ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ
Οριστική
- πλακώνω
- πλακώνεις
- πλακώνει
- πλακώνουμε
- πλακώνετε
- πλακώνουν
Υποτακτική
- νά πλακώνω
- νά πλακώνεις
- νά πλακώνει
- νά πλακώνουμε
- νά πλακώνετε
- νά πλακώνουν
ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΩΣ
- πλάκωνα
- πλάκωνες
- πλάκωνε
- πλακώναμε
- πλακώνατε
- πλάκωναν
ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ
Εξακολουθητικός
- θά πλακώνω
- θά πλακώνεις
- θά πλακώνει
- θά πλακώνουμε
- θά πλακώνετε
- θά πλακώνουν
Στιγμιαίος
- θά πλακώσω
- θά πλακώσεις
- θά πλακώσει
- θά πλακώσουμε
- θά πλακώσετε
- θά πλακώσουν
ΑΟΡΙΣΤΟΣ
Οριστική
- πλάκωσα
- πλάκωσες
- πλάκωσε
- πλακώσαμε
- πλακώσατε
- πλάκωσαν
Υποτακτική
- νά πλακώσω
- νά πλακώσεις
- νά πλακώσει
- νά πλακώσουμε
- νά πλακώσετε
- νά πλακώσουν
ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Οριστική
- έχω πλακώσει
- έχεις πλακώσει
- έχει πλακώσει
- έχουμε πλακώσει
- έχετε πλακώσει
- έχουν πλακώσει
Υποτακτική
- νά έχω πλακώσει
- νά έχεις πλακώσει
- νά έχει πλακώσει
- νά έχουμε πλακώσει
- νά έχετε πλακώσει
- νά έχουν πλακώσει
ΡLUΠΑ_ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Υποτακτική
- είχα πλακώσει
- είχες πλακώσει
- είχε πλακώσει
- είχαμε πλακώσει
- είχατε πλακώσει
- είχαν πλακώσει
ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ
Υποτακτική
- θά έχω πλακώσει
- θά έχεις πλακώσει
- θά έχει πλακώσει
- θά έχουμε πλακώσει
- θά έχετε πλακώσει
- θά έχουν πλακώσει