EL.png απολύω

ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ

Οριστική

  • απολύω
  • απολύεις
  • απολύει
  • απολύουμε
  • απολύετε
  • απολύουν

Υποτακτική

  • νά απολύω
  • νά απολύεις
  • νά απολύει
  • νά απολύουμε
  • νά απολύετε
  • νά απολύουν
 

Προστακτική

  • απόλυε
  • απολύετε

Μετοχή

  • απολύοντας

ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΩΣ

 

  • απόλυα
  • απόλυες
  • απόλυε
  • απολύαμε
  • απολύατε
  • απόλυαν

ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ

Εξακολουθητικός

  • θά απολύω
  • θά απολύεις
  • θά απολύει
  • θά απολύουμε
  • θά απολύετε
  • θά απολύουν

Στιγμιαίος

  • θά απολύσω
  • θά απολύσεις
  • θά απολύσει
  • θά απολύσουμε
  • θά απολύσετε
  • θά απολύσουν

ΑΟΡΙΣΤΟΣ

Οριστική

  • απέλυσα
  • απέλυσες
  • απέλυσε
  • απολύσαμε
  • απολύσατε
  • απέλυσαν

Υποτακτική

  • νά απολύσω
  • νά απολύσεις
  • νά απολύσει
  • νά απολύσουμε
  • νά απολύσετε
  • νά απολύσουν
 

Προστακτική

  • απόλυσε
  • απολύστε

Απαρέμφατο

  • απολύσει

ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ

Οριστική

  • έχω απολύσει
  • έχεις απολύσει
  • έχει απολύσει
  • έχουμε απολύσει
  • έχετε απολύσει
  • έχουν απολύσει

Υποτακτική

  • νά έχω απολύσει
  • νά έχεις απολύσει
  • νά έχει απολύσει
  • νά έχουμε απολύσει
  • νά έχετε απολύσει
  • νά έχουν απολύσει
 

Μετοχή

  • *

ΡLUΠΑ_ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ

Υποτακτική

  • είχα απολύσει
  • είχες απολύσει
  • είχε απολύσει
  • είχαμε απολύσει
  • είχατε απολύσει
  • είχαν απολύσει

ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ

Υποτακτική

  • θά έχω απολύσει
  • θά έχεις απολύσει
  • θά έχει απολύσει
  • θά έχουμε απολύσει
  • θά έχετε απολύσει
  • θά έχουν απολύσει