EL.png φανοποιώ

ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ

Οριστική

  • φανοποιώ
  • φανοποιείς
  • φανοποιεί
  • φανοποιούμε
  • φανοποιείτε
  • φανοποιούν

Υποτακτική

  • νά φανοποιώ
  • νά φανοποιείς
  • νά φανοποιεί
  • νά φανοποιούμε
  • νά φανοποιείτε
  • νά φανοποιούν
 

Προστακτική

  • φανοποία
  • φανοποιείτε

Μετοχή

  • φανοποιώντας

ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΩΣ

 

  • φανοποιούσα
  • φανοποιούσες
  • φανοποιούσε
  • φανοποιούσαμε
  • φανοποιούσατε
  • φανοποιούσαν

ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ

Εξακολουθητικός

  • θά φανοποιώ
  • θά φανοποιείς
  • θά φανοποιεί
  • θά φανοποιούμε
  • θά φανοποιείτε
  • θά φανοποιούν

Στιγμιαίος

  • θά φανοποιήσω
  • θά φανοποιήσεις
  • θά φανοποιήσει
  • θά φανοποιήσουμε
  • θά φανοποιήσετε
  • θά φανοποιήσουν

ΑΟΡΙΣΤΟΣ

Οριστική

  • φανοποίησα
  • φανοποίησες
  • φανοποίησε
  • φανοποιήσαμε
  • φανοποιήσατε
  • φανοποίησαν

Υποτακτική

  • νά φανοποιήσω
  • νά φανοποιήσεις
  • νά φανοποιήσει
  • νά φανοποιήσουμε
  • νά φανοποιήσετε
  • νά φανοποιήσουν
 

Προστακτική

  • φανοποίησε
  • φανοποιήστε

Απαρέμφατο

  • φανοποιήσει

ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ

Οριστική

  • έχω φανοποιήσει
  • έχεις φανοποιήσει
  • έχει φανοποιήσει
  • έχουμε φανοποιήσει
  • έχετε φανοποιήσει
  • έχουν φανοποιήσει

Υποτακτική

  • νά έχω φανοποιήσει
  • νά έχεις φανοποιήσει
  • νά έχει φανοποιήσει
  • νά έχουμε φανοποιήσει
  • νά έχετε φανοποιήσει
  • νά έχουν φανοποιήσει
 

Μετοχή

  • *

ΡLUΠΑ_ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ

Υποτακτική

  • είχα φανοποιήσει
  • είχες φανοποιήσει
  • είχε φανοποιήσει
  • είχαμε φανοποιήσει
  • είχατε φανοποιήσει
  • είχαν φανοποιήσει

ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ

Υποτακτική

  • νά έχω φανοποιήσει
  • νά έχεις φανοποιήσει
  • νά έχει φανοποιήσει
  • νά έχουμε φανοποιήσει
  • νά έχετε φανοποιήσει
  • νά έχουν φανοποιήσει