EL.png ξεφορτώνω

ΕΝΕΣΤΩΤΑΣ

Οριστική

  • ξεφορτώνω
  • ξεφορτώνεις
  • ξεφορτώνει
  • ξεφορτώνουμε
  • ξεφορτώνετε
  • ξεφορτώνουν

Υποτακτική

  • νά ξεφορτώνω
  • νά ξεφορτώνεις
  • νά ξεφορτώνει
  • νά ξεφορτώνουμε
  • νά ξεφορτώνετε
  • νά ξεφορτώνουν
 

Προστακτική

  • ξεφόρτωνε
  • ξεφορτώνετε

Μετοχή

  • ξεφορτώνοντας

ΠΑΡΑΤΑΤΙΚΩΣ

 

  • ξεφόρτωνα
  • ξεφόρτωνες
  • ξεφόρτωνε
  • ξεφορτώναμε
  • ξεφορτώνατε
  • ξεφόρτωναν

ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ

Εξακολουθητικός

  • θά ξεφορτώνω
  • θά ξεφορτώνεις
  • θά ξεφορτώνει
  • θά ξεφορτώνουμε
  • θά ξεφορτώνετε
  • θά ξεφορτώνουν

Στιγμιαίος

  • θά ξεφορτώσω
  • θά ξεφορτώσεις
  • θά ξεφορτώσει
  • θά ξεφορτώσουμε
  • θά ξεφορτώσετε
  • θά ξεφορτώσουν

ΑΟΡΙΣΤΟΣ

Οριστική

  • ξεφόρτωσα
  • ξεφόρτωσες
  • ξεφόρτωσε
  • ξεφορτώσαμε
  • ξεφορτώσατε
  • ξεφόρτωσαν

Υποτακτική

  • νά ξεφορτώσω
  • νά ξεφορτώσεις
  • νά ξεφορτώσει
  • νά ξεφορτώσουμε
  • νά ξεφορτώσετε
  • νά ξεφορτώσουν
 

Προστακτική

  • ξεφόρτωσε
  • ξεφορτώστε

Απαρέμφατο

  • ξεφορτώσει

ΠΑΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ

Οριστική

  • έχω ξεφορτώσει
  • έχεις ξεφορτώσει
  • έχει ξεφορτώσει
  • έχουμε ξεφορτώσει
  • έχετε ξεφορτώσει
  • έχουν ξεφορτώσει

Υποτακτική

  • νά έχω ξεφορτώσει
  • νά έχεις ξεφορτώσει
  • νά έχει ξεφορτώσει
  • νά έχουμε ξεφορτώσει
  • νά έχετε ξεφορτώσει
  • νά έχουν ξεφορτώσει
 

Μετοχή

  • *

ΡLUΠΑ_ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ

Υποτακτική

  • είχα ξεφορτώσει
  • είχες ξεφορτώσει
  • είχε ξεφορτώσει
  • είχαμε ξεφορτώσει
  • είχατε ξεφορτώσει
  • είχαν ξεφορτώσει

ΜΕΛΛΟΝΤΑΣ ΡΑΚΕΙΜΕΝΟΣ

Υποτακτική

  • θά έχω ξεφορτώσει
  • θά έχεις ξεφορτώσει
  • θά έχει ξεφορτώσει
  • θά έχουμε ξεφορτώσει
  • θά έχετε ξεφορτώσει
  • θά έχουν ξεφορτώσει