EL.png ξεφεύγω

ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ

Οριστική

  • ξεφεύγω
  • ξεφεύγεις
  • ξεφεύγει
  • ξεφεύγουμε
  • ξεφεύγετε
  • ξεφεύγουν

Υποτακτική

  • νά ξεφεύγω
  • νά ξεφεύγεις
  • νά ξεφεύγει
  • νά ξεφεύγουμε
  • νά ξεφεύγετε
  • νά ξεφεύγουν
 

Προστακτική

  • ξέφευγε
  • ξεφεύγετε

Μετοχή

  • ξεφεύγοντας

ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΩΣ

 

  • ξέφευγα
  • ξέφευγες
  • ξέφευγε
  • ξεφεύγαμε
  • ξεφεύγατε
  • ξέφευγαν

ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ

Εξακολουθητικός

  • θά ξεφεύγω
  • θά ξεφεύγεις
  • θά ξεφεύγει
  • θά ξεφεύγουμε
  • θά ξεφεύγετε
  • θά ξεφεύγουν

Στιγμιαίος

  • θά ξεφύγω
  • θά ξεφύγεις
  • θά ξεφύγει
  • θά ξεφύγουμε
  • θά ξεφύγετε
  • θά ξεφύγουν

ΑΟΡΙΣΤΟΣ

Οριστική

  • ξέφυγα
  • ξέφυγες
  • ξέφυγε
  • ξεφύγαμε
  • ξεφύγατε
  • ξέφυγαν

Υποτακτική

  • νά ξεφύγω
  • νά ξεφύγεις
  • νά ξεφύγει
  • νά ξεφύγουμε
  • νά ξεφύγετε
  • νά ξεφύγουν
 

Προστακτική

  • ξέφυγε
  • ξεφύγετε

Απαρέμφατο

  • ξεφύγει

ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ

Οριστική

  • έχω ξεφύγει
  • έχεις ξεφύγει
  • έχει ξεφύγει
  • έχουμε ξεφύγει
  • έχετε ξεφύγει
  • έχουν ξεφύγει

Υποτακτική

  • νά έχω ξεφύγει
  • νά έχεις ξεφύγει
  • νά έχει ξεφύγει
  • νά έχουμε ξεφύγει
  • νά έχετε ξεφύγει
  • νά έχουν ξεφύγει
 

Μετοχή

  • *

ΡLUΠΑ_ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ

Υποτακτική

  • είχα ξεφύγει
  • είχες ξεφύγει
  • είχε ξεφύγει
  • είχαμε ξεφύγει
  • είχατε ξεφύγει
  • είχαν ξεφύγει

ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ

Υποτακτική

  • θά έχω ξεφύγει
  • θά έχεις ξεφύγει
  • θά έχει ξεφύγει
  • θά έχουμε ξεφύγει
  • θά έχετε ξεφύγει
  • θά έχουν ξεφύγει