ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ
Οριστική
- εξορκίζω
- εξορκίζεις
- εξορκίζει
- εξορκίζουμε
- εξορκίζετε
- εξορκίζουν
Υποτακτική
- νά εξορκίζω
- νά εξορκίζεις
- νά εξορκίζει
- νά εξορκίζουμε
- νά εξορκίζετε
- νά εξορκίζουν
ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΩΣ
- εξόρκιζα
- εξόρκιζες
- εξόρκιζε
- εξορκίζαμε
- εξορκίζατε
- εξόρκιζαν
ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ
Εξακολουθητικός
- θά εξορκίζω
- θά εξορκίζεις
- θά εξορκίζει
- θά εξορκίζουμε
- θά εξορκίζετε
- θά εξορκίζουν
Στιγμιαίος
- θά εξορκίσω
- θά εξορκίσεις
- θά εξορκίσει
- θά εξορκίσουμε
- θά εξορκίσετε
- θά εξορκίσουν
ΑΟΡΙΣΤΟΣ
Οριστική
- εξόρκισα
- εξόρκισες
- εξόρκισε
- εξορκίσαμε
- εξορκίσατε
- εξόρκισαν
Υποτακτική
- νά εξορκίσω
- νά εξορκίσεις
- νά εξορκίσει
- νά εξορκίσουμε
- νά εξορκίσετε
- νά εξορκίσουν
ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Οριστική
- έχω εξορκίσει
- έχεις εξορκίσει
- έχει εξορκίσει
- έχουμε εξορκίσει
- έχετε εξορκίσει
- έχουν εξορκίσει
Υποτακτική
- νά έχω εξορκίσει
- νά έχεις εξορκίσει
- νά έχει εξορκίσει
- νά έχουμε εξορκίσει
- νά έχετε εξορκίσει
- νά έχουν εξορκίσει
ΡLUΠΑ_ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Υποτακτική
- είχα εξορκίσει
- είχες εξορκίσει
- είχε εξορκίσει
- είχαμε εξορκίσει
- είχατε εξορκίσει
- είχαν εξορκίσει
ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Υποτακτική
- θά έχω εξορκίσει
- θά έχεις εξορκίσει
- θά έχει εξορκίσει
- θά έχουμε εξορκίσει
- θά έχετε εξορκίσει
- θά έχουν εξορκίσει