EL.png δύω

ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ

Οριστική

  • δύω
  • δύεις
  • δύει
  • δύουμε
  • δύετε
  • δύουν

Υποτακτική

  • νά δύω
  • νά δύεις
  • νά δύει
  • νά δύουμε
  • νά δύετε
  • νά δύουν
 

Προστακτική

  • δύε
  • δύετε

Μετοχή

  • δύοντας

ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΩΣ

 

  • έδυα
  • έδυες
  • έδυε
  • δύαμε
  • δύατε
  • έδυαν

ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ

Εξακολουθητικός

  • θά δύω
  • θά δύεις
  • θά δύει
  • θά δύουμε
  • θά δύετε
  • θά δύουν

Στιγμιαίος

  • θά δύσω
  • θά δύσεις
  • θά δύσει
  • θά δύσουμε
  • θά δύσετε
  • θά δύσουν

ΑΟΡΙΣΤΟΣ

Οριστική

  • έδυσα
  • έδυσες
  • έδυσε
  • δύσαμε
  • δύσατε
  • έδυσαν

Υποτακτική

  • νά δύσω
  • νά δύσεις
  • νά δύσει
  • νά δύσουμε
  • νά δύσετε
  • νά δύσουν
 

Προστακτική

  • δύσε
  • δύστε

Απαρέμφατο

  • δύσει

ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ

Οριστική

  • έχω δύσει
  • έχεις δύσει
  • έχει δύσει
  • έχουμε δύσει
  • έχετε δύσει
  • έχουν δύσει

Υποτακτική

  • νά έχω δύσει
  • νά έχεις δύσει
  • νά έχει δύσει
  • νά έχουμε δύσει
  • νά έχετε δύσει
  • νά έχουν δύσει
 

Μετοχή

  • *

ΡLUΠΑ_ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ

Υποτακτική

  • είχα δύσει
  • είχες δύσει
  • είχε δύσει
  • είχαμε δύσει
  • είχατε δύσει
  • είχαν δύσει

ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ

Υποτακτική

  • θά έχω δύσει
  • θά έχεις δύσει
  • θά έχει δύσει
  • θά έχουμε δύσει
  • θά έχετε δύσει
  • θά έχουν δύσει