή-ρει-κας
- ή-ρει-κε(ν)
- η-ρεί-καμεν
- η-ρεί-κατε
- η-ρεί-κασι(ν)
Υποτακτική
- η-ρεί-κω
- η-ρεί-κης
- η-ρεί-κη
- η-ρεί-κωμεν
- η-ρεί-κητε
- η-ρεί-κωσι(ν)
Ευκτική
- η-ρεί-κοιμι
- η-ρεί-κοις
- η-ρεί-κοι
- η-ρεί-κοιμεν
- η-ρεί-κοιτε
- η-ρεί-κοιεν
Προστακτική
- ή-ρει-κε
- η-ρει-κέτω
- η-ρει-κόντων
Απαρέμφατο
- η-ρει-κέναι
Μετοχή
- η-ρει-κώς
- η-ρει-κυία
- η-ρει-κός
ΕΝΕΡΓΗΤΙΚΟΣ ΥΠΕΡΣΥΝΤΕΛΙΚΟΣ
Οριστική
- η-ρεί-κειν
- η-ρεί-κεις
- η-ρεί-κει
- η-ρεί-κειμεν
- η-ρεί-κειτε
- η-ρεί-κεισαν
ΠΑΘΗΤΙΚΟΣ ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ
Οριστική
- *
- *
- *
- *
- *
- *
Απαρέμφατο
- *
Μετοχή
- *
- *
- *
ΠΑΘΗΤΙΚΟΣ ΑΟΡΙΣΤΟΣ
Οριστική
- η-ρείσ-θην
- η-ρείσ-θης
- η-ρείσ-θη
- η-ρείσ-θημεν
- η-ρείσ-θητε
- η-ρείσ-θησαν
Υποτακτική
- ε-ρεισ-θώ
- ε-ρεισ-θής
- ε-ρεισ-θή
- ε-ρεισ-θώμεν
- ε-ρεισ-θήτε
- ε-ρεισ-θώσι(ν)
Ευκτική
- ε-ρεισ-θείην
- ε-ρεισ-θείης
- ε-ρεισ-θείη
- ε-ρεισ-θείμεν
- ε-ρεισ-θείτε
- ε-ρεισ-θείεν
Προστακτική
- ε-ρείσ-θητι
- ε-ρεισ-θήτω
- ε-ρεισ-θέντων
Απαρέμφατο
- ε-ρεισ-θήναι
Μετοχή
- ε-ρεισ-θείς
- ε-ρεισ-θείσα
- ε-ρεισ-θέν
ΜΕΣΟ-ΠΑΘΗΤΙΚΟΣ ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ
Οριστική
- ερείδομαι
- ερείδ-ει
- ερείδ-εται
- ερειδ-όμεθα
- ερείδ-εσθε
- ερείδ-ονται
Υποτακτική
- ερείδ-ωμαι
- ερείδ-η
- ερείδ-ηται
- ερειδ-ώμεθα
- ερείδ-ησθε
- ερείδ-ωνται
Ευκτική
- ερειδ-οίμην
- ερείδ-οιο
- ερείδ-οιτο
- ερειδ-οίμεθα
- ερείδ-οισθε
- ερείδ-οιντο
Προστακτική
- ερείδ-ου
- ερειδ-έσθω
- ερειδ-έσθων
Απαρέμφατο
- ερείδ-εσθαι
Μετοχή
- ερειδ-όμενος
- ερειδ-ομένη
- ερειδ-όμενον
ΜΕΣΟ-ΠΑΘΗΤΙΚΟΣ ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΟΣ
Οριστική
- η-ρειδ-όμην
- η-ρείδ-ου
- η-ρείδ-ετο
- η-ρειδ-όμεθα
- η-ρείδ-εσθε
- η-ρείδ-οντο
ΜΕΣΟΣ ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ
Οριστική
- ερεισ-οίμην
- ερείσ-οιο
- ερείσ-οιτο
- ερεισ-οίμεθα
- ερείσ-οισθε
- ερείσ-οιντο
Απαρέμφατο
- *
Μετοχή
- ερεισ-όμενος
- ερεισ-ομένη
- ερεισ-όμενον
ΜΕΣΟΣ ΑΟΡΙΣΤΟΣ
Οριστική
- η-ρει-σάμην
- η-ρεί-σω
- η-ρεί-σατο
- η-ρει-σάμεθα
- η-ρεί-σασθε
- η-ρεί-σαντο
Υποτακτική
- ε-ρείσ-ωμαι
- ε-ρείσ-η
- ε-ρείσ-ηται
- ε-ρεισ-ώμεθα
- ε-ρείσ-ησθε
- ε-ρείσ-ωνται
Ευκτική
- ε-ρεισ-αίμην
- ε-ρείσ-αιο
- ε-ρείσ-αιτο
- ε-ρεισ-αίμεθα
- ε-ρείσ-αισθε
- ε-ρείσ-αιντο
Προστακτική
- έ-ρεισ-αι
- ε-ρεισ-άσθω
- ε-ρεισ-άσθων
Απαρέμφατο
- ε-ρείσ-ασθαι
Μετοχή
- ε-ρεισ-άμενος
- ε-ρεισ-αμένη
- ε-ρεισ-άμενον
ΜΕΣΟ-ΠΑΘΗΤΙΚΟΣ ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Οριστική
- η-ρείσ-μην
- ή-ρει-σο
- ή-ρει-το
- η-ρείσ-μεθα
- ή-ρει-σθε
- η-ρεισ-μένοι ήσαν
Υποτακτική
- η-ρεισ-μένος ώ
- η-ρεισ-μένη ής
- η-ρεισ-μένον ή
- η-ρεισ-μένοι ώμεν
- η-ρεισ-μέναι ήτε
- η-ρεισ-μένα ώσι(ν)
Ευκτική
- η-ρεισ-μένος είην
- η-ρεισ-μένη είης
- η-ρεισ-μένον είη
- η-ρεισ-μένοι είμεν
- η-ρεισ-μέναι είτε
- η-ρεισ-μένα είεν
Προστακτική
- ή-ρει-σο
- η-ρεί-σθω
- η-ρεί-σθων
Απαρέμφατο
- η-ρεί-σθαι
Μετοχή
- η-ρεισ-μένος
- η-ρεισ-μένη
- η-ρεισ-μένον