EL.png αγαπώ

ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ

Οριστική

  • αγαπώ
  • αγαπάς
  • αγαπά
  • αγαπούμε
  • αγαπάτε
  • αγαπούν

Υποτακτική

  • νά αγαπώ
  • νά αγαπάς
  • νά αγαπά
  • νά αγαπούμε
  • νά αγαπάτε
  • νά αγαπούν
 

Προστακτική

  • αγάπα
  • αγαπάτε

Μετοχή

  • αγαπώντας

ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΩΣ

 

  • αγαπούσα
  • αγαπούσες
  • αγαπούσε
  • αγαπούσαμε
  • αγαπούσατε
  • αγαπούσαν

ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ

Εξακολουθητικός

  • θά αγαπώ
  • θά αγαπάς
  • θά αγαπά
  • θά αγαπούμε
  • θά αγαπάτε
  • θά αγαπούν

Στιγμιαίος

  • θά αγαπήσω
  • θά αγαπήσεις
  • θά αγαπήσει
  • θά αγαπήσουμε
  • θά αγαπήσετε
  • θά αγαπήσουν

ΑΟΡΙΣΤΟΣ

Οριστική

  • αγάπησα
  • αγάπησες
  • αγάπησε
  • αγαπήσαμε
  • αγαπήσατε
  • αγάπησαν

Υποτακτική

  • νά αγαπήσω
  • νά αγαπήσεις
  • νά αγαπήσει
  • νά αγαπήσουμε
  • νά αγαπήσετε
  • νά αγαπήσουν
 

Προστακτική

  • αγάπησε
  • αγαπήστε

Απαρέμφατο

  • αγαπήσει

ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ

Οριστική

  • έχω αγαπήσει
  • έχεις αγαπήσει
  • έχει αγαπήσει
  • έχουμε αγαπήσει
  • έχετε αγαπήσει
  • έχουν αγαπήσει

Υποτακτική

  • νά έχω αγαπήσει
  • νά έχεις αγαπήσει
  • νά έχει αγαπήσει
  • νά έχουμε αγαπήσει
  • νά έχετε αγαπήσει
  • νά έχουν αγαπήσει
 

Μετοχή

  • *

ΡLUΠΑ_ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ

Υποτακτική

  • είχα αγαπήσει
  • είχες αγαπήσει
  • είχε αγαπήσει
  • είχαμε αγαπήσει
  • είχατε αγαπήσει
  • είχαν αγαπήσει

ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ

Υποτακτική

  • νά έχω αγαπήσει
  • νά έχεις αγαπήσει
  • νά έχει αγαπήσει
  • νά έχουμε αγαπήσει
  • νά έχετε αγαπήσει
  • νά έχουν αγαπήσει