ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ
Οριστική
- ξεκαρφώνω
- ξεκαρφώνεις
- ξεκαρφώνει
- ξεκαρφώνουμε
- ξεκαρφώνετε
- ξεκαρφώνουν
Υποτακτική
- νά ξεκαρφώνω
- νά ξεκαρφώνεις
- νά ξεκαρφώνει
- νά ξεκαρφώνουμε
- νά ξεκαρφώνετε
- νά ξεκαρφώνουν
ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΩΣ
- ξεκάρφωνα
- ξεκάρφωνες
- ξεκάρφωνε
- ξεκαρφώναμε
- ξεκαρφώνατε
- ξεκάρφωναν
ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ
Εξακολουθητικός
- θά ξεκαρφώνω
- θά ξεκαρφώνεις
- θά ξεκαρφώνει
- θά ξεκαρφώνουμε
- θά ξεκαρφώνετε
- θά ξεκαρφώνουν
Στιγμιαίος
- θά ξεκαρφώσω
- θά ξεκαρφώσεις
- θά ξεκαρφώσει
- θά ξεκαρφώσουμε
- θά ξεκαρφώσετε
- θά ξεκαρφώσουν
ΑΟΡΙΣΤΟΣ
Οριστική
- ξεκάρφωσα
- ξεκάρφωσες
- ξεκάρφωσε
- ξεκαρφώσαμε
- ξεκαρφώσατε
- ξεκάρφωσαν
Υποτακτική
- νά ξεκαρφώσω
- νά ξεκαρφώσεις
- νά ξεκαρφώσει
- νά ξεκαρφώσουμε
- νά ξεκαρφώσετε
- νά ξεκαρφώσουν
ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Οριστική
- έχω ξεκαρφώσει
- έχεις ξεκαρφώσει
- έχει ξεκαρφώσει
- έχουμε ξεκαρφώσει
- έχετε ξεκαρφώσει
- έχουν ξεκαρφώσει
Υποτακτική
- νά έχω ξεκαρφώσει
- νά έχεις ξεκαρφώσει
- νά έχει ξεκαρφώσει
- νά έχουμε ξεκαρφώσει
- νά έχετε ξεκαρφώσει
- νά έχουν ξεκαρφώσει
ΡLUΠΑ_ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Υποτακτική
- είχα ξεκαρφώσει
- είχες ξεκαρφώσει
- είχε ξεκαρφώσει
- είχαμε ξεκαρφώσει
- είχατε ξεκαρφώσει
- είχαν ξεκαρφώσει
ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Υποτακτική
- θά έχω ξεκαρφώσει
- θά έχεις ξεκαρφώσει
- θά έχει ξεκαρφώσει
- θά έχουμε ξεκαρφώσει
- θά έχετε ξεκαρφώσει
- θά έχουν ξεκαρφώσει