EL.png εξαιρώ

ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ

Οριστική

  • εξαιρώ
  • εξαιρείς
  • εξαιρεί
  • εξαιρούμε
  • εξαιρείτε
  • εξαιρούν

Υποτακτική

  • νά εξαιρώ
  • νά εξαιρείς
  • νά εξαιρεί
  • νά εξαιρούμε
  • νά εξαιρείτε
  • νά εξαιρούν
 

Προστακτική

  • εξαίρα
  • εξαιρείτε

Μετοχή

  • εξαιρώντας

ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΩΣ

 

  • εξαιρούσα
  • εξαιρούσες
  • εξαιρούσε
  • εξαιρούσαμε
  • εξαιρούσατε
  • εξαιρούσαν

ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ

Εξακολουθητικός

  • θά εξαιρώ
  • θά εξαιρείς
  • θά εξαιρεί
  • θά εξαιρούμε
  • θά εξαιρείτε
  • θά εξαιρούν

Στιγμιαίος

  • θά εξαιρέσω
  • θά εξαιρέσεις
  • θά εξαιρέσει
  • θά εξαιρέσουμε
  • θά εξαιρέσετε
  • θά εξαιρέσουν

ΑΟΡΙΣΤΟΣ

Οριστική

  • εξαίρεσα
  • εξαίρεσες
  • εξαίρεσε
  • εξαιρέσαμε
  • εξαιρέσατε
  • εξαίρεσαν

Υποτακτική

  • νά εξαιρέσω
  • νά εξαιρέσεις
  • νά εξαιρέσει
  • νά εξαιρέσουμε
  • νά εξαιρέσετε
  • νά εξαιρέσουν
 

Προστακτική

  • εξαίρεσε
  • εξαιρέστε

Απαρέμφατο

  • εξαιρέσει

ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ

Οριστική

  • έχω εξαιρέσει
  • έχεις εξαιρέσει
  • έχει εξαιρέσει
  • έχουμε εξαιρέσει
  • έχετε εξαιρέσει
  • έχουν εξαιρέσει

Υποτακτική

  • νά έχω εξαιρέσει
  • νά έχεις εξαιρέσει
  • νά έχει εξαιρέσει
  • νά έχουμε εξαιρέσει
  • νά έχετε εξαιρέσει
  • νά έχουν εξαιρέσει
 

Μετοχή

  • *

ΡLUΠΑ_ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ

Υποτακτική

  • είχα εξαιρέσει
  • είχες εξαιρέσει
  • είχε εξαιρέσει
  • είχαμε εξαιρέσει
  • είχατε εξαιρέσει
  • είχαν εξαιρέσει

ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ

Υποτακτική

  • νά έχω εξαιρέσει
  • νά έχεις εξαιρέσει
  • νά έχει εξαιρέσει
  • νά έχουμε εξαιρέσει
  • νά έχετε εξαιρέσει
  • νά έχουν εξαιρέσει