EL.png χτυπάω

ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ

Οριστική

  • χτυπάω
  • χτυπάς
  • χτυπά
  • χτυπούμε
  • χτυπάτε
  • χτυπούν

Υποτακτική

  • νά χτυπάω
  • νά χτυπάς
  • νά χτυπά
  • νά χτυπούμε
  • νά χτυπάτε
  • νά χτυπούν
 

Προστακτική

  • χτύπα
  • χτυπάτε

Μετοχή

  • χτυπώντας

ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΩΣ

 

  • χτυπούσα
  • χτυπούσες
  • χτυπούσε
  • χτυπούσαμε
  • χτυπούσατε
  • χτυπούσαν

ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ

Εξακολουθητικός

  • θά χτυπάω
  • θά χτυπάς
  • θά χτυπά
  • θά χτυπούμε
  • θά χτυπάτε
  • θά χτυπούν

Στιγμιαίος

  • θά χτυπήσω
  • θά χτυπήσεις
  • θά χτυπήσει
  • θά χτυπήσουμε
  • θά χτυπήσετε
  • θά χτυπήσουν

ΑΟΡΙΣΤΟΣ

Οριστική

  • χτύπησα
  • χτύπησες
  • χτύπησε
  • χτυπήσαμε
  • χτυπήσατε
  • χτύπησαν

Υποτακτική

  • νά χτυπήσω
  • νά χτυπήσεις
  • νά χτυπήσει
  • νά χτυπήσουμε
  • νά χτυπήσετε
  • νά χτυπήσουν
 

Προστακτική

  • χτύπησε
  • χτυπήστε

Απαρέμφατο

  • χτυπήσει

ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ

Οριστική

  • έχω χτυπήσει
  • έχεις χτυπήσει
  • έχει χτυπήσει
  • έχουμε χτυπήσει
  • έχετε χτυπήσει
  • έχουν χτυπήσει

Υποτακτική

  • νά έχω χτυπήσει
  • νά έχεις χτυπήσει
  • νά έχει χτυπήσει
  • νά έχουμε χτυπήσει
  • νά έχετε χτυπήσει
  • νά έχουν χτυπήσει
 

Μετοχή

  • *

ΡLUΠΑ_ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ

Υποτακτική

  • είχα χτυπήσει
  • είχες χτυπήσει
  • είχε χτυπήσει
  • είχαμε χτυπήσει
  • είχατε χτυπήσει
  • είχαν χτυπήσει

ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ

Υποτακτική

  • νά έχω χτυπήσει
  • νά έχεις χτυπήσει
  • νά έχει χτυπήσει
  • νά έχουμε χτυπήσει
  • νά έχετε χτυπήσει
  • νά έχουν χτυπήσει