EL.png παραθερίζω

ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ

Οριστική

  • παραθερίζω
  • παραθερίζεις
  • παραθερίζει
  • παραθερίζουμε
  • παραθερίζετε
  • παραθερίζουν

Υποτακτική

  • νά παραθερίζω
  • νά παραθερίζεις
  • νά παραθερίζει
  • νά παραθερίζουμε
  • νά παραθερίζετε
  • νά παραθερίζουν
 

Προστακτική

  • παραθέριζε
  • παραθερίζετε

Μετοχή

  • παραθερίζοντας

ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΩΣ

 

  • παραθέριζα
  • παραθέριζες
  • παραθέριζε
  • παραθερίζαμε
  • παραθερίζατε
  • παραθέριζαν

ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ

Εξακολουθητικός

  • θά παραθερίζω
  • θά παραθερίζεις
  • θά παραθερίζει
  • θά παραθερίζουμε
  • θά παραθερίζετε
  • θά παραθερίζουν

Στιγμιαίος

  • θά παραθερίσω
  • θά παραθερίσεις
  • θά παραθερίσει
  • θά παραθερίσουμε
  • θά παραθερίσετε
  • θά παραθερίσουν

ΑΟΡΙΣΤΟΣ

Οριστική

  • παραθέρισα
  • παραθέρισες
  • παραθέρισε
  • παραθερίσαμε
  • παραθερίσατε
  • παραθέρισαν

Υποτακτική

  • νά παραθερίσω
  • νά παραθερίσεις
  • νά παραθερίσει
  • νά παραθερίσουμε
  • νά παραθερίσετε
  • νά παραθερίσουν
 

Προστακτική

  • παραθέρισε
  • παραθερίστε

Απαρέμφατο

  • παραθερίσει

ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ

Οριστική

  • έχω παραθερίσει
  • έχεις παραθερίσει
  • έχει παραθερίσει
  • έχουμε παραθερίσει
  • έχετε παραθερίσει
  • έχουν παραθερίσει

Υποτακτική

  • νά έχω παραθερίσει
  • νά έχεις παραθερίσει
  • νά έχει παραθερίσει
  • νά έχουμε παραθερίσει
  • νά έχετε παραθερίσει
  • νά έχουν παραθερίσει
 

Μετοχή

  • *

ΡLUΠΑ_ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ

Υποτακτική

  • είχα παραθερίσει
  • είχες παραθερίσει
  • είχε παραθερίσει
  • είχαμε παραθερίσει
  • είχατε παραθερίσει
  • είχαν παραθερίσει

ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ

Υποτακτική

  • θά έχω παραθερίσει
  • θά έχεις παραθερίσει
  • θά έχει παραθερίσει
  • θά έχουμε παραθερίσει
  • θά έχετε παραθερίσει
  • θά έχουν παραθερίσει