EL.png καλιγραφώ

ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ

Οριστική

  • καλιγραφώ
  • καλιγραφείς
  • καλιγραφεί
  • καλιγραφούμε
  • καλιγραφείτε
  • καλιγραφούν

Υποτακτική

  • νά καλιγραφώ
  • νά καλιγραφείς
  • νά καλιγραφεί
  • νά καλιγραφούμε
  • νά καλιγραφείτε
  • νά καλιγραφούν
 

Προστακτική

  • καλιγράφα
  • καλιγραφείτε

Μετοχή

  • καλιγραφώντας

ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΩΣ

 

  • καλιγραφούσα
  • καλιγραφούσες
  • καλιγραφούσε
  • καλιγραφούσαμε
  • καλιγραφούσατε
  • καλιγραφούσαν

ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ

Εξακολουθητικός

  • θά καλιγραφώ
  • θά καλιγραφείς
  • θά καλιγραφεί
  • θά καλιγραφούμε
  • θά καλιγραφείτε
  • θά καλιγραφούν

Στιγμιαίος

  • θά καλιγραφήσω
  • θά καλιγραφήσεις
  • θά καλιγραφήσει
  • θά καλιγραφήσουμε
  • θά καλιγραφήσετε
  • θά καλιγραφήσουν

ΑΟΡΙΣΤΟΣ

Οριστική

  • καλιγράφησα
  • καλιγράφησες
  • καλιγράφησε
  • καλιγραφήσαμε
  • καλιγραφήσατε
  • καλιγράφησαν

Υποτακτική

  • νά καλιγραφήσω
  • νά καλιγραφήσεις
  • νά καλιγραφήσει
  • νά καλιγραφήσουμε
  • νά καλιγραφήσετε
  • νά καλιγραφήσουν
 

Προστακτική

  • καλιγράφησε
  • καλιγραφήστε

Απαρέμφατο

  • καλιγραφήσει

ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ

Οριστική

  • έχω καλιγραφήσει
  • έχεις καλιγραφήσει
  • έχει καλιγραφήσει
  • έχουμε καλιγραφήσει
  • έχετε καλιγραφήσει
  • έχουν καλιγραφήσει

Υποτακτική

  • νά έχω καλιγραφήσει
  • νά έχεις καλιγραφήσει
  • νά έχει καλιγραφήσει
  • νά έχουμε καλιγραφήσει
  • νά έχετε καλιγραφήσει
  • νά έχουν καλιγραφήσει
 

Μετοχή

  • *

ΡLUΠΑ_ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ

Υποτακτική

  • είχα καλιγραφήσει
  • είχες καλιγραφήσει
  • είχε καλιγραφήσει
  • είχαμε καλιγραφήσει
  • είχατε καλιγραφήσει
  • είχαν καλιγραφήσει

ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ

Υποτακτική

  • νά έχω καλιγραφήσει
  • νά έχεις καιγραφήσει
  • νά έχει καλιγραφήσει
  • νά έχουμε καλιγραφήσει
  • νά έχετε καλιγραφήσει
  • νά έχουν καλιγραφήσει